Η Πόπι είναι δασκάλα δημοτικού. Με φτηνά υλικά φτιάχνει φτερά για να μάθει στα πιτσιρίκια να πετάνε. Τα Σαββατόβραδα βγαίνει με τις φίλες της, πίνει, καπνίζει, τις κοιμίζει όλες στον καναπέ της. Ντύνεται με μπλε ηλεκτρίκ ξεχειλωμένα πουλόβερ, πιάνει τα 80s σγουρά μαλλιά της με κακόγουστα καναρινί λαστιχάκια, χαμογελάει πλατιά στους περαστικούς σκορπώντας καλημέρες, μιλάει στους πάντες, χαχανίζει. Σε φέρνει σε δύσκολη θέση. Παρακολουθείς τα πρώτα λεπτά της ταινίας αμήχανα, νιώθεις άβολα για λογαριασμό της. Γιατί είναι η άγνωστη στο λεωφορείο που θα καταργήσει τη βολική, συνωμοτική σιωπή. Η γειτόνισσα που χαιρετάει, φιλάει, αγγίζει. Η φίλη που όταν την ρωτάς «τι κάνεις;» εισπράττεις ένα, χωρίς ιδιαίτερο λόγο, «είμαι πολύ καλά». Και θες σχεδόν να τη χαστουκίσεις.
Ισως να πρόκειται για την πιο επαναστατική ταινία των τελευταίων χρόνων. Κοινωνιολογικά απαράμιλλη και βαθιά πολιτική. Σε καιρούς που η συμπάθεια είναι συνώνυμη της αφέλειας, η χαρά εφάμιλλη της σαχλαμάρας και η αισιοδοξία προσφέρεται ως χάπι σε καναπέδες ψυχανάλυσης, το εγχείρημα να στηρίξεις ολόκληρη την ταινία σου σ' ένα αβίαστα πρόσχαρο, γάργαρα γελαστό πλάσμα μοιάζει με προκήρυξη, με ανθρωπιστικό μανιφέστο: έχουμε χάσει το κέντρο μας. Εχουμε χάσει τον ήλιο. Θεωρούμε την καχυποψία ωριμότητα, την κακία εξυπνάδα, την κατάθλιψη μοναξιά, την μοναξιά επιβίωση.
Κι έρχεται ο Μάικ Λι και ανοίγει το παράθυρο. Και ο ήλιος σου ζεσταίνει τα μάγουλα. Και χαμογελάς. Πάντα, ακόμα και στις πιο σκοτεινές στιγμές του, το σινεμά του Βρετανού δημιουργού υπήρξε ανθρώπινο, ευσπλαχνικό, τρυφερό. Ποτέ όμως τόσο επιθετικά καλοσυνάτο. Και είναι δείγμα της σεναριακής μαεστρίας του ότι τόλμησε κάτι τέτοιο και δεν κατάντησε ποτέ κλισεδιάρικα γραφικός, κηρύσσοντας ουτοπικές ψευδοφιλοσοφίες και «αύρες» και «θετικές ενέργειες». Ο «πραγματικός» κόσμος υπάρχει στην ταινία. Ο κυνισμός, η απαξίωση, η οργή, ο ρατσισμός, η κακοποίηση. Η Πόπι όμως (ερμηνευμένη από την αριστουργηματική Σάλι Χόκινς που βραβεύτηκε στο Βερολίνο) επιλέγει πώς θα τοποθετηθεί μέσα σ' αυτό τον κόσμο. Αν θα συγκρουστεί ή θα χαμογελάσει. Αν θα κρυφτεί ή θα επικοινωνήσει. Αν, κόντρα σε λογική, γνώση και αυτοσυντήρηση, θα κρατήσει την καρδιά της ανοιχτή.
Γιατί η καλοσύνη κρύβει μεγάλη δύναμη. Και οι κλειστές καρδιές αφήνουν την τύχη τους απ έξω.
Πόλυ Λυκούργου