Αν στο άκουσμα του πρωταγωνιστικού τρίο των «Νομοταγών Τύπων» ενθουσιαστήκατε με τον συνδυασμό μερικών από τους σημαντικότερους ηθοποιούς που κόσμησαν ποτέ το σινεμά, τα νέα είναι άσχημα. Δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση ο Αλ Πατσίνο, ο Κρίστοφερ Γουόκεν και ο Άλαν Άρκιν να μην έχουν κάτι να δώσουν ακόμη και στους πιο αδύναμους ρόλους,οι ταινίες, όμως, που επιλέγουν δεν είναι αντίστοιχα του ταλέντου τους και των δικών μας προσδοκιών - οι «Νομοταγείς Τύποι» δυστυχώς πέφτουν σε αυτήν την κατηγορία.
Όχι όσο προσβλητική όσο αποβράσματα όπως το «Jack and Jill» ούτε καταστροφή όπως το «Righteous Kill», η άχρωμη και άοσμη ταινία απλώς αδυνατεί να σταθεί επάξια δίπλα στα ονόματα των πρωταγωνιστών της, μεταπηδώντας βίαια από είδος σε είδος - απο τη μια, η γηριατρική σεξο-κωμωδία και από την άλλη, το μελαγχολικό μαφιόζικο δράμα - και αποτυγχάνοντας τελικά και στα δύο.
Όλη η ιστορία χωρά σε ένα μόνο βράδυ και συγκεκριμένα το πρώτο βράδυ μετά την αποφυλάκιση του Βαλ (Πατσίνο), ο οποίος εξέτισε πολυετή ποινή χωρίς να καρφώσει κανέναν από τους συνεργάτες του ή τους εχθρούς του. Έτοιμος να συνεχίσει την έντονη ζωή του ο Βαλ πέφτει με τα μούτρα στο φαγητό, τις γυναίκες, τη νυχτερινή ζωή και την παρανομία, όμως ο καλύτερος του φίλος (Γουόκεν) έχει ένα δυσάρεστο καθήκον με προθεσμία το επόμενο πρωί...
Ο πρωτάρης σκηνοθέτης (και αναγνωρίσιμος ηθοποιός) Φίσερ Στίβενς κινηματογραφεί το δίχως στόχο ή ιδιαίτερη πρωτοτυπία σενάριο του επίσης πρωτάρη Νόα Χάιντλ, που μοιάζει να φτάνει σε στιγμές ουσίας σχεδόν τυχαία, χωρίς να το έχει κερδίσει με δική του προσπάθεια και κόπο.
Αντίθετα όλα αυτά που αξίζουν στους «Νομοταγείς Τύπους» προέρχονται (αναμενόμενα ίσως) από τους ηθοποιούς του ή, μάλλον, όλων αυτών που είναι οι ηθοποιοί του και ο τρόπος που αλληλοσυμπληρώνονται - ακόμα και όταν ο Αλ Πατσίνο υπερβάλλει, όπως συχνά κάνει, όταν ο Γουόκεν επιμένει χαμηλότονα, ή ο Άρκιν θυμίζει και παλιότερες κωμικές του στιγμές. Μαζί, βρίσκουν στιγμές αλήθειας και αυθεντικής συγκίνησης (στις σοβαρές στιγμές - οι πιο ανάλαφρες στιγμές δεν σώζονται με τίποτα) και πείθουν ως παλιοσειρές με αληθινή νοσταλγία για τις παλιές καλές μέρες. Μήπως ένιωσαν και οι ίδιοι μια ανάλογη νοσταλγία, για τις δικές τους κινηματογραφικές καλές στιγμές; Γιατί οι «Νομοταγείς Τύποι», και όλες οι αντίστοιχες νερόβραστες ξεπέτες των πρόσφατων χρόνων από τέτοιους θρυλικούς ηθοποιούς, σε κάνουν να την νιώθεις.