Ίσως βέβαια η ουσία να μην ήταν ακριβώς το ζητούμενο της ιδιοσυγκρασιακής αυτής ταινίας: βασιζόμενη στην ομώνυμη αυτοβιογραφία του Τσάπμαν, που επίτηδες θόλωνε τα όρια μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, η ταινία δε θα μπορούσε παρά να τιμήσει το πνεύμα της και να μείνει μακριά από τις συμβατικές μεθόδους αφήγησης.
Αντίθετα, το αφαιρετικό, χαλαρά συνδεδεμένο κολάζ στιγμών, με πολύ διαφορετικές μεταξύ τους τεχνικές animation (δυστυχώς ο Τέρι Γκίλιαμ δεν συνέβαλε στην προσπάθεια με τα αγαπημένα καρτούν που σκάρωνε για τους Μόντι Πάιθον), προσφέρει ένα ιμπρεσιονιστικό χρονικό της πολυτάραχης ζωής τού πιο περιπετειώδους μέλους της ομάδας, που ξεκίνησε από ένα άκρως παραδοσιακό οικογενειακό περιβάλλον για να εξελιχθεί σε έναν σούπερ σταρ της κωμωδίας και να βυθιστεί στον αλκοολισμό και σε έναν ηδονιστικό τρόπο ζωής στο Λος Άντζελες.
Η αφήγηση ανήκει στον ίδιο τον Τσάπμαν (από τις ηχογραφήσεις για audio book - ο Τσάπμαν πέθανε το 1989 σε ηλικία 48 ετών), στους υπόλοιπους Μόντι Πάιθον (πλην του Έρικ Άιντλ, με τον οποίο δεν τα πήγαιναν ποτέ καλά) και σε ορισμένους γκεστ σταρ όπως η Κάμερον Ντίαζ (!) και ο Στίβεν Φράι, και μεταπηδά από εποχή σε εποχή και από στιλ σε στιλ με την ίδια ευκολία και σουρεαλιστική διάθεση που χαρακτήριζε τα καλύτερα των Πάιθον.
Η άρνηση για γραμμική αφήγηση, η ανίερη προσέγγιση ακόμη και των σκοτεινών στιγμών και η συνειρμική ένωση ιστορίας και εικόνας, είναι φυσικά ό,τι κοντινότερο στην ουσία του ανατρεπτικού Τσάπμαν και του έργου του και ο όποιος φαν των Πάιθον θα αναγνωρίσει ότι ένα αναμενόμενο βιογραφικό ντοκιμαντέρ θα είχε προδώσει την αέναη διάθεσή του για υπονόμευση των προσδοκιών και του καθωσπρεπισμού.
Εκείνος, όμως, έντυνε τη σάτιρά του με το αμείλικτο χιούμορ του και μια ιδιοφυή αίσθηση ρυθμού, τα οποία δυστυχώς λείπουν από το συγκεκριμένο κολάζ, που αποδεικνύεται άνισο και χωρίς ένα κάποιο αφηγηματικό μομέντουμ να το ενώνει σε κάτι περισσότερο - δεν είναι ότι απαραίτητα αυτό το μομέντουμ θα εξασφάλιζε μια βατή εξιστόρηση της ζωής του, είναι περισσότερο ότι αυτό το κενό έχει αναπληρωθεί από κάτι που μένει μετέωρο και τελικά επίπεδο, ιδανικό μόνο για δηλωμένους φαν και μάλλον αδιαπέραστο για τους υπόλοιπους.
Κάποια επεισόδια, όπως εκείνα που έχουν σχέση με τον αλκοολισμό του, δένουν ιδανικά την αφήγηση με τις ψυχεδελικές εικόνες και καταφέρνουν να μπουν στο μυαλό του Τσάπμαν καλύτερα απ' ό,τι θα μπορούσε να το κάνει ποτέ μια βιογραφική ταινία. Κάποια άλλα είναι έστω διασκεδαστικά. Το σύνολο, όμως, δε συλλαμβάνει τελικά ούτε την ουσία της άναρχης κωμωδίας των Πάιθον (και αυτό, φυσικά, δε σημαίνει παράθεση αποσπασμάτων αλλά κάτι έστω πιο αντιπροσωπευτικό) ούτε αρκετές από τις πλευρές της συναρπαστικής προσωπικότητας του Τσάπμαν, πέρα από τη θαυμαστή άρνηση του συμμορφωθεί σε ό,τι περίμεναν από εκείνον. Και γι' αυτό το λόγο είναι μια ταινία που δεν μπορεί να σταθεί μόνη της, παρά μόνο ως συνοδευτική της καριέρας του πρωταγωνιστή.