Καθηγητής σε ένα πανεπιστήμιο που μοιάζει περισσότερο με τα αρχηγεία της Google παρά με κτίριο ανώτατου ιδρύματος, ο Μαρκ μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα στις διαλέξεις του και τις διάφορες κατακτήσεις του, συνήθως φοιτήτριες (και με το 99% των φοιτητριών του να μοιάζουν βγαλμένες από πασαρέλα, η ταινία τον δικαιολογεί σε αυτήν την του τάση), προσέχοντας όμως να μην διαταράξει την κοντινή του σχέση με την αδερφή του, Μαριάν.
Μια μέρα μαθαίνει ότι η νεαρή φοιτήτρια με την οποία πέρασε το προηγούμενο βράδυ, έχει εξαφανιστεί και προσπαθεί να μην αποκαλύψει την έκταση της παρουσίας του στην τελευταία της μέρα, αφού οι σχέσεις μεταξύ καθηγητών και φοιτητών απαγορεύονται. Όταν γνωρίσει την όμορφη μητριά της αγνοούμενης, τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο.
Βαθιά περίεργο, αλλά όχι με έναν ιδιαίτερα φρέσκο ή υφολογικά συνεπή τρόπο, το ψυχολογικό θρίλερ μοιάζει να ενδιαφέρεται περισσότερο για όλες εκείνες τις ευκαιρίες να σοκάρει ελαφρά ή να διασκεδάσει με τους διαλόγους και τις εικόνες του, παρά να χτίσει ένα πειστικό κόσμο με αναγνωρίσιμες αντιδράσεις, ψυχολογίες και λεγόμενα.
Οι σκηνοθέτες Ζαν-Μαρί και Αρνό Λαριέ ενδιαφέρονται τόσο για την επιφάνεια (οτιδήποτε από τα στιλιζαρισμένα σκηνικά και τις τοποθεσίες ως τα προφίλ των χαρακτήρων που πλαισιώνουν τον Μαρκ και τους διαλόγους που ανταλλάσσει μαζί τους) που να την επενδύσουν με κάτι βαθύτερο ή ουσιαστικό, κάτι που μπορεί να σε κάνει να ενδιαφερθείς για την μικρή ανόητη πλοκή τους, η οποία κινείται κάπως διασκεδαστικά αλλά γρήγορα προδίδει την έλλειψη πρωτοτυπίας της.
Ο Αλμαρίκ σχεδόν καταφέρνει να διατηρήσει κάποιο ενδιαφέρον στις εξελίξεις, εν μέρει χάρη και στον αινιγματικό χαρακτήρα που υποδύεται, και μοιράζεται μια ενδιαφέρουσα χημεία με την Μαριάν της Καρίν Βιάρ - οι δύο τους αυτοί προσαρμόζονται καλύτερα από όλους στην ψυχρή καρδιά της ταινίας, αλλά δεν μπορούν να κάνουν πολλά περισσότερα από το να είναι τα καλύτερα σημεία ενός προβληματικού εγχειρήματος.