«Δυστυχώς ναι, υπάρχουν και ακραίες εκφράσεις και ακραίες στάσεις. Και τα τελευταία δέκα χρόνια, ενώ ήμουν πολύ ανοικτή έχω κλείσει τις πόρτες. Δε με πλησιάζει άνθρωπος παρά μόνο αυτοί που επιλέγω εγώ. Ήμουν πολύ δοτική σε ανθρώπους που ήθελαν να με πλησιάσουν –όχι γιατί κατ’ ανάγκη ζητούσαν κάτι από μένα-, αλλά δε μπορώ πλέον να μοιράζομαι. Έχω αποφασίσει να δίνομαι σε ελάχιστους», αναφέρει στο περιοδικό YOU.
Mάλιστα σημείωσε: «Την εποχή που έπαιζα με τον Νίκο Κούρκουλο, ένα ζευγάρι νεαρά παιδιά με παρακολουθούσε όλο το 24ωρο. Δεν είχα καταλάβει τον λόγο. Φοβήθηκα γιατί ήξεραν όλες μου τις κινήσεις. Μου ξεφούσκωναν όλα τα λάστιχα του αυτοκινήτου έξω από το στούντιο, είχαν έρθει στο καμαρίνι και κάθονταν… Ήταν κάτι το αφύσικο και, μάλιστα, είχα αναγκαστεί να ζητήσω και τη βοήθεια της αστυνομίας αλλά και των δικηγόρων. Και τότε κατάλαβα ότι επειδή εκτιθέμεθα στην αγάπη ή στην λατρεία πρέπει να προσέχουμε και να δίνουμε τόσο… όσο στον άλλον. Ήμουν υπερδοτική και αυτό έδινε βήμα στον άλλον. Τώρα δε δίνω σε κανέναν πια» και συνεχίζει «δε με ενδιαφέρει κι αν με πούνε, αλλά να ξεκαθαρίσω ότι στο καμαρίνι δέχομαι πάντα τον κόσμο. Επίσης, μου έχει συμβεί και το άλλο, μια κυρία μέσης ηλικίας μπήκε στο καμαρίνι και με έψαχνε πίσω από τα αυτιά για να δει αν έχω κάνει πλαστικές επεμβάσεις. Τράβηξε και σήκωσε τα μαλλιά μου κι εγώ αρχικά νόμιζα πως ήθελε να με χαϊδέψει. Αυτό κι αν ήταν αγριευτικό. Αναγκάστηκα να της κατεβάσω το χέρι πολύ απότομα, σχεδόν με σπρωξιά. Αυτός ήταν ένας ακραίος κανιβαλισμός. Το κοινό μπορεί ταυτόχρονα να σε λατρεύει και να έχει μια τάση κανιβαλισμού απέναντι σου».