Ο Έρωτας της Βασίλισσας

14.01.2013
Καλοφτιαγμένη, έξυπνη και ενίοτε συγκινητική ταινία εποχής που παίρνει αφορμή από αληθινά γεγονότα για να διηγηθεί πολιτικά σκάνδαλα στην βασιλική αυλή της Δανίας του 18ου αιώνα και μια παθιασμένη σχέση που επιχείρησε να άλλαξει την πορεία της χώρας. Το μεγαλύτερο ατού της υποψήφιας για Όσκαρ ταινίας είναι οι τρεις πρωταγωνιστές της, αν και το κεντρικό ζευγάρι υπολείπεται χημείας.

Παίρνοντας μια ιστορία που στη Δανία διδάσκεται στα σχολεία αλλά είναι λίγο γνωστή στην υπόλοιπη ήπειρο, ο «Έρωτας της Βασίλισσας» πλαισιώνει τις τεράστιας σημασίας μεταρρυθμίσεις που επιχείρησε η βασιλική αυλή της Δανίας του 18ου αιώνα, γύρω από την παράνομη σχέση της βασίλλισας Καρολίν Ματίλντ με τον βασιλικό γιατρό και οπαδό του Διαγωτισμού Στρούνσε, που ενοχήστρωσε στην πραγματικότητα τις μεταρρυθμίσεις αυτές και τις επέβαλλε σχεδόν στον ασταθή ψυχολογικά βασιλιά.

Είναι μια ζουμερή ιστορία γεμάτη ιδεαλισμό, ρομαντικό πάθος και αισιοδοξία, αλλά και ίντριγκες, πολιτικά σκάνδαλα και μια ιδέα πεσιμισμού για την τύχη που επιφυλάσσει η μοίρα στους πρωτοπόρους, αν και φυσικά η πραγματικότητα δεν ήταν τόσο ρομαντική: η ταινία αγιοποιεί τις ενέργειες του Στρούνσε, παρά τις κάποιες ενδείξεις ότι μπορούσε να δείχνει δικτατορικές τάσεις και το γεγονός ότι οι αλλαγές που κατάφερε το βασιλικό ζεύγος, σε συνεργασία με τους έμπιστούς του, γρήγορα αναιρέθηκαν.

Ο σκηνοθέτης Νίκολας Αρσέλ χειρίζεται με δεξιοτεχνία τους ηθοποιούς του και ακολουθεί αλλά ταυτόχρονα αναζωογονεί κάπως τις συμβάσεις της ιστορικής ταινίας με τις μοντέρνες εικόνες του, χωρίς να αποφεύγει τη φλυαρία και την άνιση μεταχείριση των δεύτερων χαρακτήρων πέρα από το πρωταγωνιστικό τρίο.

Το πρωταγωνιστικό δίδυμο του Μαντς Μίκελσεν και της Αλίσια Βικάντερ ήταν ασφαλές στοίχημα (είναι και οι δύο σταρ στις πατρίδες τους) αλλά τελικά την παράσταση κλέβει ο πρωτοεμφανιζόμενος Μίκελ Μπόε Φόλσγκαρντ στο ρόλο του «τρελού» βασιλιά. Φλερτάρει αρχικά με την καρτουνίστικη υπερβολή αλλά τελικά δεν χάνει το μέτρο και καταφέρνει να δώσει αναπάντεχες αρετές και συμπαθείς στιγμές σε έναν χαρακτήρα που εύκολα θα μπορούσε να έχει καταλήξει μονοδιάστατος και μισητός.

Η δική του συμβολή στην ιστορία είναι καταλυτική για να δώσει στην δυναμική της μια επιπλέον διάσταση, που η αδύναμη ερωτική χημεία ανάμεσα στον Μίκελσεν και την Βικάντερ κινδύνευε να χάσει. Είναι στις μεμονωμένες σκηνές τους που οι δύο τελευταίοι καταφέρνουν να λάμψουν περισσότερο, πέρα από τις στιγμές φυσικά που καταγράφουν το αναπόφευκτο ιδεολογικό δέσιμό τους για τις κοινές τους πεποιθήσεις, το πάθος τους να αλλάξουν προς το καλύτερο τον κόσμο τους.

Ακούγεται βαρετό αλλά δεν είναι καθόλου - αντίθετα, αυτός ο (αφελής;) ιδεαλισμός τους είναι εκείνος που αναβαθμίζει την ταινία από αναμενόμενη ιστορία εποχής σε κάτι παραπάνω: ένα όμορφο αλλά τελικά θλιμμένο πορτρέτο προοδευτικών ανθρώπων που γεννήθηκαν πολύ νωρίς και έπεσαν επειδή δεν συνειδητοποίησαν ότι ο κόσμος δεν μπορούσε να ακολουθήσει τους ενθουσιώδεις ρυθμούς τους.