Frost/ Nixon: Η Αναμέτρηση

29.01.2009
Στην καλύτερη στιγμή της καριέρας του, ο Ρον Χάουαρντ μετατρέπει μια πολιτική ταινία σε έναν συναρπαστικό αγώνα λεκτικού μποξ.

Πριν την υλοποίηση του, κανείς δεν μπορούσε να υποψιαστεί πως η κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου θεατρικού έργου του Βρετανού Πίτερ Μόργκαν, που αναπαριστά τη διάσημη τηλεοπτική συνέντευξη του Ρίτσαρντ Νίξον στον Ντέιβιντ Φροστ εν έτει 1977, θα κατέληγε στην καλύτερη ταινία που σκηνοθέτησε ποτέ ο Ρον Χάουαρντ.


Στα 50 του χρόνια φέτος, ο αγαπημένος σκηνοθέτης της Ακαδημίας δεν έχει να καυχηθεί παρά για μια σειρά από αξιοπρεπή φιλμ για όλη την οικογένεια που, τόσο στις χειρότερες στιγμές τους («Κώδικας Ντα Βίντσι») όσο και στις πιο αξιομνημόνευτες («Απόλλων 13»), επιβεβαιώνουν απλά τον κανόνα που απαιτεί από τη βιομηχανία να ενισχύει κατ εξακολούθηση τη θέση σκηνοθετών που απέχουν πολύ από το να ονομάζονται δημιουργοί.


Ερχεται όμως μια στιγμή που ένα συγκεκριμένο σχέδιο ξυπνά ακόμη και στον πιο υποτονικό σκηνοθέτη πτυχές ενός εκρηκτικού ταλέντου που δεν υποψιαζόταν κανείς. Και είναι προφανές πως η, στους περισσότερους άγνωστη, ιστορία της «ομολογίας» του Νίξον ξύπνησε στον Χάουαρντ ένα πάθος που σπάνια έχει επιδείξει μέχρι σήμερα.


Στήνοντας εξαιρετικά τη γνωριμία του θεατή με τον άγνωστο Ντέιβιντ Φροστ και τον γνωστό σε όλους Ρίτσαρντ Νίξον, ο Χάουαρντ προχωράει χωρίς περιστροφές στην ουσία της ιστορίας του. Λίγη ώρα μετά την πρώτη συνάντησή τους, επιστρατεύει δεξιοτεχνικά τις εξαιρετικές ερμηνείες των Μάικλ Σιν και Φρανκ Λαντζέλα (ο τελευταίος στον πιο συγκλονιστικό Νίξον που γνώρισε η μεγάλη οθόνη) για να οργανώσει τελικά έναν αγώνα λεκτικού μποξ ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που στην πραγματικότητα δεν είναι παρά οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος. Τοποθετώντας σε κάθετη αντιπαράθεση την ταυτόχρονη πεποίθηση και των δύο πως βρίσκονται στη θέση του ισχυρού, ο Χάουαρντ χορογραφεί μια συναρπαστική μονομαχία επιβίωσης που σε κρατάει με κομμένη την ανάσα μέχρι και τη λήξη της.

Και χωρίς ίχνος φλυαρίας παραδίδει με ένα εξ ολοκλήρου διαλογικό έργο τη δική του θεώρηση πάνω στην πολιτική ως αναπόσπαστο κομμάτι του κόσμου του θεάματος. Με όλη την ειρωνεία, την ευτέλεια και τη μελαγχολία που ανέκαθεν χαρακτήριζαν τους μόνιμους κατοίκους του.

ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΡΑΝΑΚΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ