Από την αρχιτέκτονα Λιζα Πανοπουλου
Η βαρύτητα είναι εκείνη που μας κρατάει πάνω στην επιφάνεια της γης. Χωρίς αυτήν θα αιωρούμασταν επ αόριστον στον αέρα. Κατά συνέπεια, περνάμε το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου μας πατώντας στο έδαφος. Η επιφάνεια στην οποία περπατάμε μας ξεκουράζει ή μας κουράζει, μας ζεσταίνει, μας κρυώνει, μας μεταφέρει κάποιο μήνυμα που μεταφράζεται ανάλογα από το σώμα και τον εγκέφαλό μας. Η επιλογή επομένως του υλικού σε ένα χώρο όπως το σπίτι μας είναι σημαντική, κυρίως για να συμπληρώσει την αισθητική του εικόνα.
Σήμερα, οι επιλογές των υλικών είναι απεριόριστες. Οταν κάποιος αποφασίσει να δημιουργήσει από την αρχή ή να ανακαινίσει ένα χώρο, σημαντικό είναι να ξέρει τι ακριβώς θέλει να πετύχει και σε ποια κριτήρια επιθυμεί το δάπεδο του σπιτιού του να ανταποκρίνεται. Κάποια ερωτήματα που μπορεί να θέσει ώστε να βοηθηθεί στην επιλογή είναι τα παρακάτω: Είναι φιλικό υλικό προς το περιβάλλον; (Εσωτερικά και εξωτερικά) ποια είναι η συμπεριφορά του στις κλιματικές εναλλαγές; Είναι εύκολο ή δύσκολο στο καθάρισμα; Πόσο ανθεκτικό είναι; Είναι θερμό ή κρύο; Σκληρό ή μαλακό; Αντανακλά τους ήχους; Απορροφά τους κραδασμούς; Ποιο είναι το συνολικό κόστος; Πώς «γερνάει»; Πώς τοποθετείται; Υπάρχουν μάστορες που μπορούν να αναλάβουν την τοποθέτησή του; Στη συνέχεια θα αναφερθούμε σε μερικά από τα πιο συνηθισμένα υλικά που βρίσκονται στην αγορά σήμερα.
Τύποι δαπέδων
Η πιο διαδεδομένη επιλογή για δάπεδα σπιτιών είναι το ξύλο. Ως υλικό που προέρχεται από τη φύση είναι «ζωντανό», χαρίζει ζεστασιά στο χώρο, ενώ παράλληλα προσφέρει την κομψότητα του κλασικού. Υπάρχουν πολλά είδη ξύλου καθώς και παράγωγά του που χρησιμοποιούνται για εσωτερικά δάπεδα - το καθένα με χαρακτηριστικά που ταιριάζουν περισσότερο ή λιγότερο σε συγκεκριμένες χρήσεις και γούστα. Για παράδειγμα, το teak, ένα σχετικά σκούρο σε χρώμα ξύλο, είναι σκληρό, δεν παρουσιάζει μεγάλες διαστολές ή συστολές με τις αλλαγές της θερμοκρασίας και είναι εξαιρετικά ανθεκτικό στην υγρασία και το νερό. Γι αυτόν το λόγο χρησιμοποιείται κατά προτίμηση σε μπάνια, σάουνες, γύρω από πισίνες, καθώς και για επένδυση δαπέδων σε σκάφη. Είναι ισόβενο (χωρίς ρόζους) και χαρίζει μια ομοιόμορφη αισθητική στο χώρο που καλύπτει. Είναι, όμως, ένα ξύλο εξωτικό που έρχεται από μακριά και βρίσκεται μόνο σε ορισμένα μέρη του κόσμου, συνεπώς είναι ακριβό και χρειάζεται προσοχή ώστε να μην αγοράσει κανείς απομιμήσεις.
Μασίφ ξύλο: Παλαιότερα, για την κατασκευή ξύλινων δαπέδων χρησιμοποιούνταν μόνο τα μασίφ, τα οποία προέρχονται από ολόκληρες σανίδες ατόφιου ξύλου κομμένες σε διάφορες διαστάσεις. Είναι αρκετά πιο ακριβό από τα άλλα ακριβώς γιατί διαμορφώνεται από μονοκόμματο ξύλο. Στο παρελθόν η μέθοδος τοποθέτησης περιοριζόταν στο «καρφωτό», αντιθέτως σήμερα ποικίλει και εξαρτάται από το χώρο, τη χρήση για την οποία προορίζεται καθώς και το είδος του δαπέδου που θα καλύψει. Η τιμή του ξεκινά περίπου από τα 34 ευρώ το τετραγωνικό, ενώ μπορεί να φτάσει μέχρι τέσσερις και πέντε φορές πιο πάνω ανάλογα με το ξύλο, το φάρδος της σανίδας ή το σχέδιο του παρκέ.
Προλουστραρισμένα δάπεδα: Κατασκευάστηκαν για πρώτη φορά στη Σουηδία το 1941, με το σκεπτικό να μειωθεί η κατανάλωση της δρύινης ξυλείας. Αποτελούνται από μια πρώτη στρώση ξύλου ανώτερης ποιότητας, η οποία είναι κολλημένη σε ένα υπόβαθρο από τρεις, συνήθως, επάλληλες στρώσεις ενός πιο κοινού ξύλου - κολλημένες μεταξύ τους χιαστί ώστε να εξασφαλίζεται η ανθεκτικότητα του προϊόντος και να περιορίζονται οι τάσεις παραμόρφωσής του. Τα προλουστραρισμένα δάπεδα είναι πιο φτηνά από τα μασίφ και κατάλληλα για ανακαινίσεις χώρων όπου η ταχύτητα αντικατάστασης έχει ιδιαίτερη σημασία.
Καπλαμάς: Μια σχετικά καινούρια μέθοδος κατασκευής παρκέτων με βάση το MDF, τη μοριοσανίδα ή το blockboard, στην οποία επικολλώνται εξαιρετικά λεπτά φύλλα ξύλου. Το πλεονέκτημα αυτών των δαπέδων είναι η χαμηλότερη τιμή σε σύγκριση με τα δάπεδα από ατόφιο ξύλο. Βέβαια, είναι πιο ευαίσθητα στη φθορά από την πλύση και τη συχνή χρήση.
Laminate: Στην ουσία πρόκειται για συνθετικά δάπεδα που έχουν την εμφάνιση του ξύλου. Η πάνω στρώση αποτελείται από ένα διάφανο, συνήθως, ακρυλικό ρετσίνι (melamine resin) που κάνει το laminate ανθεκτικό και προστατεύει τη φωτογραφική μεμβράνη που δίνει στο δάπεδο την εικόνα του ξύλου. Τα δάπεδα αυτά τοποθετούνται πλωτά ή κολλητά και γρήγορα, γι αυτό και προτιμούνται στις ανακαινίσεις. Είναι πιο οικονομικά από τα ξύλινα δάπεδα.
Φελλός: Ο φελλός είναι παράγωγο του ξύλου. Προέρχεται από το φλοιό του κορμού ενός τύπου βελανιδιάς, της Quercus Suber. Επειδή κόβεται σε λεπτές φέτες, μπορεί να τοποθετηθεί σε υφιστάμενο δάπεδο απευθείας, αλλιώς αγοράζεται σε πλακίδια ή σανίδες, οι οποίες είναι κατασκευασμένες κατά τον ίδιο τρόπο με τις σύνθετες σανίδες ξύλου που προαναφέραμε. Σαν υλικό είναι θερμό και ελαστικό, όσο και ηχομονωτικό. Γι αυτό ενδείκνυται για παιδικά δωμάτια.
Σιγουρευτείτε ότι όλα τα χτιστά στοιχεία (π.χ. οι τοίχοι, οι γυψοσανίδες κτλ.) έχουν ολοκληρωθεί πριν τοποθετηθούν τα δάπεδα, ώστε να αποφευχθούν τυχόν λάθη σε ύψη και επίπεδα.
Μάρμαρο, γρανίτης, λίθινες πλάκες: Το μάρμαρο και οι γρανίτες είναι υλικά πλούσια σε χρώματα και σχέδια που έχει δημιουργήσει η ίδια η φύση. Το μάρμαρο έχει διαμορφωθεί από θέρμανση και ψύξη ασβεστόλιθου σε συνδυασμό με συνθήκες πίεσης, γεγονός που δίνει την κρυσταλλική του δομή. Αυτή η δομή προσδίδει επιπλέον μια φωτεινότητα στο μάρμαρο, χαρακτηριστικό που μας κάνει να το προτιμούμε.
Οι γρανίτες δημιουργούνται από βάση χαλαζία, αστρίους και μίκες που αναμειγνύονται με τοπικά μεταλλεύματα και τη μαγματική ύλη από την οποία προέρχεται ο γρανίτης. Η ταχεία ψύξη όλου αυτού του μείγματος παράγει τους κρυστάλλους που χαρακτηρίζουν το πέτρωμα. Ο γρανίτης είναι πολύ σκληρό και ανθεκτικό υλικό και εύκολο στη συντήρηση. Η μεγάλη ποικιλία χρωματισμών και σχεδίων που προσφέρουν τα μάρμαρα και οι γρανίτες τα καθιστούν υλικά πολύ προσφιλή που μπορεί να ταιριάζουν σε κάθε χώρο. Επειδή, όμως, τόσο το μάρμαρο όσο και οι γρανίτες είναι σκληρά υλικά, δεν ενδείκνυνται για χώρους «ζεστούς», εκτός εάν χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό με ξύλο καθώς και με τα κατάλληλα χρώματα που θα λειτουργήσουν ως αντίβαρο στην ψυχρότητα.
Στη χώρα μας, οι σχιστόπλακες χρησιμοποιούνται κυρίως για αυλές, μπαλκόνια και γενικά για εξωτερικούς χώρους. Ολο και πιο συχνά όμως τις συναντάμε και σε εσωτερικούς. Σαν υλικό, ο σχιστόλιθος δε διαθέτει την ανθεκτικότητα του μαρμάρου ή του γρανίτη, είναι όμως πιο ζεστός και πιο οικονομικός. Το χρώμα του και η υφή του ταιριάζουν στη γήινη αισθητική του ελληνικού τοπίου.
Ολα τα υλικά που προέρχονται από την πέτρα πρέπει να έχουν περαστεί με ειδικά διαποτιστικά βερνίκια (sealers) ώστε να μη λεκιάζουν. Η τοποθέτηση των λίθινων πλακών γίνεται «κολλητά» ή «κολυμπητά» - και στις δύο μεθόδους το συνδετικό υλικό είναι το τσιμέντο. Στην περίπτωση του «κολυμπητού» δαπέδου, η πλάκα τοποθετείται πάνω σε στρώση τσιμεντοκονιάματος στερέωσης 2-3 εκ. πάχους, ενώ πρέπει να αποφευχθεί η προσθήκη ασβέστη σε αυτό. Στο κολλητό δάπεδο, ειδική κόλλα απλώνεται πάνω στο υπόστρωμα και αφού τοποθετηθούν οι πλάκες μπαίνει τσιμέντο στους αρμούς.
Πλακάκια ή κεραμικά πλακίδια: Είναι φτιαγμένα από πεπιεσμένο πηλό αναμειγμένο με νερό και ίχνη διαφόρων ορυκτών μαζί με λάσπη. Η ποιότητα του μείγματος που χρησιμοποιείται είναι εκείνη που προσδιορίζει την ανθεκτικότητα του προϊόντος. Η επιφάνειά τους διακοσμείται και σχεδιάζεται βάσει διαφόρων τεχνοτροπιών, με αποτέλεσμα να βρίσκουμε στην αγορά πληθώρα χρωμάτων και σχεδίων για όλα τα γούστα και τις χρήσεις.
Παλαιότερα η τοποθέτησή τους γινόταν με κονίαμα από άμμο και τσιμέντο. Τώρα χρησιμοποιούνται συγκολλητικά υλικά που έχουν αντικαταστήσει τις παλιές μεθόδους και κάνουν την τοποθέτησή τους πιο εύκολη και γρήγορη. Σημαντικό είναι το υπόστρωμα να είναι καθαρό, λείο και στεγνό για να μην εμποδίσει την πρόσφυση του συγκολλητικού μείγματος.
Τσιμεντοκονία: Η τσιμεντοκονία εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια ως εναλλακτική λύση στις υπόλοιπες μεθόδους και τα υλικά επίστρωσης δαπέδων. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο σε νεόδμητη οικοδομή όσο και για την ανακαίνιση χώρων. Εχει μεγάλη θερμική μάζα, οπότε ενδείκνυται για χρήση σε χώρους με μεγάλα ανοίγματα προς το νότο. Το φυσικό χρώμα του υλικού είναι το καφέ-γκρι του τσιμέντου/μπετόν, αλλά επιδέχεται ποικίλες χρωματικές προσμείξεις. Υπάρχουν διάφορες τεχνοτροπίες για την επεξεργασία της τσιμεντοκονίας - μπορεί να χρωματιστεί με ειδική βαφή που εμποτίζει το τσιμέντο αφού έχει στρωθεί ή να βαφτεί από πάνω με ειδικά προϊόντα που προστατεύουν την τσιμεντένια επιφάνεια. Στην προετοιμασία του δαπέδου πριν από την επίστρωση με τσιμεντοκονία, είναι πολύ σημαντικό το υπόστρωμα να είναι καθαρό, επίπεδο και λείο.
Επειδή η τσιμεντοκονία είναι ρευστό υλικό, προσφέρεται για δημιουργική σχεδίαση. Η τοποθέτηση ξύλινων διαχωριστικών σε οριζόντιες γραμμές ή ακόμη και τούβλων, μπορεί να χωρίσει το πάτωμα σε ζώνες ή απλά να δημιουργήσει κάποιο σχέδιο που θα έλθει στη συνέχεια να γεμίσει το τσιμεντοκονίαμα. Οι δυνατότητες είναι απεριόριστες, αρκεί να έχει κανείς κέφι και ιδέες.
Εναλλακτικές λύσεις
Στις μέρες μας έχουμε τη δυνατότητα να επιλέξουμε μέσα από μια μεγάλη γκάμα υλικών για δάπεδα που μπορεί να ικανοποιήσουν και τα πιο δύσκολα γούστα. Χρειάζεται ωστόσο να σκεφτούμε τις απαιτήσεις του συγκεκριμένου χώρου και να γίνει σωστή προετοιμασία του υποστρώματος. Γυάλινα πατώματα, μεταλλικές λαμαρίνες, ρητινούχα με βότσαλα είναι μόνο μερικές από τις επιλογές που μας δίνονται για τα δάπεδα - χωρίς να αναφέρουμε τις μοκέτες και τα λινέλαια που προσφέρονται στην αγορά.
Η χρήση δύο ή και περισσότερων διαφορετικών υλικών αρκεί για να διαχωρίσει τις λειτουργίες δύο χώρων μέσα σε ένα ενιαίο σύνολο, χωρίς να χρησιμοποιηθούν τοίχοι.