Η ώρα 7 το απόγευμα, το αμάξι της Heineken μας περιμένει έξω από τη στάση του μετρό "Κατεχάκη". Αγγλίδα πάντα στο ραντεβού μου πηγαίνω ακριβώς, ούτε λεπτό παραπάνω – ούτε λεπτό λιγότερο. Ο Γιώργος, ο «προσωπικός μας σοφέρ» εμφανίζεται χαμογελαστός, ευγενικός, μας ανοίγει την πόρτα και η διαδρομή μας προς το άγνωστο ξεκινά!
«Γιώργο δώσε μας ένα στοιχείο» ρωτώ επανειλημμένα, σαν μικρό παιδί. «Το μόνο που μπορώ να αποκαλύψω είναι πως θα περάσετε υπέροχα» μου απαντά. Η αλήθεια είναι πως καταβάθος δεν ήθελα να μου χαλάσει το… παραμύθι. Ήδη αρχίζω και νιώθω σαν βασίλισσα. Εδώ που τα λέμε, τι άλλο θέλω; Καλή παρέα, μπυρίτσα και λίγο μυστήριο, έξω από τα καθημερινά και τα συνηθισμένα. Τελικά χρειάζονται ελάχιστα για να νιώσει ο άνθρωπος ευτυχής.
Ρώτησα από περιέργεια τι περιλαμβάνει το «μενού». Ο Γιώργος μου αποκαλύπτει πως υπάρχουν 55 διαφορετικές επιλογές, από χαμάμ, κομμωτήρια, ξιφασκία και χορό στο σχοινί μέχρι φαγητό ή ποτό σε κρυμμένα στέκια της Αθήνας. Χρυσό τον έκανα, δεν μου αποκάλυπτε που πηγαίνουμε. "Κοίτα πείσμα", σκέφτομαι φωναχτά.
Πλησιάζουμε προς Πειραιά, μπαίνουμε σε στενάκια και καταλήγουμε κάπου στην Τρούμπα. Τι μπορεί να έχει εδώ αναρωτιέμαι; Σε ποιο καταγώγιο πηγαίνω; Τι την ήθελα την βόλτα; Σε λίγα λεπτά έρχεται και η αποκάλυψη: ώρα για γεύση από Ταΐλάνδη στο Rouan Thai Restauran.
Στην υποδοχή ο κύριος Παύλος μας υποδέχεται θερμά. Έχει την όψη ανθρώπου που έχει περάσει πολλά, γεμάτος εμπειρίες, κι όντως έτσι είναι, πολυταξιδεμένος! Ναυτικός στο επάγγελμα, μετά από χρόνια στα καράβια αποφάσισε να αποσυρθεί και να ανοίξει αυτό το εστιατόριο με την Ταϊλανδέζα σύζυγό του, που είναι και η μαγείρισσα.
«Κύριε Παύλο λίγη βοήθεια, δεν ξέρω τι να παραγγείλω» αναφωνώ κι αφήνω την επιλογή πάνω του. «Φέρτε ότι νομίζετε»! Αργότερα, θα αποδειχτεί πως πήρα την πιο σωστή απόφαση. Στο τραπέζι έρχονται τα ορεκτικά, σαλάτα και πιτάκια λαχανικών συνοδευόμενα από σόγια σος και τα κυρίως: κοτόπουλο με μπαμπού, πάπια με μάνγκο, χοιρινό γλυκόξινο με ανανά, μοσχαράκι με τζίντζερ και φυσικά ρυζάκι στον ατμό.
«Και τώρα αρχίζουν τα δύσκολα» σκέφτομαι βλέποντας στο τραπέζι τα τσοπ στικς! Η αλήθεια είναι πως είχε και μαχαιροπίρουνα αλλά να μη ζήσεις σωστά την απόλυτη εμπειρία; Φωνάζω λοιπόν τον σερβιτόρο μας, τον Τάι για ένα μίνι σεμινάριο και ιδού… το πρώτο βήμα έγινε, ώρα για φαγητό ( με λίγες δυσκολίες αλλά με τον τρόπο τον σωστό)!
Κουβέντα στην κουβέντα για την κουζίνα της Ταϊλάνδης και τα πιο αυθεντικά της πιάτα – καθότι το προσωπικό είναι ιδιαίτερα φιλικό και ομιλητικό – δεν καταλαβαίνω πως στο τραπέζι έρχεται και η σούπα. Όχι όμως οποιαδήποτε σούπα. Η βάση της είναι από γάλα καρύδας που δένει με μαριναρισμένο κοτόπουλο και λεμονόχορτο. Γεύση παράξενη για τα γούστα των Ελλήνων αλλά δυνατή για τολμηρούς που αποδεικνύει πως – ναι – το φαγητό όντως είναι ικανό να σε ταξιδέψει σε άλλους πολιτισμούς.
Τέλος, το γλυκάκι γιασεμί (ιδιαίτερο για τα γούστα μου αλλά με έντονη γαργαλιστική γεύση για τον ουρανίσκο) και φυσικά το κουλουράκι της τύχης που μου έμμελε: «Don’t be afraid to take the big step». Πόσο σοφή κουβέντα…
Η ώρα 10.30, ο επίλογος γράφεται σιγά- σιγά, το παραμύθι δείχνει να τελειώνει: επιβιβαζόμαστε το αμάξι για την επιστροφή. Γιώργο, Παύλο, Τάι με κάνατε και ένιωσα Βασίλισσα. Ήταν όλα υπέροχα!