Έχοντας την καλή τύχη να προσελκύσει τέσσερα συνολικά αναγνωρίσιμα πρόσωπα για το καστ του, που ναι μεν βλέπουν τα αστέρια τους να έχουν δύσει ή να πηγαίνουν κατά ‘κει αλλά μπορούν παρολ’ αυτά να τραβήξουν ακόμη τα βλέμματα του κοινού, ο «Άγγελος» είναι ένα φιλόδοξο αλλά βαθιά μπερδεμένο στο ύφος του και τους στόχους του σκηνοθετικό ντεμπούτο του Μιτς Γκλέιζερ, μέχρι πρότινος παραγωγού ταινιών όπως οι «Μεγάλες Προσδοκίες» του Αλφόνσο Κουαρόν και το «Χαμένοι στην Μετάφραση» της Σοφίας Κόπολα.
Δεν είναι ακριβώς ότι του λείπουν ιδέες. Αντίθετα, ο Γκλέιζερ έχει γεμίσει το σενάριό του με σκηνές που φλερτάρουν με το φανταστικό (οι μυστηριώδεις νίντζο-Ινδιάνοι της ερήμου το ιδανικότερο παράδειγμα) αλλά δεν έχει το κουράγιο να τις υπερασπιστεί στήνοντας μια ταινία που μπορεί να τις φιλοξενήσει με συνέπεια. Το τέλος, η μόνη δυνατή 'λογική' λύση σε μια ιστορία που περνά το μεγαλύτερο κομμάτι της προσπαθώντας να μας πείσει ότι έχει τα κότσια να τραβήξει το σκοινί μέχρι εκεί που δεν πάει, φαίνεται τελικά και σαν μια δειλή υποχώρηση που προτιμά τον ευανάγνωστο συναισθηματισμό και τους εύκολους συμβολισμούς, αντί ένα πραγματικά πρωτότυπο σύμπαν.
Ο Γκλέιζερ είναι παιδικός φίλος του Μίκι Ρουρκ, κάτι που ίσως εξηγεί πολλά. Όχι βέβαια ότι ο Ρουρκ είναι σε τέτοια φάση της καριέρας του που το όνομά του και μόνο μπορεί να δώσει το πράσινο φως σε μια παραγωγη - απαντάει όμως στο ερώτημα γιατί μπήκε στον κόπο με αυτήν την βαθιά προβληματική ταινία, που πνίγει τις αρχικά ενδιαφέρουσες ιδέες της στα αφηγηματικά κλισέ και τελικά μένει ξεκρέμαστη έχοντας να επιδείξει μόνο μια αξιέπαινη φιλοδοξία που λείπει συνήθως από πρωτόλεια, ενώ περιλαμβάνει κάποιες πραγματικά κακογυρισμένες σκηνές, σοκ αν σκεφτεί κανείς ότι ο μέγας Κρίστοφερ Ντόιλ ήταν διευθυντής φωτογραφίας.
Μη έχοντας κατά πώς φαίνεται έναν σκηνοθέτη ικανό να τον καθοδηγήσει, ο Ρουρκ αναλώνεται σε μια περίεργα υποτονική, ανέκφραστη ερμηνεία (μοιάζοντας συνέχεια έτοιμος να ξεσπάσει σε κλάματα) απέναντι στην επίσης μονόχορδη Μέγκαν Φοξ, που δεν έχει μέχρι στιγμής δείξει ότι μπορεί (ή αξίζει) να ξεφύγει από το ρόλο της απλής γλάστρας σε μπλοκμπάστερ.
Χριστίνα Λιάπη