Ενα πολυτελές κρουαζιερόπλοιο δέχεται το καταστροφικό χτύπημα ενός τεράστιου κύματος και μια ομάδα επιβατών προσπαθεί να βρει τρόπο να επιβιώσει...
Η ιδέα και μόνο μοιάζει απογοητευτική: το ριμέικ μιας έτσι κι αλλιώς μέτριας ταινίας καταστροφής των 70s, την οποία σκηνοθέτησε ο Ρόναλντ Νιμ, γνωρίζοντας παρεμπιπτόντως μεγάλη εισπρακτική επιτυχία. Με αστρονομικό προϋπολογισμό (περίπου 160 εκατομμύρια δολάρια) και μ ένα καστ που υπόσχεται κάποιες έστω στιγμές δραματουργικής έντασης, το Poseidon αποπλέει με προορισμό την ψυχαγωγία του θεατή. Δυστυχώς, ο «καπετάνιος» Βόλφγκανγκ Πέτερσεν δεν υπήρξε ποτέ σκηνοθέτης χαρακτήρων. Μαζί με τον σεναριογράφο Μαρκ Προτόσεβιτς, είτε επειδή φοβήθηκαν ατυχείς συγκρίσεις με τον Τιτανικό είτε επειδή είπαν να πρωτοτυπήσουν και να κρατήσουν την ταινία σε λογικά επίπεδα διάρκειας (μόλις 97 λεπτά), αποφάσισαν να... διαγράψουν οποιαδήποτε υποψία δραματουργίας απειλούσε να παρεισφρήσει στην ταινία τους.
Ετσι, με μια πρόχειρη εισαγωγή και τις απαραίτητες συστάσεις των βασικών «χαρακτήρων», ο Πέτερσεν πετάει τους ταλαίπωρους ήρωες και το ήδη βαριεστημένο κοινό κατευθείαν... στα ρηχά, σ' ένα αδιάκοπο βιντεοπαιχνίδι όπου κάθε επίπεδο δυσκολίας έχει τις αναπόφευκτες απώλειες και το παιχνίδι πρέπει να παιχτεί ως το «game over».
Δυστυχώς όμως, μέχρι τότε, ο θεατής δεν έχει τη διάθεση αλλά ούτε και την ευκαιρία να συμπαθήσει κάποιον από τους χαρακτήρες, ενώ η δράση μπορεί περιστασιακά να διασκεδάζει, δεν παύει όμως να είναι εντελώς ξεκομμένη από οποιοδήποτε γνήσιο συναίσθημα, πνιγμένη στις σεναριακές ευκολίες.
Παρ όλα αυτά και κατά ειρωνικό τρόπο, το Poseidon είναι τελικά μια πιο ειλικρινής ταινία, ως προς τις προθέσεις και τις δυνατότητές της, σε σχέση με άλλα φετινά μπλοκμπάστερ, που κομπάζουν αδικαιολόγητα και για την «καλλιτεχνική» τους πλευρά ή τα σεναριακά τους επιτεύγματα...
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΝΔΡΕΑΚΟΥ