Συνέντευξη με τον Ιρβιν Γιάλομ

23.06.2008
Το νέο βιβλίο του Ιρβιν Γιάλομ είναι ένα όμορφο και θαρραλέο εγχείρημα. Χωρίς να παίζει τον ρόλο ενός εγχειριδίου που προσφέρει τρόπους αυτοβοήθειας, φιλοσοφικό, αλλά ποτέ άγονο στη θεωρία, μιλάει για τη μεγάλη αλήθεια του τέλους και πώς με θάρρος μπορούμε να καταλάβουμε το μεγάλο παράδοξο: ότι η φυσικότητα του θανάτου μας μπορεί να μας καταστρέφει, αλλά η ιδέα του μπορεί να μας σώσει.

Το νέο βιβλίο του Ιρβιν Γιάλομ είναι ένα όμορφο και θαρραλέο εγχείρημα. Χωρίς να παίζει τον ρόλο ενός εγχειριδίου που προσφέρει τρόπους αυτοβοήθειας, φιλοσοφικό, αλλά ποτέ άγονο στη θεωρία, μιλάει για τη μεγάλη αλήθεια του τέλους και πώς με θάρρος μπορούμε να καταλάβουμε το μεγάλο παράδοξο: ότι η φυσικότητα του θανάτου μας μπορεί να μας καταστρέφει, αλλά η ιδέα του μπορεί να μας σώσει.

Tο νέο σας βιβλίο έχει τίτλο «Στον κήπο του Επίκουρου» και υπότιτλο «Ξεπερνώντας τον τρόμο του θανάτου». Πριν από δύο χρόνια, στην προηγούμενη συνέντευξή μας για το περιοδικό Homme, είχατε πει ότι το σεξ είναι ένα πολύ καλό όπλο για να ξεπεράσει κάποιος τον φόβο της τελευταίας πνοής...

Αυτό δεν το εννοώ ως πόρισμα μιας ψυχιατρικής ανάλυσης. Θα έλεγα όμως ότι το μυαλό μας δουλεύει με έναν τρόπο που συνεχώς θέλει να μας αποπροσανατολίσει από την ιδέα του θανάτου. Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο, και θα αναφέρω τους μεσήλικες άντρες, τους οποίους μελετώ τώρα, οι οποίοι μόλις περάσουν τα πενήντα και αρχίζει να τους κυριεύει η κρίση της μέσης ηλικίας, ξαφνικά παθιάζονται με μια άλλη νεότερη γυναίκα, και ξεχνούν τη σύζυγό τους. Και ξαφνικά χάνονται όλοι εκείνοι οι φόβοι του θανάτου γιατί ο άντρας έχει βρει κάτι που του δείχνει τη νεότητα και όχι τη ρουτίνα που πιθανόν του θυμίζει η γυναίκα του. Οσο περισσότερο αναλύω τέτοιες περιπτώσεις ανδρών, τόσο βαθύτερα φτάνω στην ανάλυση και καταλαβαίνω ότι ο φόβος του θανάτου έχει αρχίσει να κυριεύει το μυαλό τους. Ηδη από το μυθιστόρημά μου «Οταν έκλαψε ο Νίτσε» είχε αρχίσει να με απασχολεί το μεγάλο ζήτημα της θνησιμότητας. Οι ήρωες της ιστορίας, και οι δύο μεσήλικες, βλέπουν τους φόβους τους να χάνονται μπροστά στο πάθος που τους χαρίζει μια νεότερη γυναίκα.

Μπορούν εύκολα οι γηραιότεροι να εξοικειωθούν με την ιδέα ότι το σεξ θα τους διώξει τον φόβο του θανάτου;

Το σεξ αντιπροσωπεύει μια ζωτική, δύναμη. Εκφράζουμε τους εαυτούς μας μέσα από αυτό. Προσπαθούμε να ζήσουμε μέσα από αυτό και να αναπαράγουμε μέσα από αυτό. Αυτό που αισθάνομαι ότι συμβαίνει με τους γηραιότερους είναι ότι αναζητούν εκείνη τη ζωτική δύναμη που θα βρεθεί κοντά τους.

Θα σας περιγράψω ένα απλό περιστατικό ενός μεσήλικα που έπειτα από μια καρδιακή προσβολή τον μετέφεραν με το ασθενοφόρο στο νοσοκομείο. Στη διάρκεια της διαδρομής, ο ασθενής αισθάνθηκε την ανάγκη να αγγίξει κάποιον. Ετσι πιάνει το χέρι της νοσοκόμας που τον συνοδεύει, όχι γιατί εκείνη μπορεί να τον βοηθήσει αλλά επειδή εκείνη υποσυνείδητα συμβολίζει τη μοναδική σεξουαλική εικόνα που μπορεί να έχει κοντά του μέχρι το τέλος, αν το τέλος έρθει πριν φτάσουν στο νοσοκομείο.

Φυσικά δεν είναι μόνο οι άντρες που αναζητούν μια σεξουαλική «παρηγοριά» όταν νιώθουν το τέλος να πλησιάζει...

Και οι γυναίκες το ίδιο νιώθουν. Στο βιβλίο αναφέρω το παράδειγμα μιας μεγάλης γυναίκας η οποία για πολλά χρόνια δεν ένιωθε κανένα σεξουαλικό συναίσθημα και ξαφνικά μια μέρα συνειδητοποίησε ότι το μόνο που σκεφτόταν ήταν το σεξ. Η γυναίκα ήταν πάνω από ογδόντα ετών, αγόρασε έναν δονητή, άρχισε να τον χρησιμοποιεί και να έχει όλο και μεγαλύτερες σεξουαλικές ορμές, που κάποια στιγμή φοβήθηκε ότι δεν θα αντέξει άλλο και έτσι πέταξε το δονητή στα σκουπίδια. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Γάλλοι αποκαλούν τον οργασμό «μικρό θάνατο».

Οι νέοι, που δεν σκέφτονται τόσο πολύ τον θάνατο, έχουν άλλο πρόβλημα να τους απασχολεί. Αναζητούν την αγάπη, θέλουν να αγαπήσουν αλλά και να αγαπηθούν. Υπάρχει κάτι που συνδέει την πραγματική αγάπη με τον θάνατο;

Οταν είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε την ιδέα της θνησιμότητάς μας, μπορούμε να εμπνεύσουμε αγάπη. Οταν γίνει αυτό τότε εμπνεόμαστε κι εμείς για να ρυθμίσουμε τις προτεραιότητές μας. Να επικοινωνήσουμε βαθύτερα με εκείνους που αγαπάμε. Να εκτιμήσουμε πιο έντονα την ομορφιά της ζωής. Να αυξήσουμε την προθυμία μας να διατρέξουμε τους απαραίτητους εκείνους κινδύνους για την προσωπική μας εκπλήρωση. Ας μην ξεχνάμε ότι η αγάπη δεν είναι ένα πράγμα. Είναι πάρα πολλά πράγματα και κάθε φορά εξαρτάται από τον κάθε διαφορετικό άνθρωπο που αισθάνεται αυτό το συναίσθημα. Ενας άνθρωπος που μπορεί να συναντήσω εγώ, μπορεί να έχει διαφορετική προσωπική άποψη για την αγάπη, από κάποιον άλλον που δεν γνωρίζω. Κάποιοι αγαπούν απλώς επειδή θέλουν οι άλλοι να τους φροντίζουν. Κάποιοι άλλοι επειδή δεν αντέχουν τον φόβο της μοναξιάς. Η αγάπη μπορεί να είναι τα πάντα. Οπως και στα βιβλία του Σαίξπιρ, όπου η αγάπη είναι διαφορετική σε κάθε ιστορία. Κανένας όμως δεν γράφει μυθιστορήματα για μια ιστορία αγάπης δύο ηλικιωμένων. Γιατί κάτι τέτοιο δεν θα δημιουργούσε ένα συναρπαστικό δράμα.

Θεωρείτε, όμως, ότι ακόμα και οι νέοι που τώρα βρίσκονται στα είκοσι ή στα τριάντα τους θα πρέπει να «σπάσουν» κι εκείνοι την άρνησή τους για τον θάνατο;

Ολοι οι άνθρωποι, σε όλο τον κύκλο της ζωής τους ζουν τον φόβο του θανάτου. Ανακαλύπτουμε από μικροί πώς είναι ο θάνατος. Οταν το ζωάκι μας πεθάνει, όταν ένα έντομο που έχουμε πιάσει σταματήσει να πετάει. Και μετά τα παιδιά μεγαλώνουν και βλέπουν ταινίες τρόμου και έτσι έρχονται κοντά πάλι στον θάνατο.

Ολοι οι νέοι, σε γενικές γραμμές, έχουν μια έντονη συνειδητοποίηση αυτών των ζητημάτων, αλλά τείνουν να έχουν τη λιγότερη άρνηση από άλλες ηλικιακές ομάδες. Οταν όμως βγαίνουν στον αληθινό κόσμο και αντιμετωπίζουν άλλου είδους ανάγκες ?ανάγκη για οικονομική επιτυχία και καριέρα ή την πετυχημένη ανατροφή μιας οικογένειας? αρχίζουν να θάβουν μέσα τους αυτόν το φόβο. Ετσι, για να ικανοποιήσουν αυτές τις ανάγκες ωθούν τον φόβο του θανάτου στο σκοτάδι ή προς το ασυνείδητο. Ωστόσο, κάποιο είδος μεγαλύτερης συνειδητοποίησης της θνητότητας και ότι ο χρόνος τους πάνω στη Γη είναι πραγματικά μετρημένος, θα μπορούσε να βελτιώσει τις ζωές τους και αυτό που πραγματικά θέλουν να κάνουν με αυτές.

Είναι η Τέχνη ένας καλός τρόπος να αντιμετωπίσουμε τον θάνατο;

Ναι, γιατί ψάχνουμε για κάτι με το οποίο θα υπερβούμε τον εαυτό μας. Κάτι που θα διαρκέσει ακόμα και αφού φύγουμε από αυτήν τη ζωή.

Πιστεύετε ότι υπάρχει κάτι το οποίο θα έπρεπε να αφήσουμε ανεξερεύνητο;

Η επιστήμη πρέπει να ερευνήσει τα πάντα. Ο Αριστοτέλης είχε πει ότι η αμφιβολία είναι η αρχή της σοφίας.

Πώς θα περιγράφατε αυτόν τον μοναδικό συνδυασμό φιλοσοφίας και ψυχολογίας στις ιστορίες σας;

Στο πρόσφατο βιβλίο μου παίρνω ως δεδομένο σημείο αναφοράς τον Επίκουρο, ο οποίος όπως λέει είδε ως ρίζα κάθε δυστυχίας τον φόβο του θανάτου. Εγώ θέλησα να προσεγγίσω αυτήν την ιδέα με μια «υπαρξιακή» προοπτική. Ο τίτλος του βιβλίου στα Αγγλικά είναι «Staring at the sun» και δεδομένου ότι δεν μπορούμε να κοιτάξουμε τον ήλιο για πάρα πολύ, αναπτύσσουμε δεξιότητες σε διαφορετικά επίπεδα. Οι περισσότεροι που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την ανησυχία του θανάτου βλέπουν ή πιστεύουν σε έναν σωτήρα. Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι ο φόβος του θανάτου είναι η μητέρα όλων των θρησκειών.

Πιστεύετε ότι όσοι είναι βαθιά θρησκευόμενοι θα έβρισκαν το βιβλίο σας ενδιαφέρον ή θα το «αφόριζαν»;

Πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση. Στην αγγλική έκδοση έχω κάποια σχόλια από θρησκευόμενους ερευνητές, έναν χριστιανό συγγραφέα και έναν ραβίνο, αλλά και από ανθρώπους που έχουν προσβληθεί, επειδή πιστεύουν ότι δεν έχω κανένα σεβασμό στις θρησκευτικές αντιλήψεις. Η αλήθεια είναι ότι έγραψα αυτό το βιβλίο βασιζόμενος μονάχα σε μια κοσμική αντίληψη. Πιστεύω ότι είμαστε θνητοί και ότι θα πεθάνουμε. Αν πιστεύεις όπως οι καθολικοί ότι υπάρχει ζωή μετά τον θάνατο, και ότι θα ενωθείς ξανά με την οικογένεια και τους φίλους σου, δεν θα συμφωνήσω μαζί σου. Αλλά αν ένας ασθενής που πιστεύει το ίδιο έρθει και ζητήσει τη βοήθειά μου, δεν θα του δείξω πόσο διαφωνώ μαζί του, αλλά θα του δείξω πόσο όμορφο είναι να πιστεύεις σε κάτι. Ωστόσο, το βιβλίο είναι γραμμένο από έναν άνθρωπο που τα βλέπει όλα με γήινο τρόπο και το μόνο που θέλει να πει είναι πως μπορούμε να καταλάβουμε περισσότερα. Ενας από τους αγαπημένους μου συγγραφείς ο Καζαντζάκης, ουσιαστικά αναφέρει στον «Αλέξη Ζορμπά» ότι δεν πρέπει να αφήσουμε στον θάνατο τίποτα παρά μόνο καμένη γη. Και αυτό είναι το ενδιαφέρον: να ζήσεις μια γεμάτη ζωή και να μην αφήσεις τίποτα πίσω παρά μόνο ένα καμένο κάστρο.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ