Σκηνικό εποχής

28.02.2016
Ο σκηνογράφος Μανόλης Παντελιδάκης μετέτρεψε ένα εργοστάσιο του 1900 σε εργαστήριο και σπίτι, αναπαράγοντας ένα σκηνικό εποχής, με απολύτως σύγχρονο τρόπο.

Η εξώπορτα ενός ακόμη νεοκλασικού σπιτιού στου Μακρυγιάννη δεν σε προδιαθέτει γι’ αυτό που πρόκειται να αντικρίσεις: Εναν τεράστιο, ενιαίο βιομηχανικό χώρο, με ένα γλυκό φως να διαχέεται από τα μεγάλα παράθυρα που βλέπουν σε ένα αίθριο, με εσωτερικές ξύλινες σκάλες που οδηγούν σε μια κατοικία. Αυτή την απίστευτη έκπληξη βίωσε ο Μανόλης Παντελιδάκης μπαίνοντας για πρώτη φορά πριν από 20 χρόνια στο άδειο, εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο επίπλων της διακεκριμένης οικογένειας Φιλιππάκη, ένα κτίριο του 1900. «Ηταν ό,τι πιο γοητευτικό είχα δει ποτέ! Τρελάθηκα!», θυμάται. Και αποφάσισε αμέσως να το κάνει γραφείο και κατοικία του, δημιουργώντας το σκηνικό που υπέθεσε ότι υπήρχε εκεί κάποτε, με έπιπλα και αντικείμενα που αγόρασε από παλαιοπωλεία –«σαν να πηγαίνεις στο ενεχυροδανειστήριο και να παίρνεις πίσω τα πράγματά σου», σχολιάζει ο ίδιος. «Φυσικά, δεν βρήκα τα ίδια, εννοώ ότι σε μια λογική σεναρίου, δεν μου είναι δύσκολο να πλάσω μια ιστορία». Εξάλλου, αυτή είναι η δουλειά του γνωστού σκηνογράφου, που έχει υπογράψει πολλά και διαφορετικού τύπου επιτυχημένα θεάματα και, παρά την κρίση, εξακολουθεί να είναι υπερδραστήριος.

Στην είσοδο του γραφείου του, ο Μανόλης Παντελιδάκης δημιούργησε έναν χώρο υποδοχής και έστρωσε το δάπεδο με παλιά ξύλα τα οποία προμηθεύτηκε από σπίτια υπό κατεδάφιση, ενώ στον «καθαρόαιμο» χώρο εργασίας, δύο σκαλάκια χαμηλότερα, διατήρησε το αυθεντικό βιομηχανικό δάπεδο, όπως και στην κατοικία του τα υπέροχα δρύινα πατώματα.

Κάθε 5-6 χρόνια, αλλάζει την «ιστορία» του επαγγελματικού του χώρου. Στη σύγχρονη εκδοχή του, όλα είναι πιο λευκά και ξεκούραστα, «σαν να πέρασε ένα διάφανο, άσπρο φιλμ πάνω σε μια φωτογραφία», εξηγεί. Και αντί για τα πολλά μικρά γραφεία των συνεργατών του, δημιουργήθηκε ένα τεράστιο τραπέζι οκτώ μέτρων, που συνοδεύεται από πολλές και διαφορετικές καρέκλες, μαύρες-άσπρες, δίνοντας περισσότερο χώρο στη συζήτηση και εκφράζοντας έναν πιο συνεργατικό, conceptual τρόπο δουλειάς. «Εφυγε η έννοια του εργαστηρίου και έγινε ένας τόπος συνάντησης», θα πει ο ίδιος. Στους τοίχους, ο Μανόλης, αντί να κρεμάσει πίνακες, έγραψε με μεγάλα γκρι γράμματα την άποψή του για την Τέχνη. Οσο για τον χώρο υποδοχής, όπου φιλοξενούνται οι βιβλιοθήκες, γεμάτες με άπειρα βιβλία αλλά και με τις συλλογές του από παλιά εργαλεία, το μεγάλο ξύλινο τραπέζι με τις καρέκλες εποχής, οι πολυθρόνες από έναν παλιό κινηματογράφο, εξακολουθεί να θυμίζει… οικογένεια Φιλιππάκη. «Τώρα το έχω κάνει απλώς λίγο πιο σύγχρονο, λίγο, μη φανταστείς», παρατηρεί χαμογελώντας. Ωστόσο, το σπίτι του, που συνδέεται με το γραφείο χάρη στην εκατόχρονη ξύλινη σκάλα, διατηρήθηκε όπως το είχε πρωτοφτιάξει πριν από 20 χρόνια: Με τις πατίνες, τις ξύλινες προσθήκες στους τοίχους και το μαρμάρινο τζάκι που κατασκεύασε αναπαράγοντας τη γοητευτική ατμόσφαιρα της εποχής, με αντίκες, ιδιοκατασκευές αλλά και σύγχρονα κλασικά έπιπλα. Ενώ στον επόμενο όροφο, εκεί όπου κάποτε ήταν τα πλυσταριά και οι βοηθητικοί χώροι, ο Μανόλης διαμόρφωσε το υπνοδωμάτιό του, κάτω από μια υπέροχη ξύλινη οροφή. Ενα λιτό, κομψό ησυχαστήριο που, όντας διαμπερές, αντικρίζει τις δύο μεγάλες βεράντες με τους καταπράσινους κήπους που έχει διαμορφώσει. Μέσα στο απόλυτο κέντρο της Αθήνας.

Κείμενο: Ντόση Ιορδανίδου, Φωτογραφίες: Τάκης Σπυρόπουλος