Αυτό που ξέρω να κάνω καλά είναι να τραγουδάω

18.06.2007
Μας συστήθηκε ξαφνικά πριν από χρόνια ως η «ξυπόλητη ντίβα». Εκ πρώτης όψεως τα εισαγωγικά έμοιαζαν απόλυτα απαραίτητα για μια 47χρονη τραγουδίστρια από το εξωτικό Πράσινο Ακρωτήρι που πήγαινε αντίθετα στο ρεύμα της σύγχρονης μουσικής βιομηχανίας ...

Επιμέλεια: Παντελής Αντωνιάδης

Ακόμη και σήμερα που η 66χρονη πλέον Σεζάρια Εβόρα απολαμβάνει την καθολική αναγνώριση, συλλέγοντας διθυραμβικά σχόλια για το ταλέντο της και... ξεσκονίζοντας τα τρία Γκράμι που έχει κερδίσει ανάμεσα στο 2000 και το 2004, η πετυχημένη πορεία της στη διεθνή μουσική σκηνή εξακολουθεί να μοιάζει με κατόρθωμα. Η βελούδινη φωνή της, απλά παραήταν σαγηνευτική για να την προσπεράσεις. Παρ όλα αυτά, τα πράγματα θα μπορούσαν εύκολα να στραβώσουν αν το δισκογραφικό ντεμπούτο της La diva aux pieds nues δεν κυκλοφορούσε σε μια αγορά όπως η γαλλική, στην οποία παραδοσιακά τα λεγόμενα έθνικ ακούσματα (ή world music πιο σωστά) διαθέτουν μεγάλο κοινό και το στυλ δεν υπερισχύει απαραίτητα της ουσίας. Τα 500.000 αντίτυπα που πούλησε ήταν αρκετά ισχυρά θεμέλια για να χτίσει πάνω τους άφοβα.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η Εβόρα δεν κατάφερε να αγγίξει εξίσου αποτελεσματικά, σε σύγκριση με τους Ελληνες, τους Αμερικανούς και τους Βρετανούς, παρόλο που η δημοτικότητά της στις συγκεκριμένες χώρες μόνο αμελητέα δεν είναι. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν έδωσε τις πρώτες της συναυλίες στη Νέα Υόρκη, το κοινό προερχόταν κυρίως μέσα από τον πυρήνα των μουσικών κύκλων της πόλης. Πόσες φορές μπορεί να δει κάποιος διασημότητες του βεληνεκούς της Madonna, του Ντέιβιντ Μπερν και άλλων εξίσου καταξιωμένων να συρρέουν στη συναυλία μιας συναδέλφου τους αυθόρμητα, με μοναδικό κίνητρο να απολαύσουν τις φοβερές ερμηνευτικές δυνατότητές της; Αν δεν πρόκειται για ονόματα που είναι πλέον αποδεκτά απ όλους (όπως για παράδειγμα οι Rolling Stones) η απάντηση είναι ποτέ.
Η Σεζάρια Εβόρα του σήμερα αποτελεί σταθερά μια από τις πιο αναγνωρίσιμες και δημοφιλείς προσωπικότητες της world music με τις περιβόητες μόρνας και κολαδέρας της να ξεχωρίζουν ακόμη και στ αυτιά μουσικόφιλων που ακούν κυρίως ποπ και ροκ. Το τελευταίο της άλμπουμ, Rogamar είναι το 10ο της καριέρας της. Οι ρυθμοί, η ατμόσφαιρα, το ύφος είναι αρκετά οικεία ώστε να μην υπάρχει έντονο το στοιχείο της έκπληξης, αλλά τα τραγούδια του Νάντο Αντράντε (του πιανίστα και συνθέτη με τον οποίο συνεργάζεται) παραμένουν πάντα ελκυστικά, ενώ το ντουέτο με τη Δήμητρα Γαλάνη προσθέτει μια ευπρόσδεκτη ελληνική νότα.

Αν προσπαθούσατε να εντοπίσετε ένα στοιχείο που να διαφοροποιεί το Rogamar σε σχέση με τις προηγούμενες εννιά δουλειές σας, πού θα επικεντρωνόσασταν;

Σεζάρια Εβόρα: Πάντα θα υπάρχουν μεγάλες ομοιότητες ανάμεσα στα άλμπουμ μου, γιατί αυτό που μ αρέσει είναι να κάνω πράγματα τα οποία είναι οικεία στο αυτί μου. Οι μόρνας και οι κολαντέρας αποτελούν την παραδοσιακή μουσική του τόπου μου και ο στόχος μου είναι να φροντίσω ώστε η παράδοση να συνεχιστεί και να περάσει σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους. Αυτό που ξέρω να κάνω καλά είναι να τραγουδάω για την απώλεια, το ξανασμίξιμο, τον έρωτα, τη νοσταλγία, την ξενιτιά. Είμαι πολύ μεγάλη πια για να κάνω ριζικές αλλαγές στον ήχο μου και δεν το θέλω κιόλας. Από την άλλη πλευρά, σχεδόν σε κάθε δουλειά μου υπάρχουν κάποια κομμάτια στα οποία δοκιμάζω κάτι διαφορετικό. Στο Cafe Atlantico για παράδειγμα είχαμε προσθέσει κάποια στοιχεία από τη μουσική της Ισπανίας, της Βραζιλίας και της Καραϊβικής. Το Rogamar έχει την ιδιαιτερότητα ότι μιλά για τη θάλασσα, για την ακρίβεια για τη θάλασσα που βρέχει το Σάο Βισέντε και τα συναισθήματα τα οποία γεννά μέσα μου. Και επίσης ότι στο άλμπουμ έχω προσκαλέσει να συμμετάσχουν ο Γάλλος τραγουδιστής Καλί, ο Σενεγαλέζος Ισμαήλ Λο, ο Ρίτζις Τζιζάβο από τη Μαδαγασκάρη και η Δήμητρα Γαλάνη.

Τι είναι εκείνο που σας ενθαρρύνει να συνεργαστείτε με τους συγκεκριμένους καλλιτέχνες και να στραφείτε και σε άλλα είδη εκτός από την παραδοσιακή μουσική της πατρίδας σας; Συνηθίζετε, για> >παράδειγμα, να κλείνετε τις συναυλίες σας με το Besa me mucho.

Στο Πράσινο Ακρωτήρι η μουσική της Βραζιλίας, της Κούβας, της Ισπανίας και της Σενεγάλης ήταν από πολύ παλιά δημοφιλής στον κόσμο και αυτό σημαίνει ότι κάποια στοιχεία έχουν περάσει αναπόφευκτα και στη δική μας μουσική. Στην πραγματικότητα είναι τόσο οφθαλμοφανής η συγγένεια του ήχου, ώστε να μην έχω την αίσθηση ότι ξεφεύγω από την παράδοση του τόπου μου. Με το Besa me mucho πάλι έχω μια ιδιαίτερη σχέση γιατί αφενός ήταν το πρώτο κομμάτι που τραγούδησα στα ισπανικά και επιπλέον είναι από τα αγαπημένα μου και ευχαριστιέμαι πάντοτε να το τραγουδώ. Εκτός απ αυτό είχε συμπεριληφθεί στο σάουντρακ της ταινίας Μεγάλες προσδοκίες και έγινε χρυσό στην Αμερική, οπότε είναι κατά κάποιον τρόπο ένα από τα τραγούδια που ο κόσμος περιμένει από μένα να συμπεριλάβω στις συναυλίες μου.

Η αίσθηση που αποκομίζει κάποιος από σας είναι ότι είστε ένας άνθρωπος προσκολλημένος στις αρχές, τις αξίες και τη στάση ζωής με τις οποίες ανατραφήκατε. Θα βάζατε όμως το χέρι στη φωτιά ότι σχεδόν 20 χρόνια διεθνούς καριέρας, άφησαν τον χαρακτήρα σας ανέπαφο;

Η αλήθεια είναι ότι τίποτα δεν άλλαξε στη ζωή μου σε ό,τι αφορά τον τρόπο που σκέφτομαι και στις προτεραιότητές μου. Εκανα παρέα τόσο με πλούσιους όσο και με φτωχούς πολλά χρόνια πριν γίνω διάσημη. Επίσης πάντοτε φρόντιζα την οικογένειά μου και εξακολουθώ να το κάνω και τώρα με την ίδια ένταση. Εχω δύο παιδιά (ένα αγόρι κι ένα κορίτσι) και δύο εγγόνια και τον περισσότερο καιρό είμαι στο Μιντέλο και ασχολούμαι με τα οικιακά. Μαγειρεύω ό,τι θέλει η ψυχή τους, πηγαίνω για τα ψώνια, ακόμη και για τα τσιγάρά τους, γενικά προσέχω να μην τους λείψει τίποτα. Είμαι το ίδιο απλή, όπως όταν ήμουν η κοπελίτσα που πάλευε να τα φέρει βόλτα τραγουδώντας στα μπαρ του νησιού.

Το γεγονός ότι η φήμη και το χρήμα ήρθε στα 50 σας χρόνια πιστεύετε ότι ήταν ο σημαντικότερος παράγοντας για να αντιμετωπίσετε την επιτυχία ψύχραιμα;

Η ηλικία σίγουρα βοηθά, αλλά και μικρότερη να ήμουν πάλι με τον ίδιο τρόπο θα τα έβλεπα τα πράγματα. Από την άλλη πλευρά, στο Πράσινο Ακρωτήρι υπάρχει τόση ανέχεια ώστε ακόμη και αν είσαι άνθρωπος που θέλεις να επιδείξεις τα πλούτη σου, συγκρατείσαι από το περιβάλλον. Ο μοναδικός λόγος που θα με δει κάποιος να ξοδεύω δημόσια είναι για να βοηθήσω συντοπίτες μου, που το έχουν μεγάλη ανάγκη. Το σπίτι μου είναι ανοιχτό για όλους.

Πέρασε ποτέ από το μυαλό σας να σταματήσετε ν ασχολείστε με το τραγούδι όσον καιρό βλέπατε ότι δεν μπορούσε να σας εξασφαλίσει τα αναγκαία για την επιβίωση;

Ειλικρινά ούτε μια στιγμή. Δεν έχασα την πίστη μου γιατί δεν περίμενα ότι θα μπορούσε να συμβεί αυτό που συνέβη. Οταν περιμένεις με αγωνία να πραγματοποιηθεί κάποια επιθυμία σου, το μόνο που έχεις να εισπράξεις είναι άγχος και απογοήτευση.

Πιστεύετε ότι η κόρη σας η Φάντσα θα μπορούσε κάποια στιγμή στο μέλλον να γίνει εξίσου δημοφιλής όσο εσείς;

Το ελπίζω. Την εποχή που είχε κυκλοφορήσει το Cafe Atlantico η Φάντσα είχε έρθει μαζί μου στην Αμερική και την παρότρυνα να εγκατασταθεί εκεί και να το παλέψει. Εβγαλε το πρώτο της άλμπουμ και προσπαθεί να τα πάει καλά, αλλά δεν είναι εύκολα τα πράγματα. Προσεύχομαι καθημερινά να βρει τον τρόπο να με διαδεχθεί, ώστε να μπορέσω να ησυχάσω κι εγώ κάποια στιγμή.

Η ΣΕΖΑΡΙΑ EBOPA

Γεννήθηκε στις 27 Αυγούστου του 1941 στο Μιντέλο του Σάο Βισέντε, ενός από τα δέκα νησιά που αποτελούν το σύμπλεγμα του Πράσινου Ακρωτηρίου.

Εκανε τα πρώτα της βήματα στο τραγούδι ως μέλος της χορωδίας του ορφανοτροφείου όπου η μαγείρισσα μητέρα της αποφάσισε να τη βάλει ύστερα από τον θάνατο του πατέρα της, ο οποίος έπαιζε βιολί στα τοπικά μπαρ. Ηταν μόλις επτά χρονών.

Στα 16 της χρόνια γνώρισε τον Εντουάρντο, ένα ναύτη ο οποίος εξελίχθηκε στον πρώτο μεγάλο έρωτα της ζωής της και στον άνθρωπο που τη μύησε στις μόρνας και τις κολαντέρας.

Αρχισε να εμφανίζεται στα τοπικά μπαρ αλλά σχετικά σύντομα η τάση της να πίνει υπερβολικά, έβαλαν φρένο στην καριέρα της ως τραγουδίστρια για δέκα ολόκληρα χρόνια. Η τύχη της έμελλε ν αλλάξει έπειτα από ένα ταξίδι στη Λισαβόνα.

Εκεί γνώρισε τον Ζοσέ Ντα Σίλβα, έναν Γάλλο με καταγωγή από το Πράσινο Ακρωτήρι, που εξελίχθηκε στον μέντορά της. Ηταν αυτός που έχτισε την καριέρα της στη Γαλλία με την κυκλοφορία του La diva aux pieds nues το 1988, την παρθενική συναυλία της στο New Morning το 1990 και τα Mar azul και Miss Perfumado που ακολούθησαν.

Το 1994 υπέγραψε το πρώτο της συμβόλαιο με πολυεθνική (την BMG) και η αλυσίδα των επιτυχιών μεγάλωνε συνεχώς με αποκορύφωμα τα τρία Γκράμι της από το 2000 έως το 2004, μετά τις τρεις υποψηφιότητές της μέσα στη δεκαετία του 90. n Εχει παντρευτεί και χωρίσει τρεις φορές.