Κεντρικός ήρωας είναι ο Αγγελος Γιαννούζης, ένας νεαρός φοιτητής από φτωχή οικογένεια και τα συναισθήματα που βιώνει για τους άλλους πιο ευκατάστατους φίλους του που δεν τους αγγίζουν τα κοινωνικά προβλήματα της εποχής.
Η Αστροφεγγιά, μετά τη δημοφιλή της πορεία στην κρατική τηλεόραση της δεκαετίας του ΄80, ζωντανεύει για πρώτη φορά στη σκηνή τη γενιά του μεσοπολέμου σε μια διασκευή που επιμελήθηκε ο ίδιος ο Πέτρος Ζούλιας. Μια διασκευή που μας απογοήτευσε αφενός μεν με τη γλώσσα της (δεν είναι δυνατόν για παράδειγμα, να ακούς σε διάλογο νεαρών φοιτητών της Φιλοσοφικής εκφράσεις του τύπου «εμείς οι απόκληροι πηγαίνουμε στο καφενείο “Ο Μαύρος Γάτος”»), αφετέρου δε με το γεγονός πως δεν τόνιζε τις διαχρονικές πτυχές του έργου. Επιπροσθέτως, η υπερβολικά στυλιζαρισμένη χωροταξικά σκηνοθεσία του και το αδικαιολόγητα βαρύ σε τρία επίπεδα σκηνικό της Άσης Δημητρολοπούλου (χρωματιστές τεράστιες κουρτίνες χώριζαν τη σκηνή στη μέση, ενώ στο κέντρο της δέσποζε ένα αψυχολόγητα τοποθετημένο δέντρο), δε βοήθησαν να τονιστούν τα αισθήματα του έρωτα, του μίσους, του φόβου, της αγάπης, αλλά και σοβαρά κοινωνικά θέματα, όπως η φτώχεια, η προσφυγιά, η ιδεολογική χρεοκοπία και η πολιτική προδοσία σε αγώνες και οράματα ενός λαού. Όλα αυτά συνετέλεσαν στο να «πνιγεί» το έργο μέσα στην επιτηδευμένη γραμμική κλασικότητα του.
Ως προς τις ερμηνείες ξεχωρίσαμε αυτήν της Ρένιας Λουιζίδου στο ρόλο της μάνας, καθώς χρωμάτισε με φυσικότητα όλες τις ψυχολογικές διακυμάνσεις του ρόλου της και τον Ιωάννη Παπαζήση που έδωσε τον καλύτερό του εαυτό στο ρόλο ενός εκ των ευκατάστατων φίλων του Αγγελου. Αρκούντως συμπαθητική η ερμηνεία του Χάρη Τζωρτζάκη στο ρόλο του πλούσιου Στέλιου, του φίλου που καταφέρνει να κατακτήσει τη Δάφνη, τη γυναίκα που αγαπά ο Αγγελος. Αξιοπρεπής, αν και λίγο υποτονική, και η ερμηνεία της Ευδοκίας Ρουμελιώτη στο ρόλο της Δάφνης, ενώ ο Δάνης Κατρανίδης νιώσαμε πως ήταν περισσότερο διεκπεραιωτικός στο ρόλο του πατέρα. Ο Αντίνοος Αλμπάνης, δυστυχώς, δεν κατάφερε να αντέξει το βάρος του πρωταγωνιστικού του ρόλου του Αγγελου και προσέδωσε στον ήρωά του μία ερμηνεία που πλησίαζε στα όρια της μελαγχολικής καρικατούρας. Στο ίδιο - κάτω του μετρίου- επίπεδο κινήθηκε και η ερμηνεία του Σταύρου Σβήγκου, καθώς δεν κατάφερε να διεισδύσει στην ψυχολογία του φυματικού φοιτητή και φίλου του Αγγελου. Η Γιούλικα Σκαφιδά είχε κάποιες καλές στιγμές στην ερμηνεία της ως συμφοιτήτρια του Άγγελου, ωστόσο παρασύρθηκε και αυτή από τη γενικότερη υποτονικότητα της παράστασης.
Αξίζει να δει κάποιος τη θεατρική μεταφορά της Αστροφεγγιάς; Μάλλον όχι, καθώς πρόκειται για μία άνευρη –ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος- παράσταση που δε θυμίζει σε τίποτα το λογοτεχνικό αριστούργημα του Ι.Μ Παναγιωτόπουλου.
Γεωργία Οικονόμου