Μια ακόμη επανέκδοση βρίσκει τον δρόμο προς τα θερινά σινεμά με τη σταχτοπούτα Όντρεϊ Χέπμπορν να έχει (όπως και κάθε καλοκαίρι) την τιμητική της. Αυτή τη φορά πρωταγωνιστεί μαζί με τους Χάμφρι Μπόγκαρτ και Γουίλιαμ Χόλντεν στο "Sabrina" (βασισμένο στο θεατρικό έργο "Sabrina Fair" του Σάμιουελ Τέιλορ), μια ρομαντική κομεντί που υπογράφει ο σπουδαίος Μπίλι Γουάιλντερ.
Εδώ όμως. το άστρο του σπουδαίου Βιεννέζου σκηνοθέτη και σεναριογράφου μάλλον αχνοφαίνεται και σίγουρα δεν λάμπει όπως στα "Με Διπλή Ταυτότητα", "Μερικοί το Προτιμούν Καυτό" και "Η Λεωφόρος της Δύσης". Το σενάριο φαντάζει λιγότερο αιχμηρό ενώ οι κωμικές δόσεις του, αδυνατούν να αντισταθμίσουν το ροζ συννεφάκι αγάπης που πλανάται πάνω από ένα φιλμ που δεν βρίσκει την χρυσή τομή μεταξύ ρομάντζου και κωμικών ευρημάτων. Ακόμα και έτσι όμως οι χαρακτήρες και οι ηθοποιοί που τους υποδύονται καταφέρνουν να μετατρέψουν σκηνές όπου δεν υπάρχει η παραμικρή σεναριακή κορύφωση σε ελκυστικές σεκάνς. Σε γενικές γραμμές το όλο ζήτημα περιστρέφεται γύρω απ’ την υποκειμενική άποψη του θεατή για την Χέπμπορν. Αν τη θεωρείς γοητευτική και κομψή (που μάλλον είναι δύσκολο να θεωρείς το αντίθετο) τότε τα υπόλοιπα έχουν ελάχιστη σημασία.
Παρά τις όποιες αδυναμίες του, το φιλμ δεν περνάει αδιάφορο. Σε πρώτο επίπεδο εκπληρώνει στο μέγιστο τον σκοπό δημιουργίας του καθώς είναι διασκεδαστικό, αρκούντος χορταστικό και φυσικά αστράφτει σαν γκλίτερ. Σε δεύτερο επίπεδο διαφοροποιείται, έστω και ελάχιστα, απ’ την πεπατημένη της ρομαντικής κομεντί προσθέτοντας μια κάπως γκρίζα και σκιώδη πινελιά πάνω απ’ το ερωτικό τρίγωνο, δημιουργώντας έτσι μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα. Στο τρίτο και σε όλα τα επόμενα επίπεδα είναι σίγουρα πολύ καλύτερο απ’ το αναιμικό ριμέικ του 1995 με σκηνοθέτη τον Σίντνεϊ Πόλακ και πρωταγωνιστή τον Χάρισον Φορντ.
To "Sabrina" δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα χολιγουντιανό παραμύθι όπου το ξεπουπουλιασμένο παπάκι μετατρέπεται σε κύκνο. Κλασσική συνταγή, το καλούπι δεν έσπασε και έτσι είναι παραπάνω από θεμιτό, μισό αιώνα μετά, σύγχρονες ερωτικές κομεντί που δεν διαφοροποιούνται στο παραμικρό να αντιμετωπίζονται με περιφρόνηση. Προφανώς και η ταινία του Γουάιλντερ ακόμη και μέσα απ’ την βιτρίνα της είναι ανώτερή τους.
Κωστής Θεοδοσόπουλος