Τι έκανες μπαμπά από το 1931 μέχρι το 1946;

28.02.2008
Οποτε ήθελε να δώσει μια ένδειξη της πίστης του στις απειροελάχιστες λεπτομέρειες που καταλήγουν να μας καθορίζουν απόλυτα, ο Μπουνιουέλ επαναλάμβανε πάντα το παράδειγμα του Πόντιου Πιλάτου: τι θα γινόταν εάν, αντί να αποφανθεί «νίπτω τας χείρας μου», ο Ρωμαίος έπαρχος της Ιουδαίας απελευθέρωνε ενάντια σε όλα τα προγνωστικά τον Ιησού τον Ναζωραίο;

Οποτε ήθελε να δώσει μια ένδειξη της πίστης του στις απειροελάχιστες λεπτομέρειες που καταλήγουν να μας καθορίζουν απόλυτα, ο Μπουνιουέλ επαναλάμβανε πάντα το παράδειγμα του Πόντιου Πιλάτου: τι θα γινόταν εάν, αντί να αποφανθεί «νίπτω τας χείρας μου», ο Ρωμαίος έπαρχος της Ιουδαίας απελευθέρωνε ενάντια σε όλα τα προγνωστικά τον Ιησού τον Ναζωραίο;

«Οι συμπτώσεις είναι ο μεγάλος κυρίαρχος των πραγμάτων», απαντούσε ο Μπουνιουέλ όταν του ζητούσαν να εξηγήσει γιατί από τις ταινίες του αγαπούσε περισσότερο το «Φάντασμα Της Ελευθερίας». Εάν εξιστορούσε εν τάχει τη θεωρούμενη ως αδρανή δεκαπενταετία της καριέρας του, θα αποστόμωνε και τους πιο δύσπιστους. Οποτε ήθελε να δώσει μια ένδειξη της πίστης του στις απειροελάχιστες λεπτομέρειες που καταλήγουν να μας καθορίζουν απόλυτα, ο Μπουνιουέλ επαναλάμβανε πάντα το παράδειγμα του Πόντιου Πιλάτου: τι θα γινόταν εάν, αντί να αποφανθεί «νίπτω τας χείρας μου», ο Ρωμαίος έπαρχος της Ιουδαίας απελευθέρωνε ενάντια σε όλα τα προγνωστικά τον Ιησού τον Ναζωραίο; Απλούστατα, ο τελευταίος θα πέθαινε σε βαθιά γεράματα περιτριγυρισμένος από δεκάδες μαθητές του. Και ο σύγχρονος πολιτισμός δεν θα υφίστατο ως τέτοιος.

Το παραπάνω υποθετικό παίγνιο διατηρεί μια σχέση εμφανούς αναλογίας με την περίπτωση του Μπουνιουέλ. Ηταν ο ίδιος που επέλεξε να μείνει μακριά από το κινηματογραφικό προσκήνιο ή η επιλογή ανήκει σε μια σειρά από διαβολικές συγκυρίες; Μήπως δεν μπορεί να γίνει διαχωρισμός ανάμεσα στα δύο; Και εν πάση περιπτώσει, πόσο μακριά ήταν ο Μπουνιουέλ από το να μην γίνει ποτέ Μπουνιουέλ; Ο ίδιος δε φρόντισε ποτέ να δώσει υπερβολικές εξηγήσεις για την δεκαπενταετία της «εξαφάνισής» του (από το 1931 μέχρι και το 1946), που την ίδια στιγμή αποτέλεσε την πιο ταραχώδη της ζωής του. Το μόνο σίγουρο είναι ότι όλα ξεκινούν μετά το σκάνδαλο της «Χρυσής Εποχής», όταν αντιπρόσωπος της MGM επί ευρωπαϊκού εδάφους βλέπει την ταινία, ομολογεί ότι δεν κατάλαβε την τύφλα του αλλά υποθέτει ότι αποτελεί δείγμα γραφής σπάνιου ταλέντου και προσφέρει στο Μπουνιουέλ εισιτήριο για την κινηματογραφική Μέκκα. Μετά από την απαραίτητη έγκριση από τη σουρεαλιστική ομάδα, ο τριαντάχρονος σκηνοθέτης περί τα τέλη του 1930 θα σαλπάρει για Χόλιγουντ με ένα πλοίο ονόματι «Λεβιάθαν», χωρίς να γνωρίζει ούτε λέξη αγγλικά. Προηγουμένως θα έχει ζητήσει από τον Γάλλο σουρεαλιστή Αντρέ Μπρετόν να του φτιάξει το αναλυτικό ωροσκόπιό του, κι εκείνος θα αποφανθεί ότι ο Μπουνιουέλ θα πεθάνει ή από λάθος φαρμακευτική αγωγή ή σε μια μακρινή θάλασσα.

Παρά τις διασκεδαστικά δυσοίωνες προβλέψεις, η χολιγουντιανή περιπέτεια μπορεί να μην ανοίγει καμιά κερκόπορτα επαγγελματικής καταξίωσης, αλλά προσφέρει στον Μπουνιουέλ μια πρώτης τάξης ευκαιρία για δημιουργικό τουρισμό. Ανάμεσα στις σχέσεις που συνάπτει ξεχωρίζει η φιλία με τον Τσάρλι Τσάπλιν, σφυρηλατημένη μέσα από αλλεπάλληλα κοκτέιλ δίπλα στην πισίνα αλλά και ένα ανολοκλήρωτο όργιο που ο Μπουνιουέλ δεν παραλείπει να αναφέρει στην αυτοβιογραφία του. Μετά από το διάλειμμα για χολιγουντιανή ντόλτσε βίτα, ο ήρωάς μας παίρνει τον δρόμο της επιστροφής στο Παρίσι. Ενα από τα μεγαλύτερα αινίγματα της περιόδου που ακολουθεί παραμένει η σχέση του με το γαλλικό κομουνιστικό κόμμα, για την οποία ο ίδιος θολωνε επιμελώς τα νερά. Τη μία αρνιόταν την οποιαδήποτε ένταξή του, την άλλη του θύμιζαν ότι ο Λουί Αραγκόν (σύμβολο της κομμουνιστικής αριστεράς) επιβεβαίωνε το ακριβώς αντίθετο και ο Μπουνιουέλ απαντούσε «Ε, εάν το λέει ο Αραγκόν...».

Οσο για τις σχέσεις του με τη σουρεαλιστική ομάδα, σταδιακά κλείνουν τον κύκλο τους και εισέρχονται στη φάση ενός πολιτισμένου διαζυγίου. Αντιθέτως, ο πολυετής αρραβώνας με την αγαπημένη του, Ζαν Ρουκάρ, επισημοποιείται με όρκους που θα κρατήσουν μέχρι τέλους. Ο Μπουνιουέλ βγάζει το ψωμί του κάνοντας ντουμπλάζ για λογαριασμό της Paramount, βρίσκεται συνεχώς με το ένα πόδι στην Ισπανία και τελικά σκηνοθετεί μετά κόπων και βασάνων το μικρού μήκους ντοκιμαντέρ «Γη Χωρίς Ψωμί» στα βουνά της Εστρεμαδούρα: υπέροχο πάντρεμα εικόνων βαρβαρότητας με ένα δωρικό voice over και τη μεγαλοπρεπή Τέταρτη Συμφωνία του Γιόχαν Μπραμς, που, όπως είναι φυσικό, προκαλεί κι αυτό, όπως ο «Ανδαλουσιανός Σκύλος» και η «Χρυσή Εποχή» αντιφατικές αντιδράσεις.

Ο Μπουνιουέλ παραμένει στο σινεμά, αλλά αποφασίζει να αξιοποιήσει το σύντομο χολιγουντιανό μάθημα και να δοκιμάσει την καρέκλα του παραγωγού. Ιδρύει την εταιρεία Filmofono, με προσανατολισμό κομμένο και ραμμένο στα γούστα του ισπανικού κοινού και επιβλέπει όλα τα στάδια της παραγωγής (ενίοτε φυσικά και της σκηνοθεσίας, μεταξύ μας) στα ελάχιστα - άγνωστα στο μεγαλύτερο μέρος τους - πρότζεκτ που θα προλάβει να πραγματοποιήσει. Το ξέσπασμα του ισπανικού εμφυλίου θα ρίξει τον Μπουνιουέλ σε νέες φουρτούνες. Στράτευση στο πλευρό των Δημοκρατικών, δουλειές κάθε είδους για την ισπανική πρεσβεία του Παρισιού, απογοήτευση από τη φρανκική επέλαση και νέα φυγή ξανά για την Αμερική. Κυριολεκτικά άπατρις αυτή τη φορά, ο Μπουνιουέλ βρίσκει δουλειά στο περίφημο Museum of Modern Art της Νέας Υόρκης (ΜΟΜΑ), όπου μεταξύ άλλων μοντάρει εκ νέου ταινίες της ναζιστικής προπαγάνδας.

Ενα πισώπλατο μαχαίρωμα από τον πάλαι ποτέ συνοδοιπόρο στην τρέλα Σαλβαντόρ Νταλί θα τον ρίξει στην ανεργία και χωρίς να το καλοσκεφτεί βρίσκεται να κυνηγάει την τύχη του στο Μεξικό. Εκεί ένας Ρώσος παραγωγός του κάνει μια πρόταση που δε μπορεί να αρνηθεί, και τον αναγκάζει να γυρίσει στις Η.Π.Α. για να φωνάξει βιαστικά στην γυναίκα του «Ετοίμασε βαλίτσες! Αλλάζουμε χώρα!». Μετά από ένα εξουθενωτικό πινγκ πονγκ με την Τύχη, ήταν έτοιμος να γίνει ο Μπουνιουέλ.

Ο σκιώδης κύριος Avida Dollars *

Από τον Κωνσταντίνο Σαμαρά

Ενώ ο Μπουνιουέλ πάσχιζε να προσαρμοστεί στην αμερικανική πραγματικότητα, δεν υποψιαζόταν ότι ο άνθρωπος με τον οποίο ξεκίνησαν χέρι χέρι θα του τραβούσε το χαλί κάτω από τα πόδια, ελαφρά τη καρδία. Σε ένα βιβλίο γεμάτο «εκ βαθέων» εξομολογήσεις, ο Σαλβαντόρ Νταλί δεν θα παρέλειπε να σχολιάσει την αθεϊα και τις κομουνιστικές «παρεκκλίσεις» του Μπουνιουέλ, μετατρέποντάς τον αυτόματα σε μαύρο πρόβατο για το ΜΟΜΑ. Χωρίς κανένα ίχνος τύψης, ο καταξιωμένος πια ζωγράφος θα τόνιζε επίσης αργότερα ότι όλα ήταν ζήτημα αυτοπροβολής. Εξαιρετικό δείγμα κακώς εννοούμενου κυνισμού, που σύμφωνα με τον Μπουνιουέλ και τους υπόλοιπους σουρεαλιστές οφείλεται στην υπνωτική επίδραση της εντελώς αδίστακτης Γκαλά, της γυναίκας που μεταμόρφωσε τον καλλιτέχνη Salvador Dali στον άπληστο έμπορο Avida Dollars. Οι πάλαι ποτέ φίλοι που είχαν δημιουργήσει τον «Ανδαλουσιανό Σκύλο» σε καθεστώς αξιοζήλευτης σύμπνοιας (και που είχαν σταματήσει να συμφωνούν ήδη στις αρχές των γυρισμάτων της «Χρυσής Εποχής», ενώ ο Μπουνιουέλ θα αρνιόταν κατηγορηματικά μία απόπειρα σίκουελ του «Σκύλου» που του πρότεινε ο Νταλί το 1966) ήταν πια δύο ξένοι. Και, με κάποια μνησικακία, ας ελπίζουμε η Ιστορία να αποκαταστήσει τους συσχετισμούς: η σουρεαλιστική ευφυϊα του Μπουνιουέλ στέλνει τον Νταλί στην παιδική χαρά.

* αναγραμματισμός του ονόματος του Σαλβαντόρ Νταλί που μεταφράζεται ως αχόρταγος για δολάρια.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ