Από τον Μανώλη Κρανάκη
Ο κόσμος ρωτάει συνεχώς αν μπορώ να κάνω κι άλλα πράγματα και να αφήσω τον Μποντ πίσω μου. Ειλικρινά μπορώ. Αυτό είναι το πιο εύκολο για μένα. Δεν ζω τη ζωή μου αναζητώντας τρόπους να συναγωνιστώ τον Μποντ.»
Ο Ντάνιελ Κρεγκ είναι σαφής. Θύμα της μεγαλύτερης επίθεσης που δέχτηκε στην πρόσφατη κινηματογραφική ιστορία ηθοποιός επειδή επιλέχθηκε ανάμεσα σε πολλούς να υποδυθεί τον Τζέιμς Μποντ μετά την υπερεπιτυχημένη θητεία του Πιρς Μπρόσναν, ο Κρεγκ κέρδισε όλα τα πιθανά και απίθανα στοιχήματα που μπήκαν ποτέ. Εφερε το ρετρό ήρωα στο σήμερα, όχι μόνο χωρίς ίχνος απώλειας, αλλά αντίθετα προσθέτοντάς του επιπλέον ικανές δόσεις ανδρισμού, κόκκινου (κατακόκκινου) αίματος, έξτρα γοητείας και τα περισσότερα εκατομμύρια δολάρια που συγκέντρωσε ποτέ ταινία με ήρωα τον 007.
Ο Ντάνιελ Κρεγκ δεν μπορεί παρά να είναι σαφής. Γνωρίζει καλά πως μπορείς να αφήσεις τον Μποντ πίσω σου αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ο Μποντ δεν θα σε ακολουθήσει μόλις εσύ γυρίσεις την πλάτη. Το παράδειγμα των Σον Κόνερι, Ρότζερ Μουρ, Τζορτζ Λάζενμπι, Τίμοθι Ντάλτον και Πιρς Μπρόσναν θα αρκούσε αν ο Ντάνιελ Κρεγκ δεν διέφερε αισθητά και από τους πέντε προκατόχους του, όχι μόνο επειδή είναι ξανθός και μάλιστα ο πρώτος ξανθός που υποδύθηκε ποτέ τον Μποντ ούτε επειδή ήταν ο πρώτος ηθοποιός που υποδύθηκε τον Μποντ όντας γεννημένος μετά την πρώτη κινηματογραφική περιπέτεια του Βρετανού μυστικού πράκτορα, γεγονός αυτό το τελευταίο που ακόμη και ερήμην του τού προσδίδει ένα σχεδόν μεταφυσικό προβάδισμα τόλμης. Ο Ντάνιελ Κρεγκ είναι σαφής και διαφέρει από οποιονδήποτε ξεστόμισε ποτέ το «Μy name is Bond, James Βond» επειδή πριν από τον Μποντ, πολύ πριν από τον Μποντ, υπήρξε ηθοποιός. Και μάλιστα ένας από τους καλύτερους της γενιάς του, με θητεία στο βρετανικό θέατρο ό,τι και να σημαίνει αυτό! και επιλογές που δύσκολα θα δικαιολογούσαν το ότι υπήρξε με διαφορά ένας από τους καλύτερους Μποντ όλων των εποχών. Ηδη.
«Πάντοτε ήθελα να γίνω ηθοποιός. Είχα το θράσος να πιστεύω ότι δεν θα μπορούσα ποτέ να κάνω κάτι άλλο», είχε δηλώσει ο Κρεγκ πολύ πριν λήξει το συμβόλαιο του Πιρς Μπρόσναν ως Τζέιμς Μποντ και πολύ πριν το Χόλιγουντ ανακαλύψει πως στη Μεγάλη Βρετανία βρίσκεται ένας νέος ηθοποιός που μπορεί να είναι ο γυμνός «εραστής» του Φράνσις Μπέικον στο Η Αγάπη είναι ο Διάβολος του Τζον Μέιμπουρι και την ίδια στιγμή ένας «πλαστικός» action hero στο πλευρό της Αντζελίνα Τζολί στις περιπέτειες της Λάρα Κροφτ, η ιδανική ενσάρκωση του ποιητή Τεντ Χιουζ στο Sylvia για τη ζωή της καταραμένης ποιήτριας Σίλβια Πλαθ μαζί με την Γκουίνεθ Πάλτροου και ταυτόχρονα ένας από τους διεθνείς τρομοκράτες στο Μόναχο του Στίβεν Σπίλμπεργκ.
Και το Χόλιγουντ, όπως είναι γνωστό, δεν αργεί ποτέ. Τοποθετώντας τον Κρεγκ πρώτο στη λίστα των εισαγωγών θα φρόντιζε από νωρίς να τον κάνει αρχικά γνωστό σε ένα μικρότερο κύκλωμα «ανεξάρτητων» παραγωγών και σινεφίλ θεατών πριν τον θέσει αντιμέτωπο με τη μεγαλύτερη απόφαση που έπρεπε να πάρει στη μέχρι σήμερα ζωή του.
Το «ναι» που θα έλεγε ο Κρεγκ στους παραγωγούς του Τζέιμς Μποντ μετά από πολλά αυτοσχέδια μαρτίνι (αυτό που θα οδηγούσε ορδές φανατικών θαυμαστών του 007 να τον κατασπαράξουν πριν καν τον δουν να πυροβολεί!) ήταν αρκετό για να μπορεί σήμερα ο Κρεγκ να είναι ένα από τα 115 καινούργια μέλη της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου και Επιστημών (που είναι στην πραγματικότητα υπεύθυνη για την απονομή των βραβείων Οσκαρ) και ο πιο ακριβοπληρωμένος Βρετανός ηθοποιός αυτή τη στιγμή στον πλανήτη (εκτός από πιο σέξι, πιο καλοντυμένος, πιο...).
Η δέσμευσή του για ακόμη δύο ταινίες του Τζέιμς Μποντ (νούμερο 22 και 23 αντίστοιχα) του απέφερε 10 και 16 εκατομμύρια για την καθεμία από αυτές και το σύνολο (26 εκατομμύρια δολάρια) είναι πάνω από το διπλάσιο του αρχικού ποσού που είχε συμφωνήσει ο Κρεγκ πριν το Casino Royale αγγίξει τα 600 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως. Μετά από όλα αυτά, θα μπορούσε να μείνει ήσυχος και ικανοποιημένος στο σπίτι του διαβάζοντας το επόμενο σενάριο για τον Τζέιμς Μποντ ή να συνεχίσει τις διακοπές του στη νότια Γαλλία με την κόρη του, με τις επευφημίες για την επιτυχία του να ηχούν ακόμη σαν το καλύτερο δώρο που του έκαναν ποτέ. Ο Ντάνιελ Κρεγκ, όμως, όπως ειπώθηκε ξανά, είναι ηθοποιός, και μάλιστα ένας από αυτούς που ξεκίνησαν από τα 16 τους χρόνια να δουλεύουν, και όπως ο ίδιος ομολογεί δεν μπορεί την απραξία.
Και η Εισβολή ήταν απλώς η καλύτερη περίπτωση. Σκηνοθετημένη από τον Ολιβερ Χιρσμπίγκελ, τον Γερμανό σκηνοθέτη που είχε εντυπωσιάσει πριν από δύο χρόνια με την Πτώση για τις τελευταίες μέρες του Χίτλερ, η Εισβολή στην οποία ο Κρεγκ πρωταγωνιστεί μαζί με τη Νικόλ Κίντμαν βασίζεται στο διάσημο βιβλίο επιστημονικής φαντασίας του Τζακ Φίνεϊ και κατέχει το εντυπωσιακό ρεκόρ να είναι η τέταρτη ταινία που γεννιέται από το ίδιο βιβλίο με την ιστορία της εξωγήινης επιδημίας που καταλαμβάνει το ανθρώπινο είδος ως μια απάντηση στην ανθρώπινη απληστία.
«Μου αρέσουν οι ταινίες που εκτός από τη δράση τους σε κάνουν να σκέφτεσαι. Η Εισβολή είναι μια τέτοια ταινία», δήλωσε παρ όλη την παραφιλολογία που έφερε την ταινία να δυσαρεστεί τους παραγωγούς, οι οποίοι ανάγκασαν τους ηθοποιούς να κάνουν συμπληρωματικά γυρίσματα προκειμένου να τονώσουν «εμπορικά» την ταινία.
Μέχρι και το Νοέμβριο του 2008, οπότε είναι προγραμματισμένη η καινούργια περιπέτεια του Τζέιμς Μποντ, ο Κρεγκ θα βρίσκεται σχεδόν μονίμως στις αίθουσες, αφού μετά την Εισβολή ακολουθεί το His Dark Materials: The Golden Compass, βασισμένο στη σειρά best seller βιβλίων του Φίλιπ Πούλμαν (όπου συμπρωταγωνιστεί ξανά με τη Νικόλ Κίντμαν), το Ι Lucifer όπου υποδύεται τον Διάβολο και το ανεξάρτητο Flashbacks of a Fool όπου υποδύεται έναν ηλικιωμένο σταρ του Χόλιγουντ ο οποίος με αφορμή την κηδεία του καλύτερου φίλου του θυμάται ολόκληρη τη ζωή του.
Ο Ντάνιελ Κρεγκ το είπαμε είναι από άλλον πλανήτη. Κόντρα σε κάθε πρόβλεψη (και κάθε καταραμένη κληρονομιά που κρατούσε όποιον ηθοποιό υποδύθηκε τον Μποντ μακριά από άλλες ταινίες), είναι σίγουρος πως μπορεί ο Μποντ να του δώσει τη μοναδική ευκαιρία στη ζωή του να γράψει τη δική του Ιστορία στον πλανήτη Σινεμά, αλλά και πως κανείς δεν θα ήταν τόσο αφελής ώστε να πιστέψει πως αυτή η ευκαιρία μπορεί να χαθεί από τη μια μέρα στην άλλη.
Οσο για τον επόμενο Μποντ, τα πράγματα γι αυτόν είναι μάλλον πιο απλά και σαφώς πιο μονοδιάστατα: «Νομίζω πως θέσαμε τη γενικότερη ιδέα πως υπάρχει οργάνωση. Ο Μποντ πρέπει αυτή τη φορά να ασχοληθεί και με την ιδέα της εκδίκησης επειδή έχασε το κορίτσι του. Νομίζω πως η διαδικασία της μεταμόρφωσής του σε Μποντ δεν έχει ακόμη τελειώσει. Ο Μποντ είναι πανέξυπνος αλλά δεν παίρνει πάντα τη σωστή απόφαση. Θέλω να συνεχίσω αυτό που θέσαμε στην πρώτη ταινία. Κάναμε μια καλή ταινία και θέλω μία ακόμη καλή ταινία.»