Άσκηση πλαστικότητας

21.08.2007
Δουλεμένο με τεχνικές όπως μόνο οι ντόπιοι μάστορες γνωρίζουν, ένα κτίσμα καμουφλάρει το σύγχρονο της κατασκευής του, ακολουθώντας αυθόρμητα τη σιφνέικη αρχιτεκτονική.

Ο αρχιτέκτονας Γιάννης Χριστοδουλάκης και η πολιτικός μηχανικός σύζυγός του, Δέσποινα Μιαούλη, νησιώτες κι οι δυο -όχι μόνο λόγω καταγωγής, αλλά κυρίως λόγω πεποίθησης- ήρθαν κάποτε τυχαία στη Σίφνο. Γνώρισαν τις χάρες της, γοητεύτηκαν και της... παραδόθηκαν! Πάνε κιόλας δέκα χρόνια από τότε που εγκαταστάθηκαν μόνιμα στο νησί, χτίζοντας ανάμεσα σε άλλα και το δικό τους σπίτι. Οι δουλειές τους χαρακτηρίζονται από το σεβασμό στις επιταγές της παράδοσης, αλλά και το ενδιαφέρον για τον υπάρχοντα ιστό και το φυσικό ανάγλυφο του τοπίου, ώστε τα κτίσματα να εντάσσονται πλήρως και να μοιάζουν σαν να ήταν εκεί από πάντα. Στο πλάι του Μοναστηριού του οικισμού της Βρύσης, πάνω σε ένα λόφο που βλέπει στο Κάστρο, βρίσκεται η κατοικία της οικογένειας Χριστοδουλάκη. Πλακόστρωτες αυλές σε διαφορετικά επίπεδα με εκπληκτική θέα, φέρνουν τους επισκέπτες στην κύρια είσοδο του οικήματος. Ακανόνιστες πλάκες στα πατήματα και ασπρισμένα ρίχτια στα σκαλοπάτια, ένα αλώνι που διαμορφώθηκε σε υπαίθριο καθιστικό, πεζούλες, ο παραδοσιακός φούρνος και μια πέτρινη κρήνη κοντά στην είσοδο, συνθέτουν τους εξωτερικούς χώρους που αγκαλιάζουν το σπίτι. Η μια πλευρά του οικήματος έχει χτιστεί σύρριζα στον γκρεμό, με τους θάμνους και τα δέντρα να σκαρφαλώνουν πάνω στον ασβεστωμένο τοίχο του. Φλάροι και «φρύδια» πάνω από τα παράθυρα είναι τα μοναδικά διακοσμητικά των όψεων, ενώ τα σκουροπράσινα, ξύλινα παντζούρια «γράφουν» έντονα στο λευκό του κτίσματος. Η πλαστικότητα της σύνθεσης των όγκων και η ανάγλυφη ματιέρα των τοίχων δημιουργούν την εντύπωση ενός κτίσματος πολύ παλιότερου απ ό,τι είναι στην πραγματικότητα, καθώς έχει δουλευτεί με τις παραδοσιακές τεχνικές που κατέχουν οι ντόπιοι μάστορες. Με επικεφαλής τον αρχιμάστορα Λευτέρη Κουλούρη, τον παλιό πετρά Αντώνη Ναδάλη και τον μαραγκό Κώστα Κόμη, ο αρχιτέκτονας συνεργάστηκε στενά με συνεργεία ντόπιων και χτίζοντας μάθαινε και «μυστικά» τους. Τα υλικά, ο τρόπος κατασκευής, η σύζευξη παραδοσιακών στοιχείων με τα σύγχρονα, αλλά προπάντων η προσοχή στη λεπτομέρεια, έδωσαν ένα σύγχρονο σπίτι με όλες τις ανέσεις, εναρμονισμένο με τον τόπο γεωγραφικά, ιστορικά και λαογραφικά. Εσωτερικά, τα ξύλινα ταβάνια με τράβες από καστανιές του Αγίου Ορους, τα δάπεδα με πλάκες Πηλίου και λευκούς αρμούς, όπως συνηθίζονται στη Σίφνο, τα βοτσαλωτά διακοσμητικά και οι τοίχοι που χτίστηκαν χωρίς οδηγούς (έτσι ώστε να μην υπάρχει πουθενά ορθή γωνία), χαρακτηρίζουν το χώρο και το ύφος του, ήδη από την κατασκευή του. Το τζάκι σχεδιάστηκε από τον Γιάννη Χριστοδουλάκη και τοποθετήθηκε ανάμεσα σε δυο μπαλκονόπορτες, οργανώνοντας έτσι νοητά τις λειτουργίες στο μεγάλο, ενιαίο χώρο που βλέπει προς το Αιγαίο.

Η τραπεζαρία με τα έπιπλα 19ου αιώνα που ήρθαν από το συριανό αρχοντικό της γιαγιάς της Δέσποινας, τοποθετήθηκαν στην πλευρά των παραθύρων της θάλασσας, ενώ απέναντι χτίστηκε ένας γωνιακός καναπές που ορίζει το καθιστικό. Τα κοντά, λευκά κουρτινάκια στα παράθυρα αφήνουν το φως και τις εικόνες της φύσης να μπαίνουν στο εσωτερικό. Παλιές κασέλες, αντικείμενα από ένα ταξίδι του ζευγαριού στην Ινδία και θεματικές συλλογές, δημιουργούν ένα χώρο πολύ προσωπικό και intellectuel. Η κουζίνα, μεγάλη και ανοιχτή προς το καθιστικό, οργανώθηκε δύο επίπεδα ψηλότερα. Δρύινα έπιπλα που φτιάχτηκαν από τον Κώστα Κόμη, ένα τραπέζι που ανοίγει και οι ψάθινες καρέκλες μαζί με παλιά μπακίρια και διάφορα κεραμικά, δίνουν μια πολύ «γήινη» αίσθηση στην απλόχωρη κουζίνα με το ξύλινο, παραδοσιακό ταβάνι. Η ιδιωτική ζώνη με τα υπνοδωμάτια και τα μπάνια είναι αποτραβηγμένη στο πίσω μέρος του κτίσματος. Το υπνοδωμάτιο του ζευγαριού έχει ακανόνιστο σχήμα και ξύλινο πάτωμα, ενώ το ένα πλάι του χτιστού κρεβατιού προεκτείνεται σε πεζούλα. Το κεφαλάρι από μασίφ σίδερο και η κρεμασμένη από το ταβάνι κουνουπιέρα από την Ινδία, παρεμβαίνουν ριζικά στο στιλ της χτιστής κατασκευής. Οι συριανές αντίκες από το αρχοντικό της γιαγιάς, βρήκαν καινούριο νησί και στέγη κι εξακολουθούν να εξυπηρετούν όσο και να συγκινούν τους κτήτορες.

Το μπάνιο είναι ένα λευκό, «ιδιαίτερο» δωμάτιο με σοβά και πεντελικό μάρμαρο, ταβάνι από καστανιές και δάπεδο στρωμένο με πλάκες Πηλίου, που καθόλου δε θυμίζει τα γυαλιστερά, μοντέρνα μπάνια. Αντί για λινοθήκη υπάρχουν ξύλινα ράφια, μια παλιά κομότα και το λαβομάνο της γιαγιάς, απλίκες με φυσητά γυαλιά από την Κρήτη, μια κιτρινισμένη γκραβούρα της Σίφνου και παλιά, μπρούντζινα αντικείμενα τουαλέτας, που δίνουν έναν αέρα αρχοντιάς και αποδίδουν με προσωπικό τρόπο την έννοια της καθημερινής πολυτέλειας. Η συνύπαρξη των οικογενειακών κειμηλίων με καινούρια, αγαπημένα αντικείμενα, η επιλογή φυσικών υλικών που χρωματίζουν το χώρο και κυρίως η απλότητα και η φιλική διάθεση, είναι όσα χαρακτηρίζουν το σιφνέικο σπίτι του Γιάννη και της Δέσποινας. Η παράδοση συναντιέται με τη σύγχρονη διαρρύθμιση, που εξασφαλίζει όλες τις ανέσεις και αποδεικνύει ότι το παρελθόν μπορεί να συνυπάρχει αρμονικά με το παρόν.