Πίτερ Τζάκσον: Το φτωχό "Χόμπιτ" που έγινε "Άρχοντας" του Χόλιγουντ

12.12.2012
Ούτε στα πιο τρελά του όνειρα δεν φανταζόταν ο Πίτερ Τζάκσον ότι κάποια μέρα θα γινόταν ένας από τους πιο διάσημους σκηνοθέτες του κόσμου. Από τα ψεύτικα λουτρά αίματος, τα αυτοσχέδια ζόμπι και τους σχεδόν... αποκριάτικους εξωγήινους, στη χρυσοφόρα Μέση Γη με τα υπερσύγχρονα εφέ και τους εκατομμύρια θεατές, ο Νεοζηλανδός σκηνοθέτης της τριλογίας «Ο Αρχοντας των Δαχτυλιδιών» και της ταινίας «Χόμπιτ» που βγαίνει αύριο στις αίθουσες, ξεκίνησε από πολύ χαμηλά

Από τα ψεύτικα λουτρά αίματος, τα αυτοσχέδια ζόμπι και τους σχεδόν... αποκριάτικους εξωγήινους, στη χρυσοφόρα Μέση Γη με τα υπερσύγχρονα εφέ και τους εκατομμύρια θεατές, ο Πίτερ Τζάκσον, ο Νεοζηλανδός σκηνοθέτης της τριλογίας «Ο Αρχοντας των Δαχτυλιδιών» και της ταινίας «Χόμπιτ» που βγαίνει αύριο στις αίθουσες, ξεκίνησε από πολύ χαμηλά, κάνοντας ταινίες β-διαλογής (b-movies) με αμφιλεγόμενη θεματολογία (μαύρες κωμωδίες, πλούσιες σε κάθε άλλο παρά αληθοφανείς... διαμελισμούς), για να φτάσει μέσα σε μερικά χρόνια να πρωταγωνιστεί στην πρέμιερ λιγκ του Χόλιγουντ, υπογράφοντας κάποιες από τις ακριβότερες κινηματογραφικές παραγωγές όλων των εποχών και σαρώνοντας τα χρυσά αγαλματίδια.

Οχι κι άσχημα για έναν γόνο μεταναστών εργατών, ο οποίος, όταν πρωτοξεκίνησε να σκηνοθετεί στις αρχές της δεκαετίας του 1980, τα έκανε κυριολεκτικά όλα μόνος του (τον ηθοποιό, τον σκηνοθέτη, τον σεναριογράφο, τον παραγωγό, τον υπεύθυνο για τα οπτικοακουστικά εφέ κ.ά.) και μάλιστα με μια κάμερα... δανεική.

Συγκριτικά, πίσω στο παρόν, η ταινία «Χόμπιτ: Ενα αναπάντεχο ταξίδι», που αναμένεται να κάνει πρεμιέρα στις 13 του Δεκέμβρη στην Ελλάδα, υπολογίζεται πως κόστισε περί τα 270 εκατ. δολ., ενώ συνολικά το κόστος για τις τρεις ταινίες του «Αρχοντα» είχε πλησιάσει τα 285 με 300 εκατ. δολ.

Οσο για τα έσοδα και τις περγαμηνές, αυτά βέβαια αποδείχθηκαν πολλαπλάσια των εξόδων. Ενδεικτικά, η ταινιά έκανε εισπράξεις συνολικά κοντά στα 3 δισ. δολ. παγκοσμίως και απέσπασε 17 Οσκαρ, με αποτέλεσμα ο Τζάκσον να γίνει πολυεκατομμυριούχος (περίπου 125 εκατ. δολ. υπολογίζεται πως έβαλε στην τσέπη από την πρώτη τριλογία του Τόλκιν) και οσκαρικός (ξεχωρίζει ως ένας από τους μόνο 7 σκηνοθέτες στην ιστορία του Χόλιγουντ που έχουν τιμηθεί με τρία Οσκαρ: καλύτερης ταινίας, σεναρίου και σκηνοθεσίας, για την ίδια ταινία. Στην περίπτωσή του για την «Επιστροφή του Βασιλιά» το 2004). Πού να το φανταζόταν ο 51χρονος Νεοζηλανδός όταν ξεκινούσε, μαθητής ακόμη, να πειραματίζεται με μια δανεική κάμερα Super 8mm, πως κάποια στιγμή θα έφτανε να κάνει τις ακριβότερες ταινίες όλων των εποχών;


Η αφίσα της πολυαναμενόμενης νέας ταινίας του Πίτερ Τζάκσον «Χόμπιτ: Ενα αναπάντεχο ταξίδι»

Χαρακτηριστικά, η τριλογία του «Αρχοντα των Δαχτυλιδιών» είναι η δεύτερη ακριβότερη κινηματογραφική παραγωγή στα χρονικά της 7ης τέχνης (την πρωτιά έχουν «Οι Πειρατές της Καραϊβικής»), ενώ η τριλογία του «Χόμπιτ» προβλέπεται να είναι η ακριβότερη, καθώς υπολογίζεται πως θα κοστίσει περί τα 540 εκατ. δολάρια.

Κι, όμως, ο σημερινός «Αρχοντας» του Χόλιγουντ ήταν κι αυτός άλλοτε ένα φτωχό... Χόμπιτ, όπως τον αποκαλεί χαϊδευτικά και η σύζυγός του, εξαιτίας της έντονης τριχοφυΐας του, της στρουμπουλής σωματοδομής του αλλά και των ενδυματολογικών του επιλογών (κυκλοφορεί ξυπόλυτος και με σορτσάκια).

Γόνος μεταναστών από την Αγγλία, ο Τζάκσον γεννήθηκε σε μια μικρή παραλιακή πόλη της κεντρικής Νέας Ζηλανδίας στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Η μητέρα του ήταν εργάτρια στη βιομηχανία και ο πατέρας του υπάλληλος μισθοδοσίας.

Το μικρόβιο του κινηματογράφου ο Πίτερ το κόλλησε βλέποντας ταινίες όπως το «Κινγκ Κονγκ» (του 1933) και τηλεοπτικές σειρές όπως «Το Ιπτάμενο Τσίρκο» των Μόντι Πάιθον. Το εν λόγω μικρόβιο έμελλε να εξελιχθεί σε... πάθος όταν ένας οικογενειακός φίλος, βλέποντας πως ο μικρός Πίτερ ενθουσιαζόταν να τραβάει φωτογραφίες, του χάρισε μια κάμερα τύπου Super 8mm. Οπλισμένος με το εν λόγω εργαλείο, άρχισε σε ηλικία 9 ετών να σκηνοθετεί τις πρώτες του ταινίες μικρού μήκους.


Οδηγίες στο γύρισμα

Στα 16 του παράτησε το σχολείο κι άρχισε να εργάζεται σε μια τοπική εφημερίδα ως τυπογράφος και επεξεργαστής φωτογραφιών. Στο συγκεκριμένο πόστο παρέμεινε για 7 χρόνια, ενώ εξακολουθούσε να ζει με τους γονείς του κάνοντας σκληρές οικονομίες κι αυτό διότι απώτερος στόχος του ήταν να μπορέσει να συγκεντρώσει αρκετά χρήματα ώστε να αγοράσει τον δικό του κινηματογραφικό εξοπλισμό.

Μαθήματα κινηματογράφου, βέβαια, ο Τζάκσον ουδέποτε παρακολούθησε. Ο,τι έμαθε το έμαθε μόνος του, στην πράξη, σπάζοντας τα μούτρα του και μαθαίνοντας από τα λάθη του. Χαρακτηριστικά του η τελειομανία, το πάθος για τον κινηματογράφο και η αστείρευτη έμπνευση.

Η πορεία προς την κορυφή
Από b-movie τρόμου με πενιχρό μπάτζετ αγκαλιά με τα βραβεία και τον ιπποτικό τίτλο του σερ

Την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, ο Πίτερ Τζάκσον ξεκίνησε να τη γυρίζει το 1983, σε ηλικία 22 ετών, με μια μεταχειρισμένη κάμερα αξίας μόλις 250 δολ. Ο λόγος για ένα b-movie τρόμου και επιστημονικής φαντασίας με πενιχρό μπάτζετ, τραγελαφικό σενάριο (πεινασμένοι εξωγήινοι προσγειώνονται στη Γη με στόχο να μετατρέψουν το ανθρώπινο είδος σε φαγητό), αυτοσχέδια εφέ και πρωταγωνιστές, τον ίδιο τον Τζάκσον, τους φίλους του αλλά και τους γείτονες, οι οποίοι φυσικά συμμετείχαν στο όλο πρότζεκτ αμισθί. Τα γυρίσματα γίνονταν μόνο Σαββατοκύριακο, καθότι τις καθημερινές ο σκηνοθέτης εργαζόταν σε τοπική εφημερίδα, και διήρκεσαν συνολικά τέσσερα χρόνια. Κι, όμως, παρά τον ερασιτεχνισμό της, η εν λόγω ταινία (η οποία έκανε πρεμιέρα το 1987 με τον τίτλο «Bad Taste») έμελλε να προβληθεί στο Φεστιβάλ των Κανών αποσπώντας διθυραμβικές κριτικές και να φτάσει στο σημείο να θεωρείται κλασική.

Απολύτως αναπάντεχη, αυτή η πρώτη επιτυχία ήταν αρκετή ώστε να κάνει τον Τζάκσον να παρατήσει τη δουλειά του και να αφιερωθεί πλήρως σε αυτό που αγαπάει όσο τίποτα άλλο: τον κινηματογράφο. Βέβαια, τα πρώτα χρόνια, τα ομολογουμένως παράξενα γούστα του δεν άλλαξαν, με αποτέλεσμα αυτός να συνεχίσει να γυρίζει ταινίες με εξωφρενικά σενάρια (μια μαύρη κωμωδία με πρωταγωνιστές... κουκλάκια τιτλοφορούμενη «Meet the Feeebles» και ένα βουτηγμένο στο αίμα σπλάτερ φιλμ ονόματι «Braindead»).


Ο... δύσκολος Σπίλμπεργκ αν και αποφεύγει τις συνεργασίες, έκανε μία εξαίρεση για τον Τζάκσον και γύρισαν μαζί τον «Τεν Τεν»

Το ραντάρ του Χόλιγουντ έμελλε να τον εντοπίσει το 1994, οπότε αυτός παρουσίασε μια -περισσότερο σοβαρή- ταινία με τον τίτλο «Ουράνια πλάσματα» (πρόκειται για την πραγματική ιστορία δύο Νεοζηλανδών εφήβων κοριτσιών), η οποία μάλιστα προτάθηκε και για Οσκαρ Καλύτερου Σεναρίου, αλλά έχασε καθότι την ίδια χρονιά στην εν λόγω κατηγορία διαγωνιζόταν και το «Pulp Fiction» του Ταραντίνο. Ωστόσο, για τον Τζάκσον είχε ήδη ξεκινήσει η ανοδική πορεία προς τη... Μέση Γη. Πίσω στο παρόν, ο Πίτερ Τζάκσον φέρει τον ιπποτικό τίτλο του σερ (με τον οποίο τιμήθηκε το 2010), ενώ πλέον πέρα από σκηνοθέτης είναι και επιτυχημένος παραγωγός.

Ενδεικτικά αυτός βρίσκεται πίσω από την παραγωγή του εντυπωσιακού «Οι περιπέτειες του Τεν Τεν» που προβλήθηκε πέρυσι σε σκηνοθεσία (και συμπαραγωγή) Στίβεν Σπίλμπεργκ. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί πως ο Σπίλμπεργκ δεν το συνηθίζει να εμπλέκει κι άλλους στις δουλειές του ως στενούς συνεργάτες. Ωστόσο, στην περίπτωση του Τζάκσον έκανε μια εξαίρεση κι αυτό διότι, όπως έχει αναγνωρίσει και ο ίδιος, τυγχάνει μεγάλος οπαδός των οπτικών εφέ του 51χρονου Νεοζηλανδού. Οσο για τον ίδιο τον Τζάκσον, αυτός δεν κρύβει τον θαυμασμό του για μεγάλους σκηνοθέτες όπως οι: Τζορτζ Λούκας («Πόλεμος των Αστρων»), Τζορτζ Ρομέρο (πατέρας του σύγχρονου θρίλερ) και Ρέι Χάριχαουζεν (θρύλος των οπτικών εφέ), ενώ ο βασικότερος συνεργάτης του δεν είναι άλλος από την ίδια τη σύζυγό του Φραν Γουλς, με την οποία έχει γράψει και τα σενάρια των περισσότερων ταινιών του.