Τάκης Λάμπρου: "Η Βέμπο ήταν δυστυχισμένη"!

26.10.2007
Είναι ο άνθρωπος που βρέθηκε στο πλευρό της Σοφίας Βέμπο από τα παιδικά του χρόνια. Ο Τάκης Λάμπρου μιλάει αυτές τις μέρες, που λόγω της 28ης Οκτωβρίου η φίλη του έρχεται πάλι στο προσκήνιο

Από τη ΒΙΚΥ ΔΙΑΜΑΝΤΗ


Είναι ο άνθρωπος που βρέθηκε στο πλευρό της Σοφίας Βέμπο από τα παιδικά του χρόνια. Ο Τάκης Λάμπρου μιλάει αυτές τις μέρες, που λόγω της 28ης Οκτωβρίου η φίλη του έρχεται πάλι στο προσκήνιο, και ο λόγος του ξεχειλίζει από αγάπη. Η φιλία τους διήρκεσε πολλά χρόνια, μέχρι που εκείνη έκλεισε για πάντα τα μάτια της. Στην καρδιά του, όμως, θα ζει για πάντα, τρυφερή και μοναδική, η αγαπημένη του Σοφία.
Καταγόταν από την Καλλίπολη της ανατολικής Θράκης. Ο πατέρας της όμως αντιλήφθηκε ότι επρόκειτο να γίνουν ταραχές στην περιοχή κι έτσι πήρε την οικογένεια και μετακόμισαν στο Βόλο. Εκεί η Σοφία δούλεψε ταμίας σε ένα φαρμακείο. Ήταν δεκαέξι χρόνων. Δεν έβγαινε όμως. Το 32 περίπου πήρε την κιθάρα κι έφυγε από το σπίτι για να βρει την τύχη της. Πήρε ένα καράβι για τη Θεσσαλονίκη. Μέσα σ' αυτό ήταν επιβάτης κι ένας γνωστός ιμπρεσάριος. Εκείνη γρατσούνιζε την κιθάρα της και του τράβηξε την προσοχή. Την άκουσε και της πρότεινε να γίνει τραγουδίστρια. Έτσι, πήγε στη Θεσσαλονίκη. Το 1933 τραγουδούσε σε ένα από τα πιο γνωστά μαγαζιά της περιοχής. Εκεί την είδε και γνωρίστηκαν με τον Μακέδο και την πήρε το 33 στου Σαμαρτζή. Την ξάπλωσε κάτω και τραγούδησε την «Κοκαϊνη». Πολύ προχωρημένο τραγούδι για την εποχή του, μας είπε ο κ. Λάμπρου.

Μια φιλία γεννιέται...
«Το 1949 άνοιγε η Βέμπο το θέατρό της. Εγώ για αυτήν ένιωθα, πριν ακόμη τη γνωρίσω, ένα πάθος, μια τρυφερότητα, θαυμασμό. Έψαχνα λοιπόν να βρω πού ήταν. Έμαθα ότι μπορούσα να τη βρω στη θεατρική στέγη της. Εκείνη έλειπε τα προηγούμενα χρόνια στην Αμερική και επιστρέφοντας στην Αθήνα έχτισε αυτό το θέατρο. Εγώ ήμουν πιτσιρικάς τότε και πήγαινα κάθε πρωί και καθόμουν στα σκαλοπάτια του. Η Σοφία ερχόταν με το σοφέρ της στο θέατρο και σε εντυπωσίαζε με την όψη της. Την πρώτη φορά που την αντίκρισα πάντα τη θυμάμαι. Φορούσε μια καζάκα με φαρδιά μανίκια κι ένα παντελόνι καμπάνα που είχε φέρει από την Αμερική. Κάποια στιγμή με πλησίασε και μου είπε: Τι κάνεις εσύ εδώ; Φύγε, μικρέ, γρήγορα από εδώ. Εγώ όμως πήγα και την άλλη μέρα. Τότε με κάλεσε στο καμαρίνι της. Είχε συγκεκριμένο και πολύ χαρακτηριστικό τρόπο ομιλίας. Μιλούσε βλάχικα, ήταν βλάχα. Είχε όμως τη δυνατότητα να μεταμορφώνεται από βλάχα σε ρεμπέτισσα όταν τραγουδούσε τα ρεμπέτικα. Εκείνο το απόγευμα με κάλεσε σπίτι της για φαγητό. Κάπως έτσι ξεκίνησε η φιλία μας...».

Η συνεργάτιδα Σοφία
«Όταν συνεργαζόσουν με τη Βέμπο, ήταν σαν να κρατάς τα Ιμαλάια επάνω σου. Απορώ πώς άντεξα να σηκώσω αυτό το βάρος της προσωπικότητας της Σοφίας. Πολλοί με χαρακτήρισαν ορντινάντσα της, εγώ όμως θεωρώ ότι ήταν τιμή μου που βρέθηκα δίπλα της. Με έπιανε αλά μπρατσέτα και πηγαίναμε μαζί βόλτες αλλά και σε διάφορα νυχτερινά μαγαζιά για διασκέδαση. Μια φορά, λοιπόν, μου είπε: Θα πάμε στη Σητεία να τραγουδήσω για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Πήγαμε. Στο θέατρο, όμως, χάθηκε η Χάιδω και ο Τραϊφόρος έψαχνε να βρει το κορίτσι. Η Σοφία πάλι τραγουδούσε κι εγώ καθόμουν στην πρώτη σειρά στην πλατεία του θεάτρου. Για μια στιγμή τη βλέπω και μου πετάει το μικρόφωνο. Έλα εδώ, μου λέει, έλα να τραγουδήσεις». Εγώ φυσικά δεν ένιωθα άνετα... Τι θα τραγουδήσω; τη ρωτάω. Εγώ θα σου δείξω, μου λέει. Πράγματι τραγούδησα κι έγινε ο χαμός. Ήταν πολύ όμορφη βραδιά. Μείναμε για μία εβδομάδα στην Κρήτη και όπου πηγαίναμε, μας καλωσόριζαν με χαρά και μας κερνούσαν τα ποτά μας και τα φαγητά μας».

Η αλήθεια για τη σχέση της με τον Μίμη
«Η σχέση τους μοιραζόταν ανάμεσα στην αγάπη και το μίσος. Εκεί που σκοτωνόντουσαν, αγαπιόντουσαν. Εκεί που αγαπιόντουσαν, ξέσπαγε ο καβγάς. Δεν τον χώριζε, όμως, κι ας υπέφερε. Ακόμα και όταν στα νεύρα της σκεφτόταν να τον χωρίσει, πάλι γύρναγε σε εκείνον. Τον αγαπούσε. Έπειτα είχε ένα συνθέτη κοντά της, που της έγραφε τα τραγούδια της. Έλεγε: Έχω τον Τραϊφόρο και τέλος. Δεν θα τραβιέμαι εγώ πότε με τον ένα και πότε με τον άλλο. Έχω τον άντρα μου. Δεν έκαναν παιδιά. Απ ό,τι ξέρω η Σοφία είχε κάνει μία ή δύο αποβολές. Λόγω άγχους. Δούλευε συνέχεια. Ο Τραϊφόρος, από την άλλη, την εκνεύριζε γιατί εκείνη γνώριζε ότι ήταν κάπως γκομενιάρης και κάποιες φορές ξενοκοιτούσε. Ήταν 100% γυναίκα, θηλυκό με τα όλα του ήταν η Σοφία κι ας έλεγαν κάποιοι ότι ήταν αντρογυναίκα. Όσο για τον Τραϊφόρο; Έλεγε: Μόνο σαν πεθάνω θα τον αφήσω».

Απέναντι στη βασίλισσα Φρειδερίκη
«Ήταν αυθόρμητη γυναίκα. Ήμαστε σε μια γιορτή. Η Σοφία τραγούδησε ωραία και καλά. Το 60 έγινε αυτό. Μόλις τελείωσε, η βασίλισσα Φρειδερίκη τη χαιρέτησε και κάθισαν να μιλήσουν. Για μια στιγμή εγώ ήθελα να πιω νερό. Διψούσα. Εκείνη χωρίς δεύτερη σκέψη σταμάτησε τη συζήτηση, κάλεσε το σερβιτόρο και του ζήτησε ένα ποτήρι νερό. Η βασίλισσα την κοιτούσε με απορία. Στη συνέχεια της είπε: Σοφία μου, το ξέρεις πως μιλάς με τη βασίλισσα;. Η Σοφία είπε αποστομωτικά: Φρειδερίκη μου, εσύ βασίλισσα με το στέμμα στο κεφάλι, εγώ βασίλισσα με τη φωνή μου».