Να σου πω γιατί γούσταρα τόσο αυτή την ταινία; Καταρχάς γιατί δεν πουλάει μούρη σε κανέναν και δεν προφασίζεται τίποτα. Γιατί το μόνο που ζητά είναι να σε κάνει μέτοχο της παρεϊστικης λογικής και της «χύμα» διάθεσης που τόσο γενναιόδωρα ξέρει να προσφέρει. Γιατί είναι χειροποίητη, φτιαγμένη με πολλή αγάπη και απέραντο μεράκι. Γιατί δεν την βοήθησε κανείς να φτάσει μέχρι την οθόνη, εκτός από μια χούφτα νεαρά παιδιά που ονειρεύτηκαν να την κάνουν πραγματικότητα.
Το Τσίου... είναι ερασιτεχνικό και φορτωμένο ατέλειες. Αποτελεί όμως την πιο ψυχαγωγική και ανεπιτήδευτη ταινία που βγήκε από το ελληνικό σινεμά εδώ και καιρό. Ο σκηνοθέτης και η παρέα του συνειδητοποίησαν, βλέπεις, ότι το παν στη δημιουργία μιας ταινίας δεν είναι τα πολλά χρήματα, ούτε τα άνετα μέσα παραγωγής. Είναι η επιθυμία να διηγηθείς μια ιστορία, να μοιραστείς ένα αστείο με κάποιον φίλο, να βγεις με μια κάμερα και να συλλάβεις το τι γίνεται γύρω σου, στους δρόμους που περπατάς, στην πόλη που ζεις. Είναι οι ολοζώντανοι χαρακτήρες που σκαρφίστηκες, οι αυτοσχεδιασμοί που επέτρεψες, οι απολαυστικοί διάλογοι που αποτύπωσες στο χαρτί, το χιούμορ που χρησιμοποίησες για να εμβολίσεις ένα φύσει δύσκολο θέμα.
Το Τσίου... έχει παλμό, ένα τέλεια ορθωμένο κωμικό σύμπαν και ένα από τα πιο σπιρτόζικα σενάρια που μίλησαν ελληνικά τον τελευταίο καιρό. Τι με φτιάχνει περισσότερο στην περίπτωσή του; Το πόσο εύστοχα προτείνει λύσεις σε πολλά αδιέξοδα στα οποία έχει περιέλθει το σινεμά αυτής της χώρας. Κόντρα στη σοβαροφάνεια και το δήθεν που τείνουν να γίνουν δόγμα, το Τσίου... υψώνει σαν σημαία έναν κινηματογράφο μοντέρνο, αυθόρμητο και πιο επείγοντα από ποτέ.
Λουκάς Κατσίκας