Με αφετηρία μια παράξενη δολοφονία στο Λούβρο, δύο κυνηγημένοι από την αστυνομία αναζητούν το Ιερό Δισκοπότηρο...
«Είναι πολύ ειρωνικό το γεγονός ότι ενώ παρακολουθούμε μια ταινία για τη Μαγδαληνή και το ιερό θηλυκό, ο πρωταγωνιστικός γυναικείος ρόλος είναι τόσο παθητικός» σχολίασε ψιθυριστά μια υποψιασμένη φίλη, λίγο πριν το τέλος της πολύκροτης κινηματογραφικής μεταφοράς του best seller φαινόμενο του Νταν Μπράουν. «Ετσι είναι και στο βιβλίο;» αναρωτήθηκε.
Οχι. Η Σοφί του Μπράουν είναι μια δυναμική, πανέξυπνη, γεμάτη εποικοδομητική περιέργεια, σέξι, ζουμερή και χειροπιαστή γυναίκα. Από εκείνες που, όταν μπαίνουν σε ένα δωμάτιο, οι συζητήσεις σταματούν και τα βλέμματα στρέφονται προς το μέρος της. Απέναντί της, ο Ρόμπερτ Λάνγκτον είναι ο ευφυής μα σεμνός, διακριτικός αλλά ουσιαστικός, αθόρυβος ήρωας. Από εκείνους τους άνδρες που ακούν, δεν φοβούνται την αντίθετη άποψη και δεν νιώθουν την ανάγκη να επιβάλουν τη δική τους. Στη πρώτη τους συνάντηση, στο Λούβρο, εκείνη ηγείται, δρα και τον προκαλεί να αντι-δράσει. Αργότερα, στο Σατό Βιλέτ, εκείνος γίνεται οδηγός της στις εξελίξεις. Ολο (μα όλο) το υπόλοιπο διάστημα, πριν, μετά, και μέχρι το τέλος, η Σοφί και ο Ρόμπερτ είναι ισότιμοι συνεργάτες. Μέντορας και ταυτόχρονα μαθητευόμενος ο ένας του άλλου, αλληλοσυμπληρώνονται απόλυτα: ανταλλάσσουν διαρκώς γνώσεις, μνήμες και ιδέες, μοιράζονται τις ευθύνες και τα ρίσκα, έσονται εις... νου έναν, μαζί λύνουν το μυστήριο και (τελικά) ερωτεύονται.
Η Σοφί του Χάουαρντ και της Τοτού, αντίθετα, είναι ένα σαστισμένο, συνήθως, παθητικό, αναποφάσιστο, στεγνό, ασεξουαλικό και ανέγγιχτο κοριτσόπουλο. Απέναντί της, ο Ρόμπερτ του -απλά επαρκή- Χανκς, που κινείται λίγο πολύ στο ίδιο μήκος κύματος με τον λογοτεχνικό ήρωα, την κάνει να μοιάζει απλά διακοσμητική. Γιατί μπορεί στην πρώτη τους συνάντηση εκείνη να βρίσκει το κουράγιο να τον βοηθήσει να αποδράσει, αλλά, από εκεί και πέρα, εκείνος κάνει μόνος του παιχνίδι, βρίσκοντας αβοήθητος τις κατάλληλες απαντήσεις στις απορίες που τους κατατρύχουν. Εκείνη απλά τον συνοδεύει, ανάξια της καταγωγής της και της εμπιστοσύνης που της έδειξε ο παππούς της. Μεταξύ τους δεν γεννιέται καμία χημεία ή διαλεκτική σχέση. Επί της οθόνης, η Σοφί και ο Ρόμπερτ δεν γίνονται συνειδητοποιημένοι συνοδοιπόροι, αλλά κατ ανάγκη συνεπιβάτες - ο ένας στο τιμόνι και η άλλη στη γαλαρία.
Αυτή η επιλογή, όσον αφορά την ηρωίδα του, δεν εμποδίζει τον Χάουαρντ να φτιάξει ένα αρκούντως διασκεδαστικό (ιδιαίτερα για όσους δεν έχουν διαβάσει το βιβλίο) θρίλερ, που, αν και περιστασιακά φαντάζει προβλέψιμο ή κατά λάθος αστείο, καθώς προσπαθεί υπερβολικά να μην προσβάλει κανέναν (απαλύνοντας τις πιο αιχμηρές απόψεις του βιβλίου), παρακολουθείται με ενδιαφέρον χάρη στο μεγαλοφυές one-man-show του ΜακΚέλεν και τον τρόπο που φωτίζει και χρωματίζει τα πλάνα του ως αναγεννησιακούς πίνακες.
Εξαιτίας όμως αυτής της επιλογής του και τον συνεπειών της, ο Χάουαρντ σκοτώνει (επίτηδες;) το πνεύμα του βιβλίου του Μπράουν. Εκείνο που αναπνέει από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα, τον πρόλογο μέχρι και τις ευχαριστίες του συγγραφέα, πέρα από τις θεωρίες συνωμοσίας, την ανατρεπτική ανάγνωση της Ιστορίας ή της τέχνης, την αναγωγή του σεξ σε θρησκευτική εμπειρία και την αποκατάσταση του ονόματος της Μαρίας Μαγδαληνής: την ανάγκη να επέλθει επιτέλους πραγματική ισορροπία μεταξύ των δύο φύλων, της αρσενικής και της θηλυκής ενέργειας, της λεπίδας και του δισκοπότηρου. Σε κάθε πτυχή της ζωής μας. Τώρα περισσότερο από ποτέ.
ΙΩΑΝΝΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ