Μια καλοκαιρινή, μυκονιάτικη κατοικία ενσαρκώνει τα άφθαρτα ιδεώδη των προγόνων μας, αποθεώνοντας την έννοια του μέτρου και της αρμονίας υπό το αξεπέραστο ελληνικό φως. Κάμπο όσο θωρείς και σπίτι όσο χωρείς, έλεγαν οι παλιότεροι και κάτι ήξεραν! Ας αφαιρέσουμε τον κάμπο, καθώς δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα στη Μύκονο πλέον, και ας περιοριστούμε στο υπόλοιπο του λαϊκού αποφθέγματος. Η κατασκευή ενός μικρού μεν αλλά απολύτως λειτουργικού και άνετου σπιτιού αποτελεί πάντα μέγιστη πρόκληση για έναν αρχιτέκτονα. Ο Σταύρος Γλατζής κέρδισε σε αυτή την περίπτωση το «στοίχημα» που είχε βάλει με τον εαυτό του, δίνοντας ένα όμορφο και λειτουργικό αποτέλεσμα. Κατάφερε, λοιπόν, μέσα σε λίγα τετραγωνικά, να υπερκαλύψει τις ανάγκες μιας παραθεριστικής κατοικίας, προτείνοντας στους ιδιοκτήτες ένα σπίτι όμορφο, που με κανένα τρόπο δεν μπορεί να συγκριθεί με τις χολιγουντιανές βίλες που προκλητικά «ξεφυτρώνουν» στο νησί, θυμίζοντάς μας ότι η έννοια του μέτρου ήταν μια παλιά, ελληνική αρετή! Το σπίτι αποτελείται ουσιαστικά από έναν ενιαίο χώρο που περιλαμβάνει το καθιστικό και την κουζίνα. Ενας τοίχος με μεγάλη πόρτα βαμμένη σε μια γλυκιά, γαλάζια απόχρωση, διαχωρίζει την κρεβατοκάμαρα και το μπάνιο που βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο. Η διακόσμηση όλου του χώρου έχει γίνει με προσοχή και αγάπη από τη Νανώ Γλατζή. Παλιά, νησιώτικα έπιπλα -όπως ο καναπές, οι καρέκλες και το τραπέζι της κουζίνας- που έχουν βαφτεί με λευκή λαδομπογιά, μεγαλώνουν οπτικά το χώρο, προσθέτοντας μια καλοκαιρινή διάθεση. Η συγκεκριμένη επιλογή αποτελεί μια τολμηρή διακοσμητική προσέγγιση, καθώς τα παραδοσιακά έπιπλα συνήθως «κρατούν» το φυσικό χρώμα του ξύλου. Στο χώρο υπάρχουν δύο άνετα, χτιστά καθιστικά με μπλε μαξιλάρια, ενώ για τον ατμοσφαιρικό φωτισμό φροντίζουν παλιές λάμπες γαλλικής και βενετσιάνικης προέλευσης. Η πέτρινη, χαρακτηριστική, νησιώτικη καμάρα και τα παράθυρα με τις χειροποίητες, κοφτές κουρτίνες, δημιουργούν μια παραμυθένια ατμόσφαιρα σε όλο το χώρο. Ο ξενώνας του σπιτιού είναι ένα δεύτερο, εντελώς ξεχωριστό δωμάτιο και μπορεί να φιλοξενήσει είτε τα παιδιά της οικογένειας, είτε κάποιους φίλους. Εξωτερικά, ανάμεσα στα δύο αυτά κτίσματα -τον ξενώνα και το σπίτι- υπάρχει ένα πέρασμα το οποίο έχει καλυφθεί με μια καλαμωτή, δημιουργώντας μια ευχάριστη γωνιά συνάντησης. Εκεί βρίσκονται το βαρύ, ξύλινο, μοναστηριακό τραπέζι, το μπάρμπεκιου και φυσικά τα χτιστά καθιστικά, πλαισιωμένα από γαλάζιες καρέκλες σκηνοθέτη. Την παράσταση όμως κλέβει η απρόσκοπτη θέα προς την πισίνα και τη θάλασσα. Ο αρχιτέκτονας Σταύρος Γλατζής σοφά αποφάσισε ότι κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών οι περισσότερες δραστηριότητες γίνονται έξω. Ετσι, το σπίτι αποτελεί στην ουσία «βοηθητικό χώρο» της πισίνας, του υπαίθριου καθιστικού και του περιβάλλοντα χώρου και χρησιμεύει κυρίως για τον ύπνο. Ολα αυτά τα στοιχεία συνθέτουν το ιδανικό, καλοκαιρινό σκηνικό και δίνουν νόημα στην κλισέ έκφραση «θερινή ραστώνη».
Μια καλοκαιρινή, μυκονιάτικη κατοικία ενσαρκώνει τα άφθαρτα ιδεώδη των προγόνων μας, αποθεώνοντας την έννοια του μέτρου και της αρμονίας υπό το αξεπέραστο ελληνικό φως.