Πρόκειται για την ιστορία του Αμερικανού πρέσβη Τζόζεφ Γουίλσον και της γυναίκας του (πράκτορα της CIA) Βάλερι Πλέιμ Γουίλσον η ταυτότητα της οποίας αποκαλύφθηκε προξενώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις σε ολόκληρο το πολιτικό και δημοσιογραφικό σύστημα των ΗΠΑ. Στο «Fair Game» τους ερμηνεύουν ο ΣονΠεν και η Ναόμι Γουότς- παρούσα με δεύτερη ταινία στις Κάννες μετά το «Θα γνωρίσεις ένα ψηλό μελαχρινό» του Γούντι Άλλεν.
Ας θυμηθούμε όμως την αληθινή ιστορία, αφού κι η ταινία την ακολουθεί ευλαβικά καταγράφοντας βήμα προς βήμα ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της αμερικανικής πολιτικής ιστορίας.
Τον Φεβρουάριο του 2002 ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στην Γκαμπόν Τζόζεφ Γουίλσον στάλθηκε από την CIA στην Νιγηρία για να ερευνήσει αν γίνεται παράνομη εξαγωγή ουρανίου, το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από το Ιράκ στην κατασκευή πυρηνικών όπλων. Διαπιστώνει ότι όχι μόνο δεν γίνεται τέτοια εξαγωγή, αλλά και ότι τα έγραφα που η CIA είχε στα χέρια της για το θέμα, είναι πλαστά.
Παρόλα αυτά τον Ιανουάριο του 2003 ο Τζορτζ Μπους δηλώνει επίσημα ότι «μέσω της βρετανικής κυβέρνησης έγινε γνωστό ότι ο Σαντάμ έχει παραλάβει σημαντικές ποσότητες ουρανίου από την Αφρική».
Έτσι στις 20 Μαρτίου του 2003 η Αμερική και οι σύμμαχοί της αρχίζουν να βομβαρδίζουν την Βαγδάτη με σύνθημα να «επιστρέψουν το Ιράκ στο λαό του».
Στις 6 Ιουλίου του 2003 ο Τζόζεφ Γουίλσον δημοσιεύει ένα άρθρο στους New York Times δίνοντας την δική του εκδοχή για όλες τις πληροφορίες που αγνοήθηκαν «επειδή ήταν αντίθετες με μια προκατειλημμένη ιδέα που είχαμε για το Ιράκ» και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Αμερική «μπήκε στον πόλεμο με λάθος σκεπτικό».
Αμέσως μετά, στις 14 Ιουλίου του 2003 η εφημερίδα «Washington Post» αποκαλύπτει ότι η σύζυγος του Γουίλσον είναι πράκτορας της CIA- πράξη που αποτελεί ομοσπονδιακό αδίκημα.
Οι δημοσιογράφοι όμως που αποκάλυψαν την πληροφορία αρνούνται να αποκαλύψουν και τις πηγές τους καλυπτόμενοι πίσω από το «δημοσιογραφικό απόρρητο». Αρχίζει λοιπόν ένας τρομερός πόλεμος λάσπης, συκοφαντιών και απειλών, πηγή του οποίου είναι βέβαια ο Λευκός Οίκος και το Πεντάγωνο.
Η είδηση κάνει τον γύρο του κόσμου και τα αμερικανικά τηλεοπτικά παράθυρα γεμίζουν με υποστηρικτές, αλλά και κατήγορους των Γουίλσον.
Τελικά, τον Δεκέμβριο του 2003 γίνεται γνωστό ότι οι άνθρωποι που διέρρευσαν τις πληροφορίες για την ταυτότητα της συζύγου του Γουίλσον ήταν δύο από τους πιο κοντινούς συνεργάτες του Μπους και του Αντιπροέδρου Ντικ Τσένι.
Φυσικά οι New York Times, ως σοβαρή εφημερίδα, θα παραδεχτούν τον Οκτώβριο του 2005 το λάθος τους και θα απομονώσουν την δημοσιογράφο αφού «πέντε από έξι άρθρα που έγραψε για τα όπλα μαζικής καταστροφής του Ιράκ ήταν ψεύτικα».
Όσο για το «βαθύ λαρύγγι» που έδωσε την απόρρητη πληροφορία θα καταδικαστεί τον Ιούνιο του 2007 σε δύο χρόνια φυλάκιση, θα πάρει όμως αμέσως χάρη από τον ίδιο τον Πρόεδρο.
Αυτή είναι η αληθινή ιστορία που ο σκηνοθέτης Νταγκ Λάιμαν («The Bourne Identity», «Mr. & Ms. Smith») μεταφέρει βασισμένος στα δυο βιβλία που έγραψαν οι δύο άμεσα εμπλεκόμενοι, τους οποίους ερμηνεύουν ο Σον Πεν και η Ναόμι Γουότς.
Όσο ενδιαφέρουσα όμως είναι η αληθινή ιστορία, τόσο κοινότοπη και επίπεδη είναι η ταινία, η οποία πολύ γρήγορα σε κάνει να ξεχάσεις την κατασκευαστική ικανότητα του σκηνοθέτη της και να επικεντρωθείς στις αμέτρητες ευκολίες που θυμίζουν όλες τις γνωστές κινηματογραφικές συνταγές. Ναι, έχει ρυθμό και ταχύτητα, η ιστορία τρέχει γρήγορα και το μοντάζ είναι υποδειγματικό, όμως όλα αυτά νομίζεις ότι τα έχεις ξαναδεί- και με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Ενδιαφέρον όμως είχε επίσης και η συνέντευξη Τύπου στο φεστιβάλ Καννών. Δεκάδες πολιτικές ερωτήσεις ακούστηκαν για τον πόλεμο στο Ιράκ, ο σκηνοθέτης όμως έλεγε ότι η ταινία του δεν είναι παρά μια απολαυστική περιπέτεια για δυο ανθρώπους που αγαπιούνται και βρίσκονται στο κέντρο μιας ταραγμένης κατάστασης. Η αλήθεια είναι ότι οι Αμερικανοί σκηνοθέτες το κάνουν αυτό συχνά, διότι ο όρος «πολιτική ταινία» είναι καταστροφή για το μποξ όφις. Ο έντονα πολιτικοποιημένος Σον Πεν πάντως δεν ήρθε στις Κάννες διότι θα έπρεπε να συμμετάσχει σε μια επιτροπή της Γερουσίας για τον σεισμό της Αϊτής.
Το βράδυ της προβολής της ταινίας στο φεστιβάλ Καννών η Ναόμι Γουότς ανέβηκε τα κόκκινα σκαλιά κρατώντας από το χέρι την αληθινή Βάλερι Γουίλσον, ενώ παρών ήταν και ο πρώην πρέσβης σύζυγός της.