Η Βούλγαρη χορεύει βαλς στο cinemag.gr

04.04.2008
Μια σχέση προσπαθεί να «αναπνεύσει» μέσα στην αποπνικτική ζέστη που περιβάλει τα στενά δρομάκια των Εξαρχείων. Το «Valse Sentimentale» αποτελεί μια άμεση ενδοσκόπηση, των ερωτικών σχέσεων που ξεκινούν, ζουν ελάχιστα και χάνονται σε κάποια γειτονιά της Αθήνας.

Από τον Γιάγκο Αντίοχο

Μια σχέση προσπαθεί να «αναπνεύσει» μέσα στην αποπνικτική ζέστη που περιβάλλει τα στενά δρομάκια των Εξαρχείων. Το «Valse Sentimentale» αποτελεί μια άμεση ενδοσκόπηση, των ερωτικών σχέσεων που ξεκινούν, ζουν ελάχιστα και χάνονται σε κάποια γειτονιά της Αθήνας. Η Κωνσταντίνα Βούλγαρη, με αφορμή την έξοδο της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας της στους κινηματογράφους, μιλά στο cinemag.gr για τα Εξάρχεια, τους πρωταγωνιστές στο μελαγχολικό της βαλς και τα μελλοντικά της σχέδια.

Ποιά είναι η ιστορία που κρύβεται πίσω από το Valse; Πρόκειται για μια αυτοβιογραφική κινηματογραφική αναφορά ή ένα ξεχωριστό «ντοκιμαντέρ» για την περιοχή των Εξαρχείων;

Δεν υπάρχει καμία τρομερή ιστορία, πίσω από το valse sentimentale, είναι μια πολύ προσωπική ταινία, και ο λόγος που την έκανα ήταν κυρίως επειδή είχα πιεστεί πολύ από κάποια πράγματα και ήθελα να τα βγάλω από πάνω μου. Δεν είναι ντοκιμαντέρ των Εξαρχείων, είναι μια ιστορία που θα μπορούσε να συμβαίνει οπουδήποτε, την έκανα στα Εξάρχεια, επειδή εκεί ζω και είναι όλες μου οι αναφορές.

Πιστεύεις ότι η περιοχή που είναι γυρισμένη η ταινία (η ακτίνα 500 μέτρων γύρω από την θρυλική πλατεία) καθορίζει και την ταυτότητα των πρωταγωνιστών της; Τους εγκλωβίζει μέσα στα στενά όρια μιας αστικής κουκίδας ή τους δίνει απλά ένα χώρο για να εκφράσουν κάτι τελείως διαφορετικό;

Τα Εξάρχεια είναι το πιο αγαπημένο μου μέρος στον κόσμο. Και σίγουρα με έχουν καθορίσει. Και σίγουρα η πολιτική τους ιστορία και συνέχεια είναι και ένας λόγος που έχω επιλέξει να ζω εκεί. Από την άλλη ως κάτοικος Εξαρχείων έχω να πω ότι μου τη σπάει ο τρόπος που κατηγοριοποιείται ένας χώρος, μια γειτονιά, άνθρωποι και ιδέες, από τα ΜΜΕ με όρους «trendy», «alternative», «emo», «γκέτο κουκουλοφόρων» και όλα αυτά που λέγονται για τα Εξάρχεια. Είναι μια πολύ ζωντανή και ελεύθερη γειτονιά. Οι ήρωές μου είναι εγκλωβισμένοι, αλλά για άλλους λόγους, και τα στενά των Εξαρχείων αν είναι κάτι είναι η ανάσα τους, το σπίτι τους, η φωλιά τους.

Πιστεύεις ότι η ιστορία των πρωταγωνιστών του Valse είναι ο κανόνας και στην αληθινή ζωή, όπου ο καθένας κουβαλά τις νευρώσεις του σε μια σχέση που έχει εξ αρχής μια αυτοκαταστροφική πορεία; Είναι τελικά τόσο δύσκολες οι σχέσεις στις μέρες μας;

Ναι! Νομίζω, για την ακρίβεια είμαι σίγουρη ότι ο τρόπος που συμπεριφέρονται οι χαρακτήρες στην ταινία μου δεν έχει να κάνει ούτε με τον τρόπο ζωής τους, ούτε με την ηλικία τους. Τουλάχιστον για τους ανθρώπους που όταν αγαπάνε κάποιον θέλουν να δίνονται ολοκληρωτικά, που δεν ψάχνουν μια σχέση βολέματος αλλά έναν μεγάλο έρωτα, τα πράγματα είναι δύσκολα και επίπονα. Σίγουρα τα πρότυπα που μας προβάλουν τα κανάλια, τα περιοδικά, η κοινωνία με τους θεσμούς της για το τι είναι «επιτυχία», «ευτυχία», δεν έχουν καμία σχέση με αυτά που εγώ θεωρώ σημαντικά και σίγουρα με τους μηχανισμούς της καταστέλλει οποιαδήποτε μορφή αντίδρασης, διαφορετικότητας... Στην συγκεκριμένη ταινία η αντίδραση μπορεί να είναι η αθωότητα με την οποία θέλουν οι ήρωές μου να ζήσουν τη ζωή τους, και το ότι είναι δυστυχισμένοι είναι και αποτέλεσμα μιας κοινωνίας που δεν μπορεί να τους χωρέσει πουθενά.

Πόσο εύκολο ήταν για σένα να γυρίσεις μια μεγάλου μήκους ταινία στην Ελλάδα;

Το πιο δύσκολο για μένα ήταν να πιστέψω ότι μπορώ να κάνω μια ταινία, και να ξεντραπώ. Υπάρχουν άνθρωποι που με βοήθησαν πάρα πολύ, όλα τα παιδιά που δούλεψαν στην ταινία μου, οι γείτονές μου, ήταν μια πολύ ομαδική δουλειά που νομίζω και θέλω να πιστεύω ότι όλοι έβαλαν ένα κομμάτι από τον εαυτό τους. Αυτό είναι το πιο σημαντικό, το ότι όταν μαζεύονται κάποιοι άνθρωποι που νοιώθουν κάποια πράγματα κοινά και θέλουν να τα εκφράσουν, έχουν τρομερή δύναμη. Δύναμη που δεν μετριέται ούτε με όρους χρημάτων, ούτε με τίποτα.

Πως προέκυψε η συνεργασία σου με το Θάνο Σαμαρά και τη Λουκία Μιχαλοπούλου;

Τη Λουκία δεν την ήξερα, την είδα σε ένα κάστινγκ, και μετά το δοκιμαστικό που της έκανα έκλαιγα και εγώ, και ο αδερφός μου που ήμασταν μέσα στο δωμάτιο. Αυτό ήταν! Τον Θάνο τον ήξερα σαν ηθοποιό, τον θαύμαζα, και ντρεπόμουνα στην αρχή να τον πάρω τηλέφωνο, αλλά μετά από πολλή συζήτηση και με την Λουκία είπαμε: «δεν γαμιέται; τι έχουμε να χάσουμε;». Του άρεσε και δέχτηκε.

Ετοιμάζεις κάτι καινούργιο στο άμεσο μέλλον;

Θέλω πολύ να κάνω κι άλλη ταινία, αλλά δεν μπορώ να πω προς το παρόν κάτι, γιατί δεν είμαι σίγουρη. Το μόνο που μπορώ και θέλω να πω είναι, ότι επειδή μου τη σπάνε πολλά πράγματα, δε νομίζω να είναι τόσο γλυκιά όσο μπορεί να είναι το «Valse Sentimentale». Θα είναι μάλλον θυμωμένη, εκτός κι αν μέχρι τότε έχουν συμβεί πράγματα που με κάνουν να αλλάξω γνώμη για τη ζωή, αλλά μάλλον δεν το βλέπω.