Για τους ''Επτά Ελληνικούς Χορούς'' από τον ίδιο τον Μωρίς Μπεζάρ

16.05.2002
&00 Ό, τι ονομάζουμε "φολκλόρ" - από την πλευρά μου προτιμώ τον όρο "παραδοσιακή τέχνη" - είναι πάντοτε δύσκολο να προσεγγισθεί και παραμένει σχεδόν άγνωστο* έτσι κι αλλιώς, οι σύγχρονοι πολιτισμοί είναι τόσο απομακρυσμένοι από το παραδοσιακό πνεύμα ώστε μας είναι δύσκολο να συλλάβουμε την πνευματική διαδικασία που γέννησε τη συγκεκριμένη μορφή τέχνης σε ένα τόσο μακρινό παρελθόν.
Και εδώ ακριβώς βρίσκεται το κλειδί του προβλήματος: να γίνουμε ο άλλος και όχι να αναπαραστήσουμε τον άλλον. Να συλλάβουμε την εσωτερική γραμμή της δημιουργίας, την κρυμμένη της δύναμη να κατανοήσουμε τις ρίζες ενός λαού, μιας εθνικής πολιτισμικής ομάδας και να περιορίσουμε στο ελάχιστο τις προφανείς φολκλορικές αναφορές.

Στην περίπτωση του χορού, οι αρχαιολογικές ή λαϊκές ανασυνθέσεις έχουν πάντοτε μια αξιοθρήνητη πλευρά. Ταλαντευόμαστε ανάμεσα στο μουσείο και το μιούζικ-χωλ, ανάμεσα στην πλήξη και την πλαστογράφηση.
Για τους "Ελληνικούς Χορούς" προσπάθησα να περιορίσω όσο περισσότερο γινόταν τα ίχνη των αυθεντικά ελληνικών "βημάτων". Μερικοί χοροί περιέχουν δύο ή τρία* άλλοι κανένα - και αυτοί είναι, μπορώ με βεβαιότητα να το πω, οι πιο επιτυχημένοι και οι πιο ελληνικοί.
Αναζήτησα ένα χορευτικό ύφος που να ανακαλεί ένα άρωμα, ένα χρώμα, παραμένοντας στη βάση του κλασικό και σύγχρονο, όπως το ασκούμε στα Μπαλέτα Μπεζάρ-Λωζάνη.
Από τη στιγμή που ο Θεοδωράκης μου έδωσε αυτή τη μουσική, αποφάσισα να δουλέψω πάνω σ' αυτήν την μεσογειακή σουίτα με τον τίτλο "Θάλασσα". Από τους εννέα χορούς της σουίτας έμειναν επτά, και ξαναδουλεύτηκαν με μαθηματική αυστηρότητα (μερικοί χοροί έχουν συντεθεί σαν φούγκες του Μπαχ) για να γίνουν ένα μπαλέτο όπου η Ελλάδα - ή μάλλον οι Έλληνες - θα είναι απολύτως παρούσα, όσο ανεπαίσθητα και αν είναι τα ίχνη του φολκλόρ της . Όπως και τα κοστούμια, εξάλλου, τα οποία είναι ουδέτερα, σχεδόν ανύπαρκτα, όπως αυτά που φοράνε οι χορευτές την ώρα της πρόβας.