Νέα στοιχεία για την καταγωγή και τις αντιδράσεις των ζόμπι και τομή στο είδος έκανε ο Ντάνι Μπόιλ με το «28 Μέρες Μετά». Ο σκηνοθέτης του «Τrainspotting» εισήγαγε το στοιχείο του ιού που ξεφεύγει από κάποιο εργαστήριο, μεταδίδει μια ιδιότυπη λύσσα και μεταμορφώνει τους πάντες σε ζόμπι. Ενα μόλις χρόνο μετά την 11η Σεπτεμβρίου, η αλληγορία για την αήττητη και αόρατη απειλή ήταν εμφανής, ενώ η έξαρση του SARS (τον Νοέμβριο του 2002, όταν βγήκε η ταινία) και η γρίπη των πουλερικών που ακολούθησε υπογράμμισαν τον προφητικό της χαρακτήρα για την επερχόμενη παγκόσμια, επιδημία. Στο «28 Μέρες Μετά», ολόκληρο το κοινωνικό σύστημα βρίσκεται σε διάλυση. Ακόμη και ο στρατός (μηχανισμός σταθερότητας και ασφάλειας) εκτρέπεται και λειτουργεί ως μηχανισμός αποσταθεροποίησης.
Το σίκουελ αρχίζει από αυτό ακριβώς το σημείο. Την αποσταθεροποίηση των πάντων. Την ολοκληρωτική εκτροπή. Η Βρετανία είναι μεν καθαρή από τον ιό, αλλά έχει, στην ουσία, καταληφθεί από τον στρατό των ΗΠΑ, σα να ήταν ανίκανη να προστατευτεί από το δικό της στρατό. Οι επιζώντες λοιπόν επιστρέφουν στη χώρα και οδηγούνται στην ελεγχόμενη «καθαρή» ζώνη του Λονδίνου. Ενας από αυτούς (ο Ρόμπερτ Καρλάιλ) λέει στα παιδιά του ότι η μητέρα τους κόλλησε τον ιό και πέθανε. Στην πραγματικότητα την εγκατέλειψε αβοήθητη. Τα παιδιά την ανακαλύπτουν ζωντανή και τη φέρνουν στο Λονδίνο, εκείνη όμως είναι φορέας του ιού και τον μεταδίδει στον πατέρα. Για πρώτη φορά η μετάδοση γίνεται με φιλί κι όχι με δάγκωμα, ανοίγοντας έτσι ένα νέο κύκλο αποσταθεροποίησης, που αφορά πια την οικογένεια και ίσως την ερωτική επαφή (AIDS;). Η μητέρα, ο πατέρας και τα παιδιά ανήκουν σε τρία διαφορετικά στρατόπεδα που το ένα μάχεται το άλλο με μοναδικό σκοπό την επιβίωση. Και το πιο τραγικό από όλα είναι ότι η επιβίωση του κάθε στρατοπέδου μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την πλήρη εξόντωση των άλλων δυο.
Ο 40χρονος Ισπανός σκηνοθέτης (γνωστός από το «Ιntacto», που είδαμε το 2001 στις «Νύχτες Πρεμιέρας») δείχνει έναν κόσμο ζοφερό και αδιέξοδο και χρησιμοποιεί όλα τα κλισέ του horror, χωρίς να τα εξαντλεί. Η πεσιμιστική του άποψη για το τέλος της κοινωνικής και οικογενειακής προστασίας είναι θετικά αναπάντεχη, η απουσία όμως του Μπόιλ είναι εμφανής: οι χαρακτήρες είναι αδύναμοι, οι σκηνοθετικές ευκολίες αρκετές και οι προβλέψιμες λύσεις συχνά κουράζουν. Αναμφίβολα ενδιαφέρον και αρκούντως τρομακτικό, όχι όμως και αντάξιο του προηγούμενου.
ΟΡΕΣΤΗΣ ΑΝΔΡΕΑΔΑΚΗΣ