H προτελευταία ταινία του Λουκίνο Βισκόντι αποτέλεσε στην εποχή της και αφορμή μεγάλης διαφωνίας ανάμεσα στην ευρωπαϊκή κριτική, όπου χαρακτηρίστηκε μέχρι και αριστούργημα, και την αμερικάνικη, με το κοινό στο φεστιβάλ τη Νέας Υόρκης να γιουχάρει ανηλεώς.
Όμως αυτή η ώριμη δουλειά του μεγάλου δημιουργού αγγίζει όλα τα υπαρξιακά ερωτήματα που τον απασχόλησαν διαμέσου της φιλμογραφίας του, έστω και με τρόπο όχι καλύτερο από παρελθοντικές δουλειές του. Και σαφώς, ακόμα και μια άνιση δουλειά του Βισκόντι έχει περισσότερα να πει από μια οποιαδήποτε ταινία με επιφανειακά παρεμφερείς θεματικές. (σκεφτείτε πόσες ανυπόφορες χολιγουντιανές ταινίες έχουμε υπομείνει όπου ένας γερασμένος χαρακτήρας μαθαίνει Αλήθειες για τον Εαυτό του αφού έρθει σε επαφή με Ταραξία Νεαρό.)
Ο Βισκόντι συνθέτει ένα ψυχολογικό παζλ εσωτερικής πάλης προς εξερεύνηση του θανάτου, της μοναξιάς και της αποσύνθεσης των παραδοσιακών αξιών με τον Μπαρτ Λάνκαστερ να συνεργάζεται ξανά με τον ιταλό σκηνοθέτη με εξαιρετικά αποτελέσματα.
Το γεγονός βέβαια πως η ταινία μοιράζεται θεματικές με ανώτερα δείγματα δουλειάς του Βισκόντι (η οικογενειακή δυναμική που συναντάμε στον "Ρόκο και τα Αδέλφια του" ή η ξεκάθαρων "Θανάτου στη Βενετία" υποστρωμάτων σχέση του καθηγητή με τον γιο της οικογένειας) τονίζει το γεγονός πως η ταινία δεν είναι εξίσου ολοκληρωμένη: σε κανένα σημείο του φιλμ οι ταραξίες δεν αναπτύσσονται επαρκώς, αφήνοντάς μας στο σκοτάδι σχετικά και με τον ίδιο τον πρωταγωνιστικό χαρακτήρα σαν συνέπεια.
Όμως οι φαν του Βισκόντι (και όχι μόνο) θα βρουν χωρίς αμφιβολία πολλά να αγαπήσουν στο φιλμ.
Θοδωρής Δημητρόπουλος
Ηλικιωμένος καθηγητής νοικιάζει διαμέρισμα της έπαυλής του σε μια οικογένεια ιταλών που τεστάρουν τα όρια της ήρεμης ζωής του καθώς βαθιά μέσα του γοητεύεται από τη συμπεριφορά τους, ενώ έρχεται αντιμέτωπος με τη λανθάνουσα ομοφυλοφυλία του και τον θάνατο που πλησιάζει.