Κουζίνα με (ελληνική) ψυχή

15.12.2009
Για την πιο αστεία, πιο νόστιμη και πιο... ελληνική κωμωδία των τελευταίων χρόνων, το «Soul Kitchen» του Τουρκογερμανού Φατίχ Ακίν μιλά ο πρωταγωνιστής της Αδάμ Μπουσδούκος

Ο Ελληνογερμανός Αδάμ Μπουσδούκος ξέρει από ηθοποιία - πρωτοεμφανίστηκε το 1995 στο μικρού μήκους φιλμ «You are - the one» του τουρκικής καταγωγής παιδικού του φίλου Φατίχ Ακίν.

Ξέρει από μουσική - εκτός από σόουλ και χιπ χοπ, έχει ξεσκονίσει και την ελληνική δισκογραφία, από Καζαντζίδη μέχρι Σιδηρόπουλο. Ξέρει κι από ελληνική και διεθνή κουζίνα - είχε για 10 χρόνια το εστιατόριο «Taresna» σε μια βιομηχανική συνοικία του γενέθλιού του Αμβούργου. Τι πιο λογικό λοιπόν από το να μαζέψει γνώσεις κι εμπειρίες για να βοηθήσει τον Ακίν στο στήσιμο του «Soul Kitchen» («Κουζίνα με ψυχή»), της πιο αστείας, πιο νόστιμης και πιο... ελληνικής κωμωδίας των τελευταίων χρόνων, όπως θα διαπιστώσουν οι σινεφίλ από την Πέμπτη.


Πώς έτυχε να εμπλακείτε στο «Soul Kitchen»;
Ημουν στο σχέδιο από την αρχή, από το 2003. Επειδή εκτός από ηθοποιός δούλευα τότε και ως εστιάτορας αλλά και ως ντι-τζέι ο Φατίχ, που ήταν θαμώνας του μαγαζιού, μου ζήτησε να του πω ιστορίες από τις καθημερινές μου εμπειρίες. Μ’ αυτά και μ’ αυτά δημιουργήθηκε ένα υποτυπώδες στόρι το οποίο και πήρε σιγά σιγά σε μια διάρκεια πέντε χρόνων τη μορφή ενός σεναρίου. Πολλή δουλειά, αλλά χρήσιμη για μένα και ως επαγγελματία και ως άνθρωπο. Ηταν επίσης σπουδαία ευκαιρία γιατί το φιλμ θα γυριζόταν στο κέντρο του Αμβούργου που είναι η ίδια η ζωή μου.

Πάντως δεν πρέπει να υπήρχε αμφιβολία ότι θα υποδυθείτε έναν Ελληνα...
Καμία. Επρεπε να παίξω τον ρόλο που με αφορούσε. Με τον Φατίχ δουλέψαμε σχολαστικά πάνω στο σενάριο, και ο χρόνος παρότι μακρύς λειτούργησε υπέρ μας γιατί το Αμβούργο άλλαξε διαρκώς σε αυτό το διάστημα στην πόλη.
Από τη μια η ραγδαία οικοδόμηση, ο εκσυγχρονισμός των παλιών βιομηχανικών περιοχών και ο αυξανόμενος πληθωρισμός, κι από την άλλη οι εργάτες να αμείβονται με τα ίδια χρήματα που έπαιρναν πριν από 30 χρόνια και να αντιμετωπίζουν πρόβλημα διαβίωσης. Πίσω από το χιούμορ νομίζω πως η ταινία το θίγει αυτό το πρόβλημα.
Κι εγώ το έζησα από πρώτο χέρι ως παιδί Ελλήνων μεταναστών που εγκαταστάθηκαν για οικονομικούς λόγους στη Γερμανία και δούλεψαν πολύ σκληρά.

Ενας από τους βασικούς πρωταγωνιστές της ταινίας είναι η μουσική. Πόσο σημαντική πιστεύετε πως είναι στη ζωή των μεταναστευτικών κοινοτήτων και ειδικά των Ελλήνων;
Η ελληνική κουλτούρα έχει αυτό το υπέροχο χαρακτηριστικό - οι άνθρωποι να μαζεύονται γύρω από ένα τραπέζι γεμάτο μεζεδάκια, να τσιμπολογάνε, να παίζουν μουσική και να χορεύουν. Αυτό που λέμε «παρέα», που λέμε φιλία. Δοκιμάζουμε όλοι ο ένας τον φαγητό του άλλου και διασκεδάζουμε μαζί. Ετσι είναι και στο «Soul Kitchen». Ο καθένας συνεισφέρει κάτι διαφορετικό σε γεύσεις, σε μουσική, σε χρώματα. Ετσι άλλωστε είναι και το Αμβούργο που τα τελευταία κυρίως χρόνια έχει γίνει πολύ πιο πολυεθνικό. Μου αρέσει αυτό.

Και η Ελλάδα όπου ταξιδεύετε συχνά;Αλλο πράγμα. Τη λατρεύω την Ελλάδα. Μπορεί εργασιακά τα πράγματα να είναι χειρότερα από ό,τι στη Γερμανία, αλλά η ζωή νομίζω είναι καλύτερη λόγο κλίματος και ψυχοσύνθεσης.

Προς τι η επιλογή να είναι μια κωμωδία το «Soul Kitchen» κι όχι ένα δράμα;
Γιατί η ζωή είναι σαν τα μαθηματικά. Οταν κάποιος γελάει κάποιος άλλος κλαίει. Η καρδιά έχει πάντα δύο πλευρές. Κάποιος μπορεί να γελάει επειδή μέθυσε χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν πονάει. Νομίζω πως αυτά τα δύο στοιχεία χρειάζονται το ένα το άλλο.

Και την αίσθηση του χιούμορ της ταινίας, πώς θα τη χαρακτηρίζατε;
Κοιτάξτε, οι Γερμανοί έχουν ένα χιούμορ ξερό, ανέκφραστο, συχνά βάναυσο.
Εμείς, ο Φατίχ κι εγώ, πήραμε αυτό το στοιχείο, το αναμείξαμε με το σλάπστικ του Τσάπλιν και την παραδοσιακή γαλλική κωμωδία που μας αρέσουν πολύ, και προσπαθήσαμε να το δουλέψουμε όλο αυτό μέσα από το ιδιαίτερο χιούμορ της δικής μας κουλτούρας, της ελληνικής και της τουρκικής, που είναι πολύ κοντά στην αίσθηση του χιούμορ.

Ως ηθοποιός είχατε κάποια «κωμική» επιρροή;
Τον Βέγγο. Σαν παιδί τρελαινόμουν για τις κωμωδίες του. Θυμάμαι μια σκηνή σε μια ταινία όπου έτρωγε μανιωδώς μακαρόνια, μπουκωνόταν. Προσπάθησα να κάνω κάτι ανάλογο στις σκηνές του «Soul Kitchen» που απαιτούσαν να τρώω γρήγορα και με όρεξη.


Συνέντευξη: Ρόμπυ Εκσιέλ