Με επτά διασκευές διηγημάτων του Έντγκαρ Άλαν Πόε καταπιάστηκε στο σύνολο της καριέρας του ο Ρότζερ Κόρμαν. Καμία εντούτοις δεν κατόρθωσε να πλησιάσει την αρτιότητα και την ατμόσφαιρα που άγγιξε η υποβλητική αυτή "Μάσκα", η οποία βοήθησε τον μέχρι τότε υποτιμημένο εμπνευστή της να γίνει επιτέλους δεκτός από την κριτική ως ένας δημιουργός, με καλλιτεχνικές, πέρα από εισπρακτικές, προσδοκίες.
Για τις ανάγκες του φιλμ ο Κόρμαν ζήτησε από τους δύο σεναριογράφους του να δανειστούν στοιχεία από δύο ιστορίες του συγγραφέα, θέτοντας ως κεντρικό ήρωα τον απάνθρωπο πρίγκιπα Πρόσπερο και πλαισιώνοντας τις αποτρόπαιες πράξεις του με μια πλοκή που οι Μπόμοντ και Κάμπελ έβγαλαν κατευθείαν από τη φαντασία τους. Η μια ιστορία, χρονολογημένη από το 1849, ονομαζόταν “Hop-Frog”. Η δεύτερη που δάνεισε και το όνομά της στον τίτλο του φιλμ, αποτελούσε μια από τις πιο θρυλικές δημιουργίες του Πόε.
Αξιοποιώντας εξαιρετικά το γοτθικό σκηνικό και τους μπαρόκ χρωματισμούς που του χάρισε η τεχνικολόρ παλέτα του Νίκολας Ρεγκ (όταν εκείνος εκτελούσε ακόμα χρέη διευθυντή φωτογραφίας), ο Κόρμαν επιστρατεύει ένα κλειστοφοβικό κλίμα και μια απόκοσμη αίσθηση σε μια θαυμάσια σπουδή πάνω στο μακάβριο και στον ανθρώπινο σαδισμό που καταφέρνει και βρίσκεται πολύ κοντά στο πνεύμα των σκοτεινών σελίδων του Πόε. Αδιαφιλονίκητος πρωταγωνιστής της, ο Βίνσεντ Πράις αγγίζει το ερμηνευτικό του αποκορύφωμα υποδυόμενος τον Πρόσπερο με έναν απολαυστικά σατανικό τρόπο.