Πριν από έξι χρόνια, σε μια προβολή του «Silent Light» στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, οι αντιδράσεις του κοινού υπήρξαν απολύτως ενδεικτικές της ευκολίας με την οποία το σινεμά του Κάρλος Ρεϊγάδας μπορεί να διχάσει του θεατές.
Και αν τότε, τα θετικά υπερτερούσαν των αρνητικών σχολίων, το 2012 στο Φεστιβάλ Καννών, το «Φως Μετά το Σκοτάδι», παρά το Βραβείο Σκηνοθεσίας που τελικά απέσπασε, εισέπραξε μια γερή δόση γιουχαρίσματος μετά το τέλος της προβολής.
Σχεδόν δύο χρόνια μετά από εκείνη την άκομψη στιγμή, η τελευταία κινηματογραφική απόπειρα του Μεξικανού σκηνοθέτη βρίσκει το δρόμο προς τις ελληνικές αίθουσες, σε μια καθυστερημένη συνάντηση με το μικρό αλλά φανατικό κοινό του ρεϊγαδικού σύμπαντος.
Αφού εγκαταλείπουν την πόλη, ο Χουάν, η γοητευτική σύζυγός του, Ναταλία, και τα δυο τους παιδιά, εγκαθίστανται σε ένα ξύλινο αλλά πολυτελές σπίτι στην επαρχία του Μεξικό, σε μια πανέμορφη έκταση ανάμεσα στα δάση.
Σε πλήρη αντιδιαστολή με την άνεση της έπαυλης βρίσκονται οι εργάτες που δουλεύουν εκεί, οι οποίοι κατοικούν σε κακοβαλμένες στο χώμα, καλύβες.
Εκεί λοιπόν που δύο διαφορετικοί κόσμοι συναντιούνται με φόντο την ειδυλλιακή ύπαιθρο βρίσκεται και το σημείο σημείο εκκίνησης, μιας ταινίας αφιερωμένης σε ένα ζευγάρι που προσπαθεί να ξεπλύνει το σκοτάδι της ζωής που έζησε στον «πολιτισμό», με την απλότητα που επιβάλλει η φύση.
Με μια εκστατικής ομορφιάς εισαγωγική σεκάνς όπου το μικρό κορίτσι της οικογένειας (είναι η κόρη του σκηνοθέτη) περιπλανιέται, καθώς δύει ο ήλιος και η καταιγίδα πλησιάζει, σε ένα λασπερό λιβάδι με άλογα, ταύρους και σκύλους να περιστρέφονται γύρω της, ο Ρεϊγάδας μάς συστήνει στο τετράγωνο φορμά 4:3 με την θολούρα στις άκρες, με το οποίο επιλέγει να καδράρει το αφαιρετικό του μανιφέστο.
Εικαστικά κινείται στις παρυφές του εξπρεσιονισμού, όπως τον αντιλαμβανόμαστε στην ζωγραφική, προσπαθώντας δηλαδή να χτίσει τα συναισθήματα και όχι να απαθανατίσει τα αληθινά γεγονότα.
Όνειρα, δοξασίες, πραγματικότητα και επιθυμίες ενώνονται με τις ευρυγώνιες λήψεις ενός μαγευτικού τοπίου και γίνονται ένα, για να περιγράψουν το φως και το σκοτάδι με την μορφή που υπάρχουν στο μυαλό του δημιουργού.
Στο άξονα του χρόνου, ο Ρεϊγάδας επιλέγει μια μη γραμμική αφήγηση της ιστορίας και βασίζεται σε εκτενή φλας μπακ στην ζωή του ζευγαριού όπου πλάνα από χλιδάτες πολυτελείς δεξιώσεις εναλλάσσονται, χωρίς δισταγμό, με σεξουαλικά όργια σε σάουνα.
Χρησιμοποιεί αρχετυπικές φιγούρες, όπως αυτές της γυναίκας - ως στοργική μητέρα ή του άνδρα - ως προστάτη αλλά και βίαιου εξουσιαστή, ενώ δεν διστάζει να επιστρατεύσει ακόμη και τον διάβολο που σε δύο απολαυστικές σκηνές φέρνει βόλτα το σπίτι της οικογένειας, συναντά τον μικρό γιο που είναι ξύπνιος (επίσης ο γιος του σκηνοθέτη) αλλά επιλέγει να μπει στο δωμάτιο των γονιών για να «δουλέψει» εκεί.
Αν και οι εικόνες του Ρεϊγάδας σού κόβουν την ανάσα, επιβεβαιώνοντας ξανά ότι είναι άριστος γνώστης της κινηματογραφικής γλώσσας, αυτή τη φορά το συνειρμικό του δημιούργημα δεν έχει ιδιαίτερη συνοχή και οι συμβολισμοί του συχνά στέκονται αθεμελίωτοι και παράταιροι.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, το «Φως Μετά το Σκοτάδι» συνιστά μια κινηματογραφική εμπειρία που περισσότερο βιώνει κανείς παρά αποκωδικοποιεί, η οποία όμως μερικές φορές νιώθεις πως ξεπερνάει τα όρια και γίνεται ελαφρώς επιτηδευμένη.