Υποψία

31.03.2010
Η Κάθριν, επιτυχημένη γυναικολόγος του Τορόντο, αρχίζει να αμφιβάλλει για την πιστότητα του κορτάκια συζύγου της καθηγητή Φιλολογίας, ειδικά δε μετά την αναβολή της επιστροφής του από ένα επαγγελματικό ταξίδι στη Νέα Υόρκη την ημέρα που του είχε οργανώσει ένα πάρτι γενεθλίων.

Η Κάθριν, επιτυχημένη γυναικολόγος του Τορόντο, αρχίζει να αμφιβάλλει για την πιστότητα του κορτάκια συζύγου της καθηγητή Φιλολογίας, ειδικά δε μετά την αναβολή της επιστροφής του από ένα επαγγελματικό ταξίδι στη Νέα Υόρκη την ημέρα που του είχε οργανώσει ένα πάρτι γενεθλίων. Αποφασισμένη να επιβεβαιώσει τις υποψίες της αναθέτει σε μια χυμώδη πόρνη πολυτελείας, που γνώρισε τυχαία στις τουαλέτες ενός εστιατορίου, να τον αποπλανήσει και να της αναφέρει λεπτομέρειες των συνευρέσεών τους έπειτα από κάθε ραντεβού.


Κι ενώ αρχικά νιώθει αποστροφή για τα όσα ακούει από τη νεαρή επαγγελματία, βαθμιαία αντιλαμβάνεται το δικό της ερωτικό ξύπνημα, κάτι που θα έχει απρόβλεπτες επιπτώσεις στην οικογενειακή ζωή της... Πάνω που νομίζαμε πως ο Ατόμ Εγκογιάν είχε στερέψει από έμπνευση και απλώς ανακυκλωνόταν (ειδικά μετά το υπερφορτωμένο δράμα «Adoration» που είχε πρωτοπαρουσιαστεί προ διετίας στο επίσημο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Κανών, αλλά δεν προβλήθηκε ποτέ κανονικά στις ελληνικές αίθουσες), ιδού μια ευχάριστη έκπληξη, που βρίσκει τον Καναδοαρμένιο δημιουργό ανανεωμένο.

Να επιστρέφει μεν στην οξεία παρατηρητικότητα που είχε επιδείξει με σύνθετα πλέγματα σχέσεων τύπου «Εξότικα», αλλά να την τοποθετεί υπό το «εκκρεμές» ενός χιτσκοκικού θρίλερ - πολύ πιο αποτελεσματικά από το ανάλογο πάντρεμα που είχε επιχειρήσει το 2005 με το «Εκεί που βρίσκεται η αλήθεια».

Σεναριακή αφετηρία είναι εδώ το ακαδημαϊκό, μάλλον φλύαρο γαλλικό δράμα της Αν Φοντέν «Ναταλί» (2003), από το οποίο ο Εγκογιάν κράτησε μονάχα την αρχική ιδέα, για να τη μετουσιώσει σε μια δική του κινηματογραφική μελέτη πάνω στη γυναικεία ζήλια και ανασφάλεια, έτσι όπως αυτές κεντρίζονται στην ηλεκτρονική εποχή (τα SMS και τα μέιλ είναι βασική πηγή των υποψιών της Κάθριν), όπως και την ανά πάσα στιγμή (και ηλικία) εύθραυστη γυναικεία σεξουαλικότητα. Ειδικά δε έπειτα από μια μακρά περίοδο ασυνείδητης αμέλειας (στην περίπτωση της συζύγου) ή συνειδητής συναισθηματικής αποχής (στην περίπτωση της πόρνης).

Οχι ότι το τελευταίο, αλά «Ολέθρια σχέση», κομμάτι του φιλμ φείδεται μικροευκολιών, επισκιάζεται, όμως, από το κεντρικό θέμα, το οποίο ούτε στιγμή δεν παύει να δονείται υπό το έντονο διαπεραστικό βλέμμα του Εγκογιάν (που εδώ υπογράφει την πιο εκρηκτική σε ερωτισμό δουλειά του), τα αγέρωχα κάλλη της Τζούλιαν Μουρ ή τα μεγάλα, εκφραστικά μάτια της ανερχόμενης Αμάντα Σέιφριντ - αποκαλυπτική εδώ μετά το «ανάλαφρο» ντεμπούτο της στο «Mamma mia!».

Το 2003
Στο πρωτότυπο γαλλικό φιλμ του 2003 τους ρόλους είχαν ερμηνεύσει οι Φανί Αρντάν, Εμανουέλ Μπεάρ και Ζεράρ Ντεπαρντιέ.


Ρόμπυ Εκσιέλ