Οι αγώνες wrestling είναι στημένοι. Αυτό δεν σημαίνει ότι ματώνεις λιγότερο από τη σύγκρουση με το πάτωμα του ρινγκ. Οι ταινίες είναι κατασκευασμένες πραγματικότητες. Αυτό δεν σημαίνει ότι συνθλίβεσαι λιγότερο από την αλήθεια τους. Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει μία προϋπόθεση: επαγγελματίας παλαιστής και σκηνοθέτης οφείλουν να έχουν κότσια.
Ο Αρονόφσκι μπαίνει στην παλαίστρα της ταινίας και στη ζωή του «Παλαιστή» του αποφασισμένος. Με κατά μέτωπο επίθεση. Στήνει τα πλάνα του σε άβολα κοντινά, ώστε η αποσύνθεση του ανθρώπινου σώματος μέσα στο ρινγκ να αποτυπώνεται ένα σπασμένο κόκκαλο τη φορά. Μετά όμως κάνει κάτι ακόμα πιο επώδυνο: παίρνει την κάμερα στον ώμο και τον ακολουθεί. Οταν σβήνουν οι προβολείς, όταν σωπαίνουν οι αλαλαγμοί των κερκίδων κι ο μεσήλικας ξοφλημένος παλαιστής μένει αντιμέτωπος με τη μοναξιά και την αβάσταχτη ησυχία της καθημερινότητάς του.
Το καδράρισμα της «Αμερικής του πουθενά», όπου οι ζωές των ξεπεσμένων ανθρώπων μοιάζουν με νεκροταφεία από Cadillac που κάποτε κάποιος τις αγόρασε σαν το Αμερικανικό Ονειρο αλλά τώρα μόνο ο αέρας συντροφεύει τα σπασμένα παράθυρά τους, γίνεται από τον Αρονόφκσι με ποιητικό οίστρο. Η ειλικρίνεια της εικόνας διαγράφεται στα σημεία - νιώθουμε ότι μαραζώνουμε κι εμείς σε trailer parks, γυμναστήρια, σούπερ μάρκετ και κωλάδικα του Τζέρσεϊ. Γι αυτό και δεν του συγχωρούμε που πετάει την πετσέτα στο τελευταίο εικοσάλεπτο της ταινίας του. Που, μάλλον πιεσμένος από τα στούντιο που τον κρατάνε σε σφιχτό μπάτζετ και λουρί μετά την αποτυχία της «Πηγής Της Ζωής», υπέκυψε στο εύκολα αναγνώσιμο μελό με προβλέψιμες «ανατροπές» και παιδαριώδη λογύδρια κάθαρσης.
Στους στημένους αγώνες, όμως, το θέαμα μπορεί να σωθεί αν έχεις ταλαντούχο σύμμαχο. Κι ο Αρονόφσκι στοιχημάτισε σε γκανιάν. Η επιλογή του Μίκι Ρουρκ επιδεικνύει τα μεγάλα «κοχόνες» του σκηνοθέτη του, αλλά η ερμηνεία του τα ακόμα μεγαλύτερα δικά του. Σπάνιες φορές βλέπει κανείς το απόλυτο, εξευτελιστικό ξεγύμνωμα. Ο Ρουρκ ξέρει ότι ξέρουμε. Ξέρει ότι δημοσιεύει την προσωπική του ξεφτίλα. Σαν λαβωμένο ζώο, όμως, που δεν έχει άλλη επιλογή από το να μας εμπιστευτεί, μας επιτρέπει να επιθεωρήσουμε από κοντά το κουφάρι του. Φοράει την ήττα της ζωής του στο παραμορφωμένο του πρόσωπο και μας κοιτάζει με γκρεμισμένα βλέμματα γεμάτα ντροπή αλλά και μια σπαραχτική δύναμη συνάμα. Δεν ζητάει εξιλέωση. Ζητάει το όνειρό του πίσω. Γι αυτό και του τα συγχωρούμε όλα. Κι από τέρας του τσίρκου, τον στέφουμε μεγάλο πρωταγωνιστή. Πρωταθλητή που, τέλη Φεβρουαρίου, ευχόμαστε να πάρει το χρυσό.
ΠΟΛΥ ΛΥΚΟΥΡΓΟΥ