ο μόνο ελάττωμα της τελευταίας ταινίας του Μαξ Οφίλς είναι το μέγεθος της. Σε μια σπάνια στιγμή για το έτσι κι αλλιώς μεγεθυμένο σινεμά του, ο άπατρις Οφίλς αποφάσισε πως το κύκνειο άσμα του έπρεπε να είναι θανατηφόρα όμορφο, υπέρμετρα φιλόδοξο, εξωφρενικά χρωματιστό, αναπάντεχα πυκνό. Το παράδοξο δεν είναι όμως οι προθέσεις του δημιουργού της που πέθανε δύο χρόνια μετά, βλέποντας το κύκνειο άσμα του να προκαλεί εκ διαμέτρου αντίθετες αντιδράσεις και να κόβεται χωρίς τη θέληση του, αλλά το γεγονός ότι η «Λόλα Μοντές» είναι τελικά όλα αυτά.
Ενα ντελιριακό ημερολόγιο μιας μυθιστορηματικής ζωής που υπό κανονικές συνθήκες δεν θα μπορούσε ποτέ να γραφτεί ?πόσω μάλλον να διαβαστεί? με εικόνες. Και που ο Οφίλς, κόντρα σε κάθε κινηματογραφική σύμβαση, το σκηνοθετεί τραβώντας στα άκρα κάθε εκφραστικό του μέσο: μονοπλάνα που θαμπώνουν, σκηνές πλήθους ενορχηστρωμένες με δαιμόνια τεχνική, ακύρωση του κινηματογραφικού χρόνου στη λογική του «Πολίτη Κέιν», σκηνικά και κοστούμια πέρα από κάθε έννοια του μπαρόκ, τράβελινγκ που στις διαστάσεις του σινεμασκόπ κόβουν την ανάσα.
Υποταγμένος στην πεποίθηση της ηρωίδας του ότι «για μένα όλα είναι κίνηση», ο Οφίλς αφηγείται τις κατά βάσιν αδιάφορες περιπέτειες ?ερωτικές και μη- της Λόλα Μοντές σαν να επρόκειτο για τα σημαντικότερα γεγονότα που άκουσε ποτέ. Και δεν σταματάει πουθενά καθώς ?όπως η Λόλα πριν πηδήξει στο κενό? σκαρφαλώνει αυτοκτονικά στα ύψη ενός πρωτοφανούς μελαγχολικού σχολίου πάνω στη ζωή ως θέαμα, το σινεμά ως τσίρκο, τον θεατή ως αδηφάγο ηδονοβλεψία που ικανοποιείται μόνο όταν γίνει μάρτυρας μιας ιστορίας μεγαλύτερης από τη δική του.
Μπορεί ο Αντριου Σάρις, ένας από τους μεγαλύτερους Αμερικανούς κριτικούς κινηματογράφου να υπήρξε εξαιρετικά παρορμητικός όταν χαρακτήρισε την «Λόλα Μοντές» ως την «καλύτερη ταινία που γυρίστηκε ποτέ», αλλά είναι αλήθεια πως όποιος γίνεται μάρτυρας του μεγαλείου της δύσκολα μπορεί να μην είναι ... υπερβολικός.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΡΑΝΑΚΗΣ
H συναρπαστική και τραγική ιστορία της «πιο σκανδαλώδους γυναίκα στον κόσμο», όπως την αφηγείται η ίδια η Λόλα Μοντές ως κεντρική ατραξιόν ενός τσίρκου, όπου κάθε βράδυ πραγματοποιεί με κίνδυνο της ζωής της τη διάσημη και θεαματική πτώση της στο κενό.