Από την ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΤΑΥΡΙΔΟΥ
Ο πατέρας της Μαριλένας πέθανε όταν ήταν 7 χρόνων: «Όσο ζούσε ο μπαμπάς μας ήμασταν μια φυσιολογική οικογένεια, είχαμε σχεδόν τα πάντα. Τα λάθη της μητέρας μου μετά το θάνατό του ήταν πολλά». Και συνεχίζει να ξεδιπλώνει το κουβάρι της μέχρι τότε δραματικής ζωής της: «Η μητέρα μου δημιούργησε σχέση με κάποιον που είχε πάρε-δώσε με ναρκωτικά. Ήταν μπλεγμένος σε περίεργα κυκλώματα, εμπορίας ναρκωτικών, γυναικών μέσα στην παρανομία. Με χρησιμοποιούσαν κι εμένα για να μεταφέρω διάφορα πράγματα, χωρίς φυσικά να ξέρω τι είναι».
Η μάνα στη φυλακή και τα παιδιά στο δρόμο
«Κάποια στιγμή έπιασαν τη μαμά μου και το φίλο της κι εγώ με τον αδερφό μου βρεθήκαμε στο σπίτι της μητέρας του. Εγώ ήμουν 11 χρόνων κι εκείνος 7. Και οι δυο μας είχαμε πάνω μας έντονα τα σημάδια της βίας. Στο σχολείο οι δάσκαλοι και ο διευθυντής έκαναν τα πάντα για να μας βοηθήσουν. Δεν θα τους ξεχάσω ποτέ αυτούς τους ανθρώπους, τους έχω πάντα μέσα στην καρδιά μου. Μια μέρα ο αδερφός μου, παρόλο που ήταν πιο μικρός, μου είπε: Θα φύγω, δεν αντέχω άλλο. Αυτό με ταρακούνησε, κατάλαβα ότι έπρεπε να κάνουμε κάτι. Έτσι, αποφασίσαμε να αποδράσουμε. Πήγαμε στο λιμάνι του Πειραιά, με σκοπό να μπούμε σε ένα καράβι και να βρεθούμε μακριά από την Αθήνα. Ακολουθήσαμε μια οικογένεια που έμπαινε μέσα για να νομίζουν ότι είμαστε παιδιά τους. Κάποια στιγμή όμως μας ανακάλυψαν».
Το καράβι της σωτηρίας
Ο καπετάνιος έκανε τα πάντα για να μας φροντίσει και παράλληλα προσπαθούσε να καταλάβει τι συμβαίνει. Ποιοι είμαστε; Πού πάμε; Λέμε ψέματα ή αλήθεια; Εμείς, φυσικά, ήμασταν τρομοκρατημένοι, δεν ξέραμε αν μπορούμε να τον εμπιστευτούμε και να του πούμε τι ακριβώς μας συμβαίνει. Επιμέναμε, όμως, ότι δεν θέλουμε να επιστρέψουμε σπίτι μας. Του ζητούσαμε να μας πάει σε κάποιο ίδρυμα, αλλά με τίποτα να μη μας γυρίσει πίσω! Ο καπετάνιος σε συνεργασία με το λιμενάρχη του Πειραιά δύο πραγματικά εξαιρετικοί άνθρωποι ήρθαν σε επαφή με το Χαμόγελο του παιδιού. Και κάπως έτσι ξεκίνησε η καινούργια μας ζωή! Εκεί βρήκαμε μια μεγάλη αγκαλιά». Η Μαριλένα θυμάται ότι τις πρώτες μέρες που φιλοξενήθηκαν σε κάποιο από τα σπίτια του οργανισμού αναγκάζονταν να κοιμούνται στον καναπέ. «Θυμάμαι ότι έπειτα από καιρό ο κύριος Γιαννόπουλος μας είπε: ?Για να πάρετε εσείς τόσο μικρά την απόφαση να φύγετε από το σπίτι, σίγουρα συνέβαινε κάτι σοβαρό...».
Από την Κόλαση στον Παράδεισο
«Η αλήθεια είναι ότι εκείνο το καράβι ήταν τελικά το πέρασμά μας από την Κόλαση στον Παράδεισο». Λίγο καιρό μετά τα δύο παιδιά βρήκαν μόνιμη στέγη στο σπίτι της Κέρκυρας κι εκεί άρχισαν να χτίζουν τη ζωή τους από την αρχή, μέσα σε μια μεγάλη οικογένεια. Τι έγινε όμως με τη μητέρα τους; Είχαν ξανά επαφή μαζί της; «Το Χαμόγελο του παιδιού κάνει τα πάντα για να μην αποκόπτονται τα παιδιά από τις οικογένειές τους, όπως κι αν είναι οι γονείς. Προσπαθεί να το ελέγξει, ώστε να υπάρχει αυτή η σχέση, τόσο όσο να μην επηρεάζει αρνητικά το παιδί. Ο κύριος Γιαννόπουλος έκανε πραγματικά τα πάντα για να μη χαθεί αυτή η επαφή. Πηγαίναμε λοιπόν μαζί με την κοινωνική λειτουργό στη φυλακή για να επισκεφτούμε τη μητέρα μας. Όσο όμως περνούσε ο καιρός, εμείς διαπιστώναμε ότι η καινούργια μας οικογένεια ήταν φυσιολογική. Υπήρχαν άνθρωποι που μας αγκάλιαζαν χωρίς να περιμένουν αντάλλαγμα και αυτό δεν το έκαναν από αγγαρεία, ούτε γιατί το προέβλεπε κάποιος κανονισμός. Κάθε φορά λοιπόν που πηγαίναμε στη μητέρα μας βλέπαμε διαφορετικά τα πράγματα.
Εκεί συνειδητοποίησα τι είχε συμβεί, ποια ήταν η μαμά μου, τι είναι τα ναρκωτικά και τι συμβαίνει στον κόσμο των ναρκωτικών. Όταν ήμουν μικρή και με έστελναν να μεταφέρω αυτά τα πακέτα, δεν ήξερα ότι σκοτώνουν άλλα παιδάκια. Έτσι, σταματήσαμε, ήταν επιλογή μας να μην την ξαναδούμε. Εκείνη βέβαια θεωρούσε ότι στο Χαμόγελο του παιδιού μας επηρέαζαν αρνητικά, ενώ στην πραγματικότητα προσπαθούσαν να μη δηλητηριάσουμε τους εαυτούς μας με το θυμό που είχαμε απέναντι στη μαμά μας. Τα πράγματα έγιναν πολύ χειρότερα, φτάσαμε στα δικαστήρια, μας απειλούσε και, φυσικά, ο οργανισμός μας παρείχε την τέλεια προστασία. Η σχέση αυτή τελικά δεν αποκαταστάθηκε».
Τώρα έχουμε οικογένεια
Το σίγουρο είναι όμως ότι αποκαταστάθηκε η ζωή των δύο αυτών παιδιών, που τώρα πια έχουν βρει το δρόμο τους. Η Μαριλένα είναι στα 22 και ο αδερφός της στα 18. Εκείνος πηγαίνει στην Γ΄ Λυκείου κι εκείνη σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Λόγω σπουδών, δεν μένει πια στο σπίτι της Κέρκυρας, όταν όμως δεν έχει μαθήματα, επιστρέφει πάντα εκεί: «Δεν αλλάζει κάτι στα 18, το σπίτι μας είναι πάντα αυτό. Στις διακοπές, το καλοκαίρι, επιστρέφω πάντα εκεί. Μεγαλώνοντας δεν φεύγεις από το σπίτι σου, δεν σε διώχνει κανείς. Αυτή είναι η οικογένειά μου». Βέβαια, το Χαμόγελο του παιδιού έχει αναλάβει εξολοκλήρου και τα έξοδα των σπουδών της. Ποια είναι η πιο δυνατή εικόνα που μένει πάντα χαραγμένη στο μυαλό της; «Όταν πέρασα στο πανεπιστήμιο, έπρεπε να φύγω από το σπίτι και να μείνω σε κάποιο άλλο μέρος. Η στιγμή που αποχωριζόμουν την οικογένειά μου στην Κέρκυρα ήταν σαν εικόνα κλεμμένη από ταινία. Έτρεχαν όλα τα παιδιά πίσω από το αυτοκίνητο και με χαιρετούσαν. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτή τη στιγμή. Ένιωσα ότι τελικά έχω κι εγώ μια οικογένεια και μάλιστα πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που είχα φανταστεί, και πολύ πιο ουσιαστική. Μπορεί να μη μας δένουν δεσμοί αίματος ?είναι σίγουρο ότι ποτέ δεν ξεχνάς τη μάνα ή τον πατέρα σου ό,τι κι αν σου έχουν κάνει?, αλλά αυτό που νιώθω όταν είμαι με τα παιδιά είναι πολύ όμορφο. Ό,τι κι αν γίνει στη ζωή μου, η οικογένειά μου θα είναι πάντα το Χαμόγελο του παιδιού».
Βρήκαμε αγάπη και στοργή
Η Μαριλένα βέβαια δεν ξεχνάει να τονίσει ότι: «Δεν είμαστε μόνο εμείς το χαμόγελο, αλλά κι εκείνοι που στηρίζουν αυτή την προσπάθεια. Ο απλός κόσμος που έχει αναλάβει το έργο αυτό, το οποίο έπρεπε να έχουν αναλάβει άλλοι για μας. Σε αυτούς τους ανθρώπους χρωστάμε ένα μεγάλο ευχαριστώ». Η Μαριλένα είναι μια πραγματική αγωνίστρια της ζωής, όπως και πολλά άλλα παιδιά, που μπορεί να βρίσκονται δίπλα μας κι εμείς απλά να μην το γνωρίζουμε. Παιδιά που δίνουν τη δική τους μάχη για να κερδίσουν τα αυτονόητα, αγάπη, στοργή, μια αγκαλιά. Ευτυχώς, για κάποια αυτά στην άκρη του τούνελ υπάρχει ένα φως. Τι γίνεται όμως με τα υπόλοιπα;
Κώστας Γιαννόπουλος
«Τα νιώθουμε δικά μας παιδιά»
Ο Κώστας Γιαννόπουλος, που ίδρυσε το ?Χαμόγελο του παιδιού?, τονίζει: «Είναι μια εναλλακτική οικογένεια, που δίνει τη δυνατότητα στα παιδιά αυτά να επιβιώσουν. Όπως λοιπόν κάθε φυσιολογική οικογένεια το παιδί της δεν το διώχνει στα 18 του χρόνια, απλώς του δίνει τη δυνατότητα να μάθει κάποια πράγματα, να σπουδάσει αν μπορεί, να ασχοληθεί με μια τέχνη, έτσι κάνουμε κι εμείς. Πρώτα επιβεβαιώνουμε ότι έχει στα χέρια του κάποια εφόδια και στη συνέχεια προσπαθούμε να το συγκρατήσουμε από την ένταση που έχει, αισθανόμενοι ότι τα παιδιά στα 18 τους χρόνια, έχοντας πια ενηλικιωθεί, νομίζουν ότι έχουν τη δυνατότητα να κάνουν πράγματα που ίσως δεν μπορούσαν να κάνουν μικρότερα. Αυτή είναι η κρισιμότερη φάση και μια οικογένεια, όπως και η δική μας, πρέπει να στηρίξει τα παιδιά, να είναι δίπλα τους και να τα βοηθήσει να δουν το μέλλον με αισιοδοξία, ασφάλεια και σιγουριά. Εύχομαι όλοι εμείς οι μεγάλοι να αφήνουμε τα παιδιά να ονειρεύονται».
Περισσότερες πληροφορίες για το Χαμόγελο του παιδιού, όπως και τους τρόπους με τους οποίους μπορείτε να συνδράμετε στο έργο του, μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα: www.hamogelo.gr.