Τριλογία της «εξημερωμένης» Δύσης, μέρος τρίτο και τελευταίο: στην «Παρακμή Της Αμερικάνικης Αυτοκρατορίας» (1987) ο Ντενί Αρκάν εξερευνούσε τη διακριτική γοητεία της μεταμοντέρνας ανίας, ενώ στην «Επέλαση Των Βαρβάρων» (2003) οι ήρωές του συνέχιζαν να φλυαρούν κρατώντας το χέρι ενός ετοιμοθάνατου (το alter ego του σκηνοθέτη αλλά και της εποχής των ιδεολογιών). Νομοτελειακά, η «Εποχή Του Σκότους» (αυθεντικός τίτλος της ταινίας) θα ξημέρωνε αργά ή γρήγορα στον φιλμικό ορίζοντα του σκηνοθέτη από το Κεμπέκ. Και θα έφερνε μαζί της ένα σύμπαν δυσβάσταχτης υστερίας και απομόνωσης: η πολιτική ορθότητα ως η νέα μορφή ηλιθιότητας, τα αντιτρομοκρατικά και αντικαπνιστικά κυνήγια μαγισσών, ο δημόσιος χώρος ως ένα απέραντο νοσοκομείο.
Βρισκόμαστε ενώπιον ενός νέου Μεσαίωνα, υποστηρίζει ο Αρκάν, χωρίς να αποφεύγει πάντοτε τα σεναριακά κλισέ και τους εύκολους παραλληλισμούς. Υπάρχει ωστόσο κάτι στην κωμωδία του που προχωρά πέρα από τη ρητορεία και τη σχηματοποίηση. Πρόκειται για την αίσθηση του γελοιωδώς παραλόγου που εισχωρεί στην ατμόσφαιρα μέσω μιας ειρωνείας σχεδόν α λα Μπουνιουέλ. Κορύφωση του υπερρεαλιστικού ρίσκου που παίρνει ο Αρκάν αποτελεί η παρατεταμένη ενότητα που εκτυλίσσεται στο μεσαιωνικό θεματικό πάρκο, δίνοντας στο σχόλιο περί νεοσυντηρητισμού την ταιριαστή όψη της εικονικής πραγματικότητας. Εάν μάλιστα έμενε απόλυτα συνεπής σε αυτή την αισθητική γραμμή, ο Αρκάν θα είχε υπογράψει έναν αντάξιο απόγονο αριστουργημάτων όπως «Ο Θάνατος Ενός Γραφειοκράτη» του Κουβανού Τόμας Γκουτιέρες Αλέα.
Κωνσταντίνος Σαμαράς