Εύστοχη, οξυδερκής, αστεία και ταυτόχρονα συγκινητική πολιτική σάτιρα, που έχει μείνει κλασική ανάμεσα στην φιλμογραφία του Τσάρλι Τσάπλιν.
Μία από τις κλασικότερες πολιτικές παρωδίες του σινεμά και άλλος ένας θρίαμβος για τον θρύλο του Τσάρλι Τσάπλιν, ο «Μεγάλος Δικτάτωρ» ξεχωρίζει πάνω από όλα για την οξυδέρκεια της σάτιράς του: παρά το γεγονός ότι κυκλοφόρησε μόλις το 1940, η ταινία μάς δίνει ένα εύστοχο, πανέξυπνο πορτραίτο των δύο μεγαλομανών δικτατόρων, που δεν έχει ξεθωριάσει καθόλου – ούτε καν για τους σημερινούς θεατές που έχουν μεγαλύτερη οικειότητα με τις φυσιογνωμίες που σατιρίζονται απ’ ό,τι ο ίδιος ο Τσάπλιν όταν έκανε την ταινία.
Οι σκηνές με τον Δικτάτορα Χίνκελ και, κυρίως, όταν αυτός συναντά τον ομόλογό του που του γεννά ανταγωνιστικά συναισθήματα, είναι εκεί πάνω με τις ιδιοφυείς σκηνές από τις χαρακτηριστικές στιγμές του Τσάπλιν: πανέξυπνες, ξεκαρδιστικές και πάντα δηλητηριώδεις, δεν έχουν χάσει την δύναμή τους να γελοιοποιήσουν πειστικά μία από τις πιο τρομακτικές φιγούρες του 20ου αιώνα.
Το δεύτερο μισό του έργου, που επικεντρώνεται γύρω από τον Εβραίο κουρέα-σωσία του δικτάτορα, αναλαμβάνει να σηκώσει το συγκινησιακό κομμάτι και μερικές φορές φαίνεται περιορισμένο στο ρόλο του αυτόν – βέβαια για την εποχή η απεικόνιση της καθημερινότητας ενός εβραϊκού γκέτο ήταν κάτι το άγνωστο και παραπάνω από τολμηρό εγχείρημα. Αξίζει όμως μόνο και μόνο για την δυνατή τελική σκηνή, που δίνει στον Τσάπλιν την ευκαιρία να μιλήσει στους θεατές, κοιτώντας τους κυριολεκτικά στα μάτια, και να απευθύνει μια συγκινητική έκκληση αγάπης και ανθρωπιάς. Κλασικό, και δυστυχώς στις ταραγμένες σημερινές πολιτικές συνθήκες, επίκαιρο όσο ποτέ.
Χριστίνα Λιάπη