«Ντρεπόμαστε που ο Πρόεδρος Μπους κατάγεται κι αυτός από το Τέξας». Ηταν Μάρτιος του 2003 και η Αμερική έμπαινε στο Ιράκ. Αυτή η δήλωση της Νάταλι Μέινς, τραγουδίστριας των Dixie Chicks, έσκασε σαν βόμβα, ενώ η ωστική της δύναμη -έτσι όπως πολλαπλασιάστηκε στα αμερικανικά media- αποδείχτηκε μοιραία για την εμπορική πορεία του γκρουπ. Ταυτόχρονα, όμως, η ίδια δήλωση πρόσφερε ένα εντελώς διαφορετικό μικρόφωνο στα τρία κορίτσια της κάντρι μουσικής σκηνής: σύσσωμος ο περιοδικός και τηλεοπτικός πολιτικός Τύπος περίμενε στην ουρά για μία συνέντευξη από τις γυναίκες που τόλμησαν να τα βάλουν με τον Πρόεδρο την εποχή της μεγάλης του δημοτικότητας. Κάπως έτσι ένα girl-band βρίσκεται μπροστά στο δίλημμα: να ζητήσουν δημόσια συγγνώμη από το ακροδεξιό κοινό της κάντρι, σώζοντας την καριέρα τους ή να επιμείνουν στις απόψεις τους;
Η κάμερα των Κοπλ και Πεκ ενσωματώνεται στην καθημερινότητα των Dixie Chicks στα τρία χρόνια που ακολούθησαν τη διαβόητη δήλωση. Δεν επεμβαίνει, δεν κρίνει, δεν παίρνει θέση, απλά καταγράφει. Νιώθουμε σαν μύγες στον τοίχο των meeting rooms όπου επιχειρείται από τους δικηγόρους της Sony να «κουκουλωθεί» η κρίση, σε καμαρίνια και δωμάτια ξενοδοχείων όπου τα κορίτσια προσπαθούν να συνειδητοποιήσουν το πολιτικό παιχνίδι που παίζεται γύρω τους, στα στούντιο όπου ηχογραφούνται τα ακόμα πιο δυναμικά και με επιθετικό στίχο κομμάτια του επόμενου cd τους.
Το μοντάζ κάνει χρονικά άλματα και πισωγυρίσματα μέσα σε αυτά τα τρία χρόνια, όπου η πολιτική κατάσταση αλλάζει, οι φωνές χαμηλώνουν, οι Αμερικανοί πατριώτες παραλαμβάνουν τα παιδιά τους από το Ιράκ σε φέρετρα, η δημοτικότητα του Μπους πέφτει. Ταυτόχρονα, οι Dixie Chicks παραμένουν ενωμένες σε μία συγκινητική μητριαρχική αδελφότητα. Γυναίκες κι όχι κοριτσάκια που εύκολα χειραγωγούνται από τα σαρκοβόρα media, ρισκάρουν, στέκονται στο ύψος των περιστάσεων, εκτονώνουν άποψη και οργή με τον μόνο τρόπο που ξέρουν: ηχογραφώντας τη μουσική τους.
Τροφή για σκέψη για το ρόλο των «ψυχαγωγών» στη σύγχρονη εκκωφαντική πολιτική εποχή: τους θέλουμε παλιάτσους χωρίς άποψη ή καλλιτέχνες με λόγο; Από την άλλη, η «άποψη» είναι πολιτική ανάγκη ή εργαλείο του μάρκετινγκ;
Κάπου ο Μπομπ Ντίλαν ίσως να χαμογελά πικραμένα και με νόημα...
ΠΟΛΥ ΛΥΚΟΥΡΓΟΥ