Από την ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΤΑΥΡΙΔΟΥ
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και είχε την τύχη να μεγαλώσει σε ένα αγρόκτημα στο Πανόραμα. Η ενασχόλησή του με την ορειβασία ήταν φυσικό επακόλουθο του τρόπου ζωής όλης της οικογένειας: «Για πρώτη φορά βρέθηκα στις Άλπεις, όταν η μητέρα μου, Αρετή, ήταν έγκυος σ’ εμένα. Μετά πάλι σε ηλικία 4 ετών. Οι οικογενειακές εκδρομές σε βουνά του εσωτερικού και του εξωτερικού, αλλά και σε απομονωμένες παραλίες ήταν σύνηθες φαινόμενο. Καταλυτικό γεγονός ήταν οι επισκέψεις στα ψηλά βουνά της χώρας μας (Όλυμπος, Σμόλικας, Τύμφη κ.λπ.) από την ηλικία των 10 ετών, γεγονός που με έκανε προσωπικά να αγαπήσω περισσότερο τα βουνά, λόγω του μυστηρίου που κρύβουν».
10χρονος ορειβάτης στον Όλυμπο!
Την πρώτη του επαφή με την ορειβασία είχε στα 10 του χρόνια, όταν με την οικογένειά του επισκέφτηκαν τον Όλυμπο: «Ανεβήκαμε μέχρι τα 2.100 μέτρα με μπόλικο χιόνι, πράγμα που μας πήρε αρκετές ώρες και είχε ως αποτέλεσμα να μουσκέψουμε και να κρυώσουμε πολύ. Θαύμαζα τον πατέρα μου και τη μητέρα μου αλλά και τους φίλους τους, που περπατούσαν άνετα στο χιόνι και το διασκέδαζαν, ενώ εγώ δάκρυζα από το κρύο. Την επόμενη ηλιόλουστη και άκρως φθινοπωρινή ημέρα στο σχολείο οι συμμαθητές μου δεν πίστευαν ότι περπατούσα για περίπου 7 ώρες μέσα στα χιόνια. Το επόμενο καλοκαίρι "πάλι σύσσωμη η οικογένεια" πραγματοποιήσαμε ανάβαση στην ψηλότερη κορυφή του Ολύμπου, αλλά και της Ελλάδας, το Μύτικα ή Πάνθεον. Η κατάβαση έγινε μέσα σε καταιγίδα από χαλάζι και χιονόνερο. Θυμάμαι τον πατέρα μου, Νίκο, να κρατάει εμένα και τον αδερφό μου, Αλέξη, από το χέρι και τη μητέρα μου να πετάει τα σκουλαρίκια της και να τρέχει με την αδερφή μου, Ιφιγένεια, προς χαμηλότερα υψόμετρα. Έπρεπε να προστατευτούμε από τους κεραυνούς. Αυτή η εμπειρία μού έχει μείνει αξέχαστη μέχρι σήμερα. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που συνειδητοποίησα ότι ο άνθρωπος είναι τόσο ευάλωτος από τη φύση και ότι ο θάνατος δεν είναι κάτι απόμακρο». Κάτι όμως τον έκανε να θέλει να συνεχίσει! «Αυτό ακριβώς ήταν», μας είπε. Οπότε, μάλλον δεν ήταν τυχαία και η επιλογή του να σπουδάσει την επιστήμη των βουνών, τη γεωλογία.
Δεν αψηφώ τον κίνδυνο
Ο Μιχάλης Στύλλας τονίζει ότι η προσέγγιση τύπου «No Fear» δεν χωράει στην ορειβασία και την αναρρίχηση, γιατί οι αστάθμητοι παράγοντες είναι πάρα πολλοί: «Ποτέ δεν αψηφάς τον κίνδυνο, αλλά τον λαμβάνεις πάρα πολύ σοβαρά υπόψη. Στο βουνό, όπως και στη ζωή γενικότερα, το να φοβάσαι και να οπισθοχωρείς είναι υγιές, γιατί σημαίνει ότι ακούς τη φωνή σου, ότι είσαι ο εαυτός σου». Στην 20άχρονη ορειβατική του πορεία έχει ταξιδέψει στις Άλπεις, στις Άνδεις, στα Ιμαλάια κι έχει κατακτήσει μερικές από τις ψηλότερες κορυφές του κόσμου.
«Εδώ ο κόσμος πεθαίνει συνέχεια»
Οι εμπειρίες που έχει ζήσει και οι εικόνες που έχει δει είναι συγκλονιστικές. Δεν θα ξεχάσει όμως ποτέ την πρώτη του αποστολή στα Ιμαλάια το 2002 στο βουνό Dhaulagiri (8.167 μ.), όπου κατάλαβε για πρώτη φορά ότι τα βουνά φαντάζουν όμορφα μόνο στις καρτ ποστάλ: «Ανεβαίναμε με ένα συνορειβάτη, τον Jeff Justman (J.J.), προς την τελευταία κατασκήνωση. Κάπου στα 7.200 μ. αντικρίσαμε κάποια αντίσκηνα παλιότερης αποστολής. Ήταν διαλυμένα από τον αέρα και το χιόνι. Μόλις πλησιάσαμε, καταλάβαμε ότι υπήρχε ένας νεκρός ορειβάτης μέσα σε μία από τις σκηνές. Γύρισε ο J.J. και μου είπε: "People die up here all the time Mike". Για το υπόλοιπο της ημέρας δεν μπορούσα να ηρεμήσω. Δεν γνώριζα τα αίτια του θανάτου, ο οποίος στις περισσότερες περιπτώσεις οφείλεται στον ανθρώπινο παράγοντα (λάθος αξιολόγηση των συνθηκών, υπερεκτίμηση δυνατοτήτων, άγνοια κινδύνου κ.λπ.), αλλά φανταζόμουν ότι κάποια στιγμή θα μπορούσα να είμαι εγώ στη θέση του».
Μία από τις πιο δύσκολες στιγμές που έζησε ήταν όταν συμμετείχε στην ελληνική αποστολή «Hellas Everest 2004». Βρισκόταν στα 7.300 μέτρα όταν έμαθε για το χαμό ενός από τους καλύτερους φίλους του: «Μέσα στο εορταστικό πνεύμα που κυριαρχούσε μετά την κατάβασή μας από το Έβερεστ εγώ ζούσα το δικό μου δράμα, λόγω του θανάτου του πολύ καλού μου φίλου και συντρόφου στο βουνό Γιάννη Κινατίδη. Από το σημείο εκείνο και μετά δέχτηκα ότι τα βουνά δεν θα είναι πάντα συνδεδεμένα με τις καλύτερες στιγμές της ζωής μου, αλλά και με τις χειρότερες».
Η ζωή στον Όλυμπο
Τώρα ο Μιχάλης Στύλλας διαχειρίζεται το καταφύγιο του Ολύμπου «Χρήστος Κάκκαλος» μαζί με τον αδερφό σου, Αλέξη. Κι όπως εξηγεί: «Αυτό ήταν μια σταδιακή εξέλιξη της συνεχούς ενασχόλησης με το βουνό και της λογικής ότι εάν κάνεις το χόμπι δουλειά, περνάς πολύ καλά. Ένας σημαντικός λόγος που ανέλαβα το καταφύγιο ήταν να λύσω το βιοποριστικό μου, καθώς το 2002 είχα επιστρέψει από τριετή παραμονή στις ΗΠΑ και είχα ξεκινήσει το διδακτορικό μου στο Τμήμα Γεωλογίας του ΑΠΘ. Διαπιστώνοντας γρήγορα ότι το ελληνικό ακαδημαϊκό σύστημα βοηθάει ανισομερώς τους υποψήφιους διδάκτορες, η διαχείριση του καταφυγίου αποτέλεσε την καλύτερη λύση».
Όταν το χόμπι γίνεται επάγγελμα
Όταν κινδυνεύει κάποιος στο βουνό, τα δύο αδέρφια είναι από τους πρώτους που σπεύδουν για βοήθεια: «Το καταφύγιο βρίσκεται στο οροπέδιο των Μουσών του Ολύμπου, σε υψόμετρο 2.650 μέτρων, σε πολύ κοντινή απόσταση από την κορυφή, το Μύτικα (2.918 μ.). Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα σε οποιοδήποτε ατύχημα κι αν συμβαίνει να είμαστε οι πρώτοι που προσεγγίζουμε κάποιον που έχει πρόβλημα.
Οι δυσκολότερες διασώσεις ήταν αυτές κατά τις οποίες σημειώθηκε κάποιο θανατηφόρο ατύχημα σε απόκρημνο σημείο. Ευτυχώς, δεν ήταν και πολλές, αλλά εύχομαι να μην υπάρξουν άλλες. Τα τρία τελευταία χρόνια δεν υπήρξε σοβαρό ατύχημα. Δεν μου αρέσει τα ΜΜΕ να θυμούνται τον Όλυμπο και τα βουνά γενικότερα από δυσάρεστα γεγονότα, αλλά να προβάλλονται ως μέρη συνάντησης του κάθε ανθρώπου με τη φυσική και πολιτιστική κληρονομιά της χώρας μας αλλά και γνωριμίας με τον εαυτό του».
Ο επόμενος στόχος του Μιχάλη
«Μια ανάβαση με τεχνικές δυσκολίες (δηλαδή αναρρίχηση με σχοινιά) σε ένα βουνό των Ιμαλαΐων. Χωρίς βαστάζους υψομέτρου και εξωτερική βοήθεια. Μια ανάβαση που θα στηρίζεται μόνο στις δικές μας δυνάμεις και στην ανάγκη μας να κάνουμε αυτό που μας αρέσει, σε ένα όμορφο και δύσκολο περιβάλλον, ελεύθεροι και ανεξάρτητοι από τις πλασματικές ανάγκες και φοβίες που μας επιβάλλει η ταχύτητα της ζωής του 21ου αιώνα».