Ατίθαση Λίλι

04.05.2011
Η Λίλι είναι ξεχωριστή, καθώς δε μοιάζει με κανένα άλλο κορίτσι της ηλικίας της. Ελεύθερη, χωρίς συμβιβασμούς και αναστολές ζει μόνο για τη στιγμή και απολαμβάνει όλα όσα η ζωή μπορεί να της προσφέρει. Ζει σε αρμονία με τη φύση και δε δέχεται υποδείξεις από κανένα. Η Κλάρα, η μεγαλύτερη της αδελφή, έχει επιλέξει μια ζωή μέσα σε όρια, παντρεμένη, ζει με τον σύζυγο της στη μεγάλη πόλη. Όταν η μητέρα των δύο κοριτσιών πεθαίνει, η Κλάρα επιστρέφει στο πατρικό της και αποφασίζει να βάλει σε τάξη το σπίτι, αλλά και τη ζωή της Λίλι …

Η Λίλι, παρότι δεν είναι μικρό παιδί, συμπεριφέρεται σαν τέτοιο, στο αγροτόσπιτο όπου ζει μαζί με τη μόνη της προστάτιδα, τη μητέρα της. Είναι παράξενη και ατίθαση, λέει και κάνει αυτά που σκέφτεται χωρίς φόβο και πάθος. Είναι προφανώς μανιοκαταθλιπτική, αν και η μανία υπερισχύει μάλλον της κατάθλιψής της, έτσι όπως ξαμολιέται στους αγρούς με το νυχτικό, ζει ασυνήθιστα συμφιλιωμένη με τη φύση, λες και επικοινωνεί με ζωάκια κι έντομα, από τα οποία μάλιστα έχει το χόμπι να φτιάχνει... χειροτεχνίες.

Ωστόσο, μετά τον ξαφνικό θάνατο της μητέρας της, θα μείνει μόνη, και το βάρος της φροντίδας της θα πέσει στη μεγαλύτερη αδελφή της, μια παντρεμένη δικηγόρο, η οποία θα αναγκαστεί να μετεγκατασταθεί από την πόλη στην οικογενειακή εστία για να μπορεί να την ελέγχει...

Περιττό να πούμε πως στην πορεία δεν θα είναι η ατίθαση Λίλι που θα βάλει μυαλό, όσο η αλλοτριωμένη και «τετράγωνη» Κλερ που μέσα από την αφέλεια και τον παρορμητισμό της μικρής θα ανακαλύψει την ανεξαρτησία που τόσα χρόνια στερήθηκε, λειτουργώντας ως αποκλειστικό «δοχείο» των μεγάλων προσδοκιών της φαμίλιας.

Πράγματι, είναι προφανής και διδακτικός ο δρόμος που παίρνει η Φαμπιέν Μπερτό για να αφηγηθεί στην ιστορία της «Ατίθασης Λίλι» (μεταφέροντας στην οθόνη ένα δικό της, μισοβιωματικό μυθιστόρημα), αλλά μεταδοτικά λυτρωτικός ταυτόχρονα για τον θεατή, ο οποίος, ενώ εύκολα μαντεύει τι ακριβώς του επιφυλάσσει η επόμενη στροφή, συμμετέχει αβίαστα, έως και ενίοτε με ηδονή, σε τούτο το ταξίδι απεξάρτησης απ' όσα τον κρατούν δέσμιο σε μια αυστηρά υπολογισμένη και οριοθετημένη καθημερινότητα. Επιτυχία όχι μόνο της ίδιας της δημιουργού, που εκφράζει αυτή την ανάγκη για απόδραση μέσα από μια ισορροπία ανάμεσα στον ρεαλισμό (κάμερα στο χέρι, φυσικοί το πλείστον φωτισμοί, αμεσότητα στους διαλόγους) και την υπέρβαση (ο λυρισμός που αναδύει το βουκολικό φυσικό ντεκόρ), αλλά και των δύο πρωταγωνιστριών, της απροσποίητα λάγνας Λιντιβίν Σανιέ και, κυρίως, της Νταϊάν Κρούγκερ, που εδώ ξεφεύγει από την τυποποίηση της όμορφης παρτενέρ σε επίδοξα μπλοκμπάστερ, για να δώσει την πιο ώριμη μέχρι τώρα ερμηνεία της.

Ρόμπυ Εκσιέλ