Η επιτομή του μινιμαλισμού

04.09.2007
Ελληνική απλότητα, δανέζικο design και έργα τέχνης βρίσκονται σε αρμονική συνύπαρξη, σε ένα λιτό εξοχικό σπίτι της Εύβοιας...

Ενα χωριάτικο σπίτι του 1881 -που ανακάλυψε μισογκρεμισμένο στις αρχές του 70 στον εγκαταλελειμμένο οικισμό της Κρύας Βρύσης, στην Εύβοια, η οικογένεια του Δανού αρχιτέκτονα Bent Ginnerup- αναστηλώθηκε και απέκτησε τη σημερινή του μορφή. Αρχικά το σπίτι δεν είχε καν ηλεκτρικό ρεύμα, όπως άλλωστε και ολόκληρη η περιοχή. Παρότι η παροχή ρεύματος δόθηκε μετά από μια δεκαπενταετία, ο αρχιτέκτονας είχε ήδη αρχίσει τις παρεμβάσεις που πίστευε ότι δε θα αλλοιώσουν το τοπίο, αλλά θα κάλυπταν τις ανάγκες της οικογένειας - πρακτικές και αισθητικές. Το σπίτι -είναι το μοναδικό από τον παλιό οικισμό που διατήρησε τη μορφή του- εξακολουθεί 30 χρόνια μετά την ανακατασκευή του να εκφράζει απόλυτα την αισθητική όλων των μελών της οικογένειας.

Η ιδιοκτήτρια επιθυμούσε ένα μεγάλο χώρο υποδοχής που θα συγκέντρωνε πολλούς φίλους, προσφέροντας τη δυνατότητα της έκτακτης φιλοξενίας. Υπνοδωμάτιο για το ζευγάρι κι από ένα για κάθε παιδί, ένα μικρό μαγειρείο και βοηθητικοί χώροι στην πίσω αυλή ήταν όλα όσα χρειάζονταν για να ζήσουν τις πιο ευτυχισμένες μέρες της ζωής τους. Στο προϋπάρχον κτίσμα, το οποίο είχε χτιστεί με πέτρες, άμμο θαλάσσης και λίγο ασβέστη (εκείνες τις εποχές ήταν ακριβό υλικό και το χρησιμοποιούσαν κι αυτό με φειδώ), πρώτα φτιάχτηκε η ξύλινη σκεπή, ένα ξύλινο παταράκι (κρεμάστηκε από το χοντρό μαύρο κυπαρίσσι που κρατούσε το παλιό σπίτι), ενώ αργότερα έγιναν οι προσθήκες δωματίων.

Ο Bent Ginnerup σχεδίασε τρία κυβιστικά τζάκια -η επιτομή του μινιμαλισμού- ένα τραπέζι φαγητού αναρτημένο με σιδηρόβεργες από το πατάρι και πολυθρόνες. Κοινή επιθυμία του ζεύγους ήταν να ακολουθεί ο χώρος τους το ρυθμό της ζωής τους χωρίς υπερβολές ή πρόθεση εντυπωσιασμού. Η Χαρά Τζάννη-Ginnerup είναι ζωγράφος, κάνει γλυπτά και κοσμήματα αλλά γράφει και ποίηση. Δικός της είναι ο μη κερδοσκοπικός Χώρος Τέχνης "Καλαμιώτου 10", ένα διατηρητέο όπου γίνονται διάφορα μαθήματα για την Τέχνη και ποιητικές αναγνώσεις. Η Χαρά Τζάννη κράτησε τις παλιές πόρτες του σπιτιού, τις οποίες ζωγράφισε, πιστεύοντας ότι μόνο μεγάλα, μακρόστενα έργα θα ταίριαζαν στο λιτό χώρο με τους λευκούς, αδρούς τοίχους. Μανουάλια πεταμένα έξω από εκκλησιές της περιοχής και φανάρια του Επιταφίου μετατράπηκαν σε φωτιστικά, εντείνοντας τη μοναστηριακή ατμόσφαιρα του καθιστικού. Τα παιδιά της οικογένειας ενηλικιώθηκαν, έγιναν αρχιτέκτονες και έκαναν τις δικές τους παρεμβάσεις στο εξοχικό σπίτι. Ο Σέργιος, επιστρέφοντας από την Κοπεγχάγη, αποφάσισε να μεγαλώσει τα δωμάτια που έμοιαζαν με κελιά, θυσιάζοντας τα τζάκια τους. Μεγάλωσε και το χώρο της κύριας κρεβατοκάμαρας, ενώ σε μια άκρη της έφτιαξε ένα μικρό μπάνιο. Η Χαρά στην πόρτα της κρεβατοκάμαρας ζωγράφισε τον έφηβο γιο της. Για το σκαλιστό τραπέζι (από ένα παλιό σπίτι της οικογένειας Τρικούπη που δωρίστηκε πριν χρόνια στη μητέρα της) έφτιαξε έναν καθρέφτη με γαλβανιζέ λαμαρίνα και φύλλα μπρούντζου. Πάνω στο τζάκι ακούμπησε μόνο το ζωγραφιστό ζεύγος των αγγέλων της με φτερά από ΝΕΥΡΟΜΕΤΑΛ. Στο δωμάτιο, που χρησιμοποιείται πλέον από τη Νεφέλη, αξιοποιήθηκαν έπιπλα που βρέθηκαν πεταμένα στις παλιές πόλεις της Ρόδου και της Θεσσαλονίκης.

Οσο για τους υπαίθριους χώρους, το τμήμα που εφάπτεται στο σπίτι στρώθηκε με διάφορα υλικά: πλακάκια σαν ψηφιδωτά, cotto και βοτσαλωτά, ενώ τα δέντρα του κήπου φουντώνουν χωρίς κανένα περιορισμό και κρύβουν το σπίτι από το δρόμο. Μια δανέζικη καρέκλα "Σαφάρι" με λουριά, που λύνεται και γίνεται πακέτο, συνδυάζεται με δυο παλιές design πολυθρόνες, μια λευκή μπαμπού, μικρές ελληνικές ψάθινες καρέκλες και παλιά τραπεζάκια που έχει ζωγραφίσει η ιδιοκτήτρια. Το μεγάλο τραπέζι είναι αυτοσχέδιο και στηρίζεται στα σιδερένια κάγκελα ενός μπαλκονιού. Κατασκευές με ξύλα που ξεβράζει η θάλασσα δέθηκαν στην πορτοκαλί πέργκολα και περιμένουν την πνοή του αέρα να δώσει ήχο στην κίνησή τους. Ετσι είναι ολόκληρο το σπίτι: δωρικής λιτότητας, εκφράζει τη φιλοσοφία και τη στάση ζωής των ιδιοκτητών του. Ο μεγάλος αρχιτέκτονας τελειώνοντας το GRAND HOTEL της Ρόδου κι άλλα μεγάλα έργα, επιθύμησε να επιστρέψει στην απλή αυθεντική ζωή. Η λαϊκή αρχιτεκτονική εμπλουτίστηκε σοφά με επιλεγμένα στοιχεία του μοντέρνου ευρωπαϊκού design, δημιουργώντας τη βάση για την ανάπτυξη της προσωπικής έκφρασης των ανθρώπων του σπιτιού της Κρύας Βρύσης, που ζουν για να παίζουν και παίζουν για να ζουν.