Ένας τρίτης διαλογής, καταθλιπτικός ηθοποιός αναγκάζεται από τον πιεστικό μάνατζέρ του να αναζητήσουν έναν Αμερικανό σκηνοθέτη που θα εξασφαλίσει και στους δύο τη διεθνή καριέρα που πιστεύουν ότι τους αξίζει. Για να τον βρουν, θα πρέπει να φτάσουν μέχρι τον Αρκτικό Κύκλο, συναντώντας στην διαδρομή διάφορους εκκεντρικούς χαρακτήρες και αναποδιές στο στόχο τους.
Ένας συνδυασμός των ευαισθησιών του Άκι Καουρισμάκι, του Ντέιβιντ Λιντς και του Τζιμ Τζάρμους, η ταινία δεν είναι παρά μια σειρά από πολύ χαλαρά συνδεδεμένες μεταξύ τους, εκκεντρικές βινιέτες, οι οποίες τελικά συνθέτουν έναν ιδιόμορφο ύμνο στο ίδιο το σινεμά αλλά και την αγάπη για το σινεμά.
Ο ηθελημένα νυσταλέος ρυθμός των εξελίξεων και η επιμονή στο ιδιόμορφο τόνο της αφήγησης σημαίνουν ότι η επιτυχία εξαρτάται αποκλειστικά στο κατά πόσο αυτές οι βινιέτες μπορούν μόνες τους να σταθούν και να διασκεδάσουν, ακυρώνοντας τις όποιες αντιρρήσεις για την απουσία πρωτότυπων ιδεών. Έτσι, η στάση των δύο χαρακτήρων σε κινηματογραφική σχολή της Πολωνίας είναι απολαυστική, το κινηματογραφικό φεστιβάλ στην άκρη του κόσμου επίσης, αλλά πολλά επεισόδια του ταξιδιού καταλήγουν λίγα ακριβώς επειδή θυσιάζουν την ουσία ή ακόμη και την φαντασία στο βωμό της εκκεντρικότητας για χάρη της εκκεντρικότητας. Εξαιρετικοί είναι, πάντως, και οι δύο αντισυμβατικοί πρωταγωνιστές.