Ένα ειδικό αφιέρωμα στο σύγχρονο αμερικανικό ντοκιμαντέρ ξεκινά σήμερα (μετά την χθεσινή πρεμιέρα του στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος) στο Exile Room, με προβολές μερικών από τα καλύτερά βραβευμένα ντοκιμαντέρ των τελευταίων χρόνων και με ενδιαφέροντα εργαστήρια από δύο εξπέρ του είδους, τον σκηνοθέτη Κρις Κίνελι και Άντρεα Μέντιτς. Το αφιέρωμα θα πραγματοποιηθεί από τις 10 ως τις 27 Μαρτίου, και στη συνέχεια θα ταξιδέψει και στη Νάουσα και τη Θεσσαλονίκη.
Ο Κρις Κίνελι είναι ο σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ «Side by Side», που εξερευνά, με ειλικρίνεια και οξυδέρκεια, τις συνέπειες της ολοένα και πιο δημοφιλούς ψηφιακής τεχνολογίας στις πρακτικές της κινηματογραφικής βιομηχανίας, και το πώς το φιλμ φαίνεται να υποχωρεί από την θέση του ως κυρίαρχο (και για πολλές δεκαετίες, μόνο) κινηματογραφικό μέσο. Ο Κιάνου Ριβς παίρνει συνεντεύξεις από διάσημους σκηνοθέτες και διευθυντές φωτογραφίας, οι οποίοι θίγουν όλες τις πλευρές του περίπλοκου αυτού ζητήματος. Πού πήγε η μαγεία του φιλμ και ποιοι σκηνοθέτες έχουν ταχθεί στο πλευρό της ψηφιακής επανάστασης;
Το τρέιλερ του «Side by Side»
Η Άντρεα Μέντιτς, παραγωγός ντοκιμαντέρ ταινιών όπως το «Grizzly Man» και «Encounters at the End of the World» του Βέρνερ Χέρζογκ, και του οσκαρικού «Man on Wire», θα βρεθεί στην Ελλάδα για να παρουσιάσει την ταινία «Dangerous Acts Starring the Unstable Elements of Belarus».
Η ταινία έχει ως πρωταγωνιστές τα μέλη του Free Theater στη Λευκορωσία, το μοναδικό δικτατορικό καθεστώς στην Ευρώπη, τα οποία ανεβαίνουν κάθε βράδυ στη σκηνή υπό την απειλή λογοκρισίας, φυλάκισης και εξορίας.Τίποτα όμως δεν μπορεί να κάνει αυτή την ανατρεπτική παρέα ονειροπόλων να κλείσει το στόμα!
Συναντήσαμε τον Κρις Κίνελι και την Άντρα Μέντιτς, και μιλήσαμε μαζί τους για τα εργαστήρια που θα παρουσιάσουν και τις ταινίες τους, καθώς και τις αλλαγές που έφερε η ψηφιακή τεχνολογία στην βιομηχανία, την τεράστια γκάμα επιλογών που δημιούργησε η άφιξή της σε κινηματογραφιστές και θεατές, καθώς και το πόσο πλέον η προώθηση μιας ταινίας έχει περάσει στα χέρια των δημιουργών της.
Το τρέιλερ του «Dangerous Acts Starring the Unstable Elements of Belarus»
Καταρχήν, θέλετε να μας μιλήσετε λίγο για τα εργαστήρια που θα παρουσιάσετε στο Exile Room; Ποιο είναι ακριβώς το θέμα τους και η δομή τους, δηλαδή θα εξελιχθούν σε συζήτηση;
Κρις Κίνελι: το δικό μου workshop αφορά την εξέλιξη και την επανάσταση που έχει φέρει η ψηφιακή τεχνολογία στην δημιουργία ταινιών και ντοκιμαντέρ. Υπήρχε εδώ και καιρό, αλλά τώρα έχει γίνει η νόρμα σε μεγάλης κλίμακας και προϋπολογισμού ταινίες, έχει γίνει σχεδόν αναπόφευκτο. Και [θα μιλήσω] για τις συνέπειες αυτού, τα θετικά και τα αρνητικά. Έχω κάνει την ταινία για αυτό και έχω συμμετάσχει σε πάνελ και τα λοιπά, αλλά είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζω workshop.
Άντρεα Μέντιτς: το δικό μου εργαστήρι θα μιλήσει για το τι σημαίνει να είσαι παραγωγός στον κόσμο του ντοκιμαντέρ, να κάνεις παραγωγή ή εκτέλεση παραγωγής. Έχω κάνει στο παρελθόν παρόμοια εργαστήρια, στις ΗΠΑ ή και χώρες όπως η Κίνα, και αυτό που βρίσκω ενδιαφέρον είναι το ότι υπάρχουν διάφορες ιδέες για το πώς δουλεύει ένας παραγωγός.
Διάφορες παρανοήσεις, επίσης;
Μέντιτς: Ναι, υπάρχουν και παρανοήσεις! Πολλές φορές όσοι θεωρούν τους εαυτούς τους σκηνοθέτες ντοκιμαντέρ, δεν πιστεύουν ότι χρειάζεται να δουλέψουν σε μια ομάδα. Και μερικές φορές περνούν χρόνια και ακόμη δεν έχουν καταφέρει να κάνουν την ταινία τους. Ο παραγωγός μπορεί να βοηθήσει σε αυτήν την διαδικασία, όπως και στο να φέρει την ταινία σε ένα μεγαλύτερο κοινό, οπότε ήθελα να μιλήσω με διάφορα παραδείγματα ταινιών στις οποίες έχω δουλέψει, αλλά και να εμπλέξω το κοινό με ερωτήσεις που έχουν – αυτό είναι και το πιο διασκεδαστικό κομμάτι.v Και ίσως όταν μια κινηματογραφική κοινότητα στερείται αυτής της δομής και νοοτροπίας, δεν μπορεί έπειτα να ανθήσει όπως θα μπορούσε, βασιζόμενη στο ατομικό πάθος, αφοσίωση και προσωπικές θυσίες.
Σίγουρα – πολλοί ντοκιμαντερίστες σε όλον τον κόσμο οδηγούνται από το προσωπικό τους ενθουσιασμό, αλλά ένας παραγωγός μπορεί να τους βοηθήσει να πάρουν τον σωστό δρόμο. Υπάρχουν βέβαια διάφορες κουλτούρες όσον αφορά τη δημιουργία ντοκιμαντέρ. Η δική μου πλησιάζει αρκετά την λογική των αφηγηματικών ταινιών, το να σκέφτεται κανείς την ταινία ως ιστορία που θα απευθυνθεί στο κοινό, και όχι τόσο όσον αφορά το μήνυμα πίσω από την ιστορία, που έρχεται έπειτα.
Η ταινία σας πραγματεύεται την αντιπαράθεση του φιλμ και της ψηφιακής τεχνολογίας, η οποία ολοένα και βαθαίνει και μεγαλώνει – τον τελευταίο καιρό υπάρχουν κάποιες φωνές που ζητούν τον διαχωρισμό της κατηγορίας Διεύθυνσης Φωτογραφίας σε 'ψηφιακή' και 'παραδοσιακή' φωτογραφία. Πώς βλέπετε αυτό το ντιμπέιτ; Είναι κάτι που έχει βάση;
Κίνελι: Δεν νομίζω ότι έχει διαφορά – είναι στην πραγματικότητα η ίδια δεξιότητα είτε γυρίζεις με ψηφιακή κάμερα ή κάμερα που χρησιμοποιεί φιλμ. Εξάλλου, από τη στιγμή που καταγράφεις το υλικό σου, μετά το ψηφιοποιείς για να το επεξεργαστείς, από το μοντάζ ως και την προβολή.
Ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς του διευθυντή φωτογραφίας τώρα είναι πλέον στον ψηφιακό κόσμο, άρα οι υπεύθυνοι οπτικών εφέ πρέπει να μπορούν να φωτίσουν, να κάνουν συνθέσεις πλάνων και ό,τι άλλο χρειάζεται για την εικόνα.
Ακόμη και σε ταινίες όπως το «Avatar», μεγάλο κομμάτι του οποίου λαμβάνει χώρα σε εικονικές τοποθεσίες και είναι ουσιαστικά μία μορφή animation, φέρνουν πλέον διευθυντές φωτογραφίες ως συμβούλους για την εικόνα. Και οι υπεύθυνοι του animation κατασκευάζουν σε μεγάλο βαθμό και την ερμηνεία των ηθοποιών, έχουν δηλαδή μεταφέρει κάποιες δεξιότητες του φυσικού κόσμου στον εικονικό κόσμο.
Σκηνή από το «Side By Side» του Κρις Κίνελι, στο οποίο εμφανίζεται και ο Τζορτζ Λούκας.
Οπότε ουσιαστικά το ντιμπέιτ «φιλμ vs ψηφιακό» δεν είναι μόνο ένα, έχει δημιουργήσει διάφορες υποκατηγορίες και υπο-συζητήσεις.
Κίνελι: Αυτό είναι αλήθεια. Το «Side by Side» καλύπτει κυρίως το κομμάτι της παραγωγής και των γυρισμάτων, αλλά πράγματι, πλέον κάποιες δεξιότητες έχουν μεταλλαχθεί ή εξελιχθεί ή ενωθεί με άλλες, με τις οποίες στο παρελθόν δεν είχε τόση σχέση. Υπάρχουν μεγάλες αλλαγές και στις ίδιες τις δουλειές αλλά και στον τρόπο με τον οποίο σχετίζονται. Η Διεύθυνση Φωτογραφίας παλιότερα σήμαινε ότι καθόριζες τι κατέληγε στο φιλμ, και αυτό παρέμενε το ίδιο πάνω-κάτω σε όλη την πορεία. Τώρα γυρίζεις κάτι και μπορείς να το μανιπουλάρεις με πάρα πολλούς τρόπους, η εικόνα πια επηρεάζεται από πολλές άλλες παρεμβάσεις.
Μέντιτς: Για μένα αντί για διαφοροποίηση ανάμεσα στο φιλμ και την ψηφιακή τεχνολογία, αυτό που στον κόσμο του ντοκιμαντέρ αποζητούμε όλο και περισσότερο είναι η διάκριση των ρόλων και η απονομή των ευσήμων σε συντελεστές όπως ο μοντέρ, ο διευθυντής φωτογραφίας κλπ. Σε όλες τις περιπτώσεις αυτός που διακρίνεται είναι ο σκηνοθέτης, ενώ είναι στην αίθουσα του μοντάζ, ανάμεσα σε εκατοντάδες ώρες υλικού, που η ιστορία παίρνει μορφή, τη δομή της. Και νομίζω ότι είναι πρόβλημα το γεγονός ότι όλα τα ντοκιμαντέρ στοιβάζονται στην ίδια κατηγορία, και δεν υπάρχει η κατάτμηση σε διάφορες κατηγορίες όπως Σκηνοθεσίας, Μοντάζ κλπ, όπως και το γεγονός ότι βλέπουμε μυωπικά το είδος: τα ντοκιμαντέρ μπορούν να είναι κωμωδίες, δραματικές ταινίες, οτιδήποτε.
Και μπορούν να πειραματιστούν εξίσου με τη φόρμα τους.
Μέντιτς: Φυσικά! Υπάρχουν όλων των ειδών οι συμβολές στο τελικό προϊόν, και νομίζω ότι έχει η ώρα να αναγνωριστεί αυτό στις διάφορες απονομές βραβείων.
Φαντάζομαι ότι το ντιμπέιτ φιλμ και ψηφιακής τεχνολογίας δεν υφίσταται ουσιαστικά στον κόσμο του ντοκιμαντέρ – οι ψηφιακές κάμερες πρέπει να έλυσαν τα χέρια στους κινηματογραφιστές.
Πραγματικά!
Κίνελι: Στο «Side by Side» δεν μπήκαμε καν στην διαδικασία να εξετάσουμε το δίλημμα όσον αφορά τα ντοκιμαντέρ, η επικράτηση της ψηφιακής τεχνολογίας είναι απόλυτη εκεί.
Μέντιτς: Και άνοιξε τελείως τις πόρτες σε όλους όσοι ήθελαν να το δοκιμάσουν. Μπορείς απλώς να πάρεις μία κάμερα και να βγεις στον κόσμο, το οποίο είναι σπουδαίο γιατί έδωσε πολλές ευκαιρίες έκφρασης αλλά ταυτόχρονα υπάρχουν πολλοί που γυρίζουν χωρίς να σκέφτονται τι κάνουν και έπειτα θέλουν να βγάλουν μία ταινία από αυτό. Χαμήλωσε το επίπεδο εισόδου αλλά ταυτόχρονα σημαίνει ότι υπάρχουν αρκετοί που χρειάζονται βοήθεια.
Πιστεύετε ότι αυτό έχει δημιουργήσει αχρείαστο «θόρυβο», ότι η τόση παραγωγή δίνει την εντύπωση ότι το επίπεδο έχει χαμηλώσει ίσως;
Μέντιτς: Γίνονται πολλά περισσότερα ντοκιμαντέρ, σίγουρα, αλλά υπάρχει μεγαλύτερη συμφόρηση, είναι πολύ πιο δύσκολο για μια ταινία να φτάσει στο κοινό γιατί ανταγωνίζεται πολλές περισσότερες για την προσοχή. Υπάρχουν πολύ καλύτερες ταινίες σε μη-παραδοσιακές περιοχές, αλλά ταυτόχρονα και περισσότερες κακές ταινίες που ίσως κόβουν το δρόμο σε πραγματικά αξιόλογες δουλειές. Οπότε κάνει και τα δύο.
Κίνελι: για μένα είναι κάτι καλό, όποιος θέλει να μοιραστεί την ιστορία του μπορεί να το κάνει. Είναι όντως δυσκολότερο να φτάσει κάτι στην επιφάνεια και να πάρει προσοχή, αλλά επίσης υπάρχουν περισσότεροι τρόποι επιλογής. Μπορώ να έχω πρόσβαση σε τόσες ταινίες πια, στο Netflix, το YouTube, το Vimeo – όλα αυτά που δεν υπήρχαν παλιότερα. Μπορείς να γυρίσεις κάτι, να το μοντάρεις και να το μοιραστείς όπως ακριβώς θέλεις. Είναι πολύ σημαντικό αυτό. Το να τραβήξεις την προσοχή, βέβαια, είναι πολύ πιο δύσκολο, όπως και το να επιλέξεις πια, δηλαδή από την μεριά του θεατή. Χρειάζεται πια μεγαλύτερη προσπάθεια να εντοπίσεις αυτό που θέλεις να δεις, να επιλέξεις ανάμεσα στην τόση προσφορά.
Σκηνή από το «Dangerous Acts Starring the Unstable Elements of Belarus» της Άντρεα Μέντιτς.
Μπορεί να γίνει κάπως πιεστική όλη αυτή η προσφορά βέβαια – για έναν κινηματογραφιστή πρέπει να είναι συναρπαστικό το εύρος των επιλογών, αλλά ένας θεατής μπορεί να χαθεί ανάμεσα σε τόσες επιλογές και πληροφορία.
Κίνελι: Δεν είμαστε πια παθητικοί θεατές, όπου άλλοι επέλεγαν για εσένα, και εσύ είχες απλώς την απόφαση ανάμεσα σε κάποια κανάλια ή ταινίες. Πλέον πρέπει εσύ να κινητοποιηθείς, να βγεις έξω, να μάθεις, να διαβάσεις και να επιλέξεις.
Μέντιτς: Συμφωνώ, αλλά πιστεύω ότι αυτό σημαίνει πολύ περισσότερη δουλειά και για τους κινηματογραφιστές. Και νομίζω ότι και αυτό αλλάξει. Δεν μπορείς απλώς να σκεφτείς τη δουλειά σου ως κάτι που φτιάχνεις, παραδίδεις και προχωράς στην επόμενη. Πρέπει πια να μείνεις μαζί της και να δουλέψεις για να φτάσει στο κοινό. Είναι πια και στα χέρια των κινηματογραφιστών το πώς θα το πετύχουν αυτό δημιουργικά, πώς θα φτάσουν στους θεατές που θέλεις, με το μήνυμα που θέλεις.
Κίνελι: Πρέπει να αναπτύξεις και δεξιότητες μάρκετινγκ.
Μέντιτς: Οπωσδήποτε.
Κίνελι: και είναι δύσκολο το να μάθεις να το κάνεις αυτό, αλλά από την άλλη παλιότερα ήταν δύσκολο το να κάνεις την ταινία σου ή να βρεις κάποιον να την προμοτάρει για σένα.
Μέντιτς: Προσωπικά, πάντως, πιστεύω ότι είναι σημαντικό για έναν σκηνοθέτη να σκέφτεται αυτά τα ζητήματα από την αρχή και σε όλη την πορεία του πρότζεκτ. Πρέπει να έχεις συναίσθηση του κοινού σου, και να κινείσαι σε αυτήν την κατεύθυνση, και πλέον οι σκηνοθέτες καταλαβαίνουν ότι πρέπει να απευθυνθούν σε ένα κοινό, κάτι που πιστεύω ότι θα ωφελήσει την παραγωγή και το κοινό σημαντικά.
Κίνελι: Όσο νωρίτερα αρχίζεις να σκέφτεσαι για το κοινό σου, και πώς θα τους τραβήξεις, τόσο το καλύτερο για την ταινία σου, κατά τη γνώμη μου.
Τι συμβαίνει όμως όταν ένας κινηματογραφιστής έχει μεν την διάθεση να προσπαθήσει αλλά δεν είναι καλός σε αυτό το κομμάτι και δεν καταφέρει να δράσει αποτελεσματικά;
Μέντιτς: Μειώνονται δραστικά οι πιθανότητες να διακριθεί, δυστυχώς. Είναι πια δεξιότητες που είναι απαραίτητες για κάθε σκηνοθέτη. Αν και αυτό σημαίνει ότι μπορείς να δημιουργήσεις μια ομάδα, και οι συνεργάτες σου να το χειριστούν και να δημιουργήσουν ευκαιρίες για το πρότζεκτ τους.
Σε κάποιες περιπτώσεις πρέπει να δημιουργήσεις το κοινό σου πριν καν αρχίσεις τα γυρίσματα, όπως βλέπουμε στην διαδικασία του crowdfunding. Και όσοι συμμετέχουν από νωρίς και γίνουν μάρτυρες σε όλες τις φάσεις ενός πρότζεκτ, είναι πια ένα φοβερά ενεργό κοινό. Αυτό είναι επίσης νέο.
Κίνελι: Προσωπικά αισθάνομαι κάπως άβολα με την όλη νοοτροπία του crowdfunding. Έφτασα κοντά στο να αρχίσω μια καμπάνια, αλλά μου φαίνεται περίεργο να ζητάς λεφτά εκ των προτέρων, δεν ξέρω. Μάλλον θα πρέπει να το ξεπεράσω.
Αισθάνεστε ότι αυτό μπορεί να σας δεσμεύσει με κάποιο τρόπο;
Κίνελι: Όχι, δεν ξέρω γιατί, κάτι σχετικά με αυτό με κάνει να αισθάνομαι άβολα, σαν διαδικασία, σαν σκέψη. Και τώρα κάποιοι σταρ, εκατομμυριούχοι μερικοί από αυτούς, και ζητούν λεφτά από το κοινό… δεν ξέρω.
Και νομίζω ότι έρχεται αρκετά σύντομα ένα σημείο κορεσμού σε όλη αυτήν την διαδικασία.
Μέντιτς: Υπάρχουν πολλές προβληματικές μέθοδοι εύρεσης χρηματοδότησης στις ΗΠΑ σήμερα, και το κοινό έχει αντιδράσει εντελώς διαφορετικά σε διάφορα είδη πρότζεκτ. Στην παρούσα φάση, εξερευνούμε τις διάφορες νέες πηγές χρηματοδότησης, και τις επιπλοκές που μπορούν να προκύψουν από αυτές.
Κίνελι: Μπορώ να το καταλάβω αν μιλάμε για ένα είδος εκ των προτέρων αγοράς, δηλαδή ότι συμβάλλεις σε ένα πρότζεκτ και έπειτα λαμβάνεις ένα DVD της ταινίας, ή ένα άλμπουμ, ή κάτι τέτοιο.
Η αφίσα της ταινίας «Dangerouw Acts Starring the Unstable Elements of Belarus» της Άντρεα Μέντιτς.
Ας κλείσουμε με μια ερώτηση για κάθε μία από τις ταινίες σας – κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων για το «Side by Side», σας εξέπληξε κάτι στις απαντήσεις;
Κίνελι:Νόμιζα ότι οι βετεράνοι διευθυντές φωτογραφίας θα ήταν πιο διστακτικοί στην χρήση ψηφιακής τεχνολογίας, και κάποιοι ήταν, αλλά νόμιζα ότι η πλειοψηφία θα είχε αυτήν την τάση. Με εξέπληξε το πόσο διορατικοί και ελαστικοί ήταν, το πόσο περίεργοι ήταν για τις νέες δυνατότητες που τους δίνει η ψηφιακή τεχνολογία, και το πόσο ήθελαν να την εξερευνήσουν ως εργαλείο. Και αυτό λέει πολλά για αυτούς ως καλλιτέχνες.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι σύντομα μπορεί να μην υπάρχει η επιλογή, σωστά;
Κίνελι:Ναι, αυτή η προοπτική απογοητεύει πολλούς, αλλά το ψηφιακό συνεχίζει να εξελίσσεται και έχει φτάσει την ποιότητα του φιλμ σε πολλές περιπτώσεις. Εξάλλου βλέπουμε πολλές ψηφιακές εικόνες στην καθημερινή ζωή μας, και οι υπολογιστές διαρκώς βελτιώνονται, άρα κάποια στιγμή δεν θα υπάρχει διαφορά, πιστεύω.
Όσον αφορά το «Dangerous Acts Starring the Unstable Elements of Belarus», απ΄ό,τι καταλαβαίνω η διαδικασία γυρισμάτων ήταν φοβερά περίπλοκη. Πώς ξεκίνησε το πρότζεκτ και πώς ακριβώς συντονίσατε τις – παράνομες ουσιαστικά – κινήσεις σας;
Μέντιτς: Γνώρισα την σκηνοθέτη Μάντλιν Σάκλερ στο Φεστιβάλ HotDocs του Τορόντο και είχε ήδη φοβερό υλικό από την ομάδα αυτή. Θελήσαμε να συνδυάσουμε την δράση της ομάδας και την πολιτική με προσωπικές ιστορίες, και δουλεύουμε πολλά χρόνια σε αυτό.
Μέρος του υλικού, μάλιστα, έχει γυριστεί από δημοσιογράφους της Λευκορωσίας σε διαδηλώσεις κλπ, χρειάζεσαι ειδική άδεια για να καταγράψεις υλικό. Και η Μάντλιν συντόνιζε την κινηματογράφηση μέσω Skype, καθώς δεν μπορούσαμε να ταξιδέψουμε στη χώρα, και το υλικό βγήκε λαθραία από τη χώρα.
Ανησυχούσαμε πολύ για την ασφάλεια των συνεργατών μας, αλλά κάποια στιγμή μας είπαν ότι ήταν καλύτερα για εκείνους να φαίνονται στους τίτλους της ταινίας, σαν ένα είδος προστασίας. Η ταινία μιλά για την απίστευτη γενναιότητα των πολιτών της Λευκορωσίας, μερικοί από τους οποίους θέλουν να χρησιμοποιήσουν τις κάμερες τους για να αλλάξουν τα πράγματα. Όπως και στη γειτονική Ουκρανία, είναι μια φωνή που δεν έχει σβήσει.
Πρέπει να ήταν περίεργο για εσάς το να μην πάτε στην Λευκορωσία και να κάνετε έρευνα και γυρίσματα, όπως θα ήταν κανονικά η διαδικασία, αλλά το υλικό να έρχεται σε εσάς και εσείς να πρέπει να σχηματίσετε την ιστορία από ό,τι είχατε στα χέρια σας.
Μέντιτς: Ήταν κάτι καινούριο, βέβαια. Η Μάντλιν δούλεψε εξ αποστάσεως με τους συνεργάτες μας εκεί, και έδινε κάποιες οδηγίες. Και πάλι είναι ο χειρισμός του υλικού περισσότερο, υπήρχε τόσο υλικό που η επιλογή ήταν το παν. Η περισσότερη δουλειά ήταν στην εξισορρόπηση των τριών στοιχείων: οι παραστάσεις της ομάδας, το πολιτικό τοπίο και οι προσωπικές ιστορίες. Και αυτό βγήκε μέσα από το καλό μοντάζ.
Το Αφιέρωμα στο Σύγχρονο Αμερικανικό Ντοκιμαντέρ είναι μία συνδιοργάνωση της Πρεσβείας των Η.Π.Α. στην Αθήνα και του Exile Room, σε συνεργασία με το Α.Π.Θ., τη SAE Athens, το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, το ΙΕΚ ΑΚΜΗ και το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Νάουσας.