Όλα αυτά τα ερωτήματα, αλλά και πολλά άλλα, προκύπτουν βλέποντας «Την επανένωση της Βόρειας με τη Νότια Κορέα», το σύγχρονο σπονδυλωτό έργο του Joël Pommerat, που παρουσιάζεται στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη.
Ένα έργο που προσπαθεί εναγωνίως να ορίσει την αγάπη μέσα από μικρές αυτοτελείς ιστορίες που έχουν να κάνουν μ' αυτήν: η συζυγική αγάπη, η αγάπη ανάμεσα σε δύο άτομα του ίδιου φύλου, άναμεσα σε μία πορνη και τον πελάτη της, η αγάπη των γονιών προς τα παιδιά, η αγάπη ενός καθηγητή προς το μαθητή του, η αγάπη που πληγώνει, η αγάπη που ξεχνά, η αγάπη που απαιτεί... Οι ήρωες του έργου αυτού, ακόμα και όταν καταφέρνουν να αγαπήσουν και να αγαπηθούν, συνειδητοποιούν πως ίσως τελικά «η αγάπη δε φτάνει». Επαναπροσδιορίζει και ανανοηματοδοτεί για λίγο τη ζωή τους, φωτίζει τον ουρανό της με φωτεινά βεγγαλικά, τελικά όμως καταλήγει σ' ένα παγωμένο αδιέξοδο. Ένα αδιέξοδο που δεν μπορεί να κάνει την υπέρβαση και να επανενώσει «τη Βόρεια με τη Νότια Κορέα».
Ο Νίκος Μαστοράκης δε γοητεύτηκε τυχαία από το συγκεκριμένο έργο του Ζοέλ Πομερά, καθώς είναι ένα πανέξυπνα δομημένο κείμενο 20 ιστοριών (ο Ελληνας σκηνοθέτης επέλεξε και ένωσε 11 από αυτές) που χαρακτηρίζεται από μία ιδιαίτερα απλή, σχεδόν κοινότοπη γλώσσα, γεμάτη με κλισέ εκφράσεις που ακούμε καθημερινά ανάμεσα στα ζευγάρια. Μέσα, ωστόσο, στην απλότητά του αυτή, το κείμενο αποδομεί πλήρως τις ανθρώπινες σχέσεις άλλοτε με μελαγχολία, σκληρότητα και διάθεση σχεδόν μεταφυσική, άλλοτε με πολύ σαρκασμό και χιούμορ, ευαισθησία και ιδιάζουσα γλυκύτητα. Ανασφάλειες, εγώ και υπερεγώ, προσδοκίες, ελπίδες, όνειρα, χωρισμοί, αναμνήσεις, ερωτικά απωθημένα, αρρώστιες, προδοσίες, όλα χωρούν μέσα με μιάμιση μόνο ώρα και όλα διυλίζονται στο όνομα της αγάπης. Μιας αγάπης που καταλήγει να είναι αλληλένδετη με την απώλεια.
Ο Νίκος Μαστοράκης με τη βοήθεια του Αλέξανδρου Λαγόπουλου που επιμελήθηκε το σκηνικό, έκλεισε τους πρωταγωνιστές των ιστοριών του μέσα σε δαιδαλώδη μεταλλικά χωρίσματα που πολλές φορές δημιούργουσαν μία ασφυκτική αίσθηση κλουβιού. Επιλογή αντιφατική μεν, καθώς η έννοια της αγάπης υποτίθεται πως δίνει… φτερά, απόλυτα λογική δε γιατί παράλληλα είναι αυτή που μπορεί ακόμη και να εγκλωβίσει αυτούς που την βιώνουν στο έπακρο. Η σκηνοθεσία του σπιρτόζα, στακάτη, με υποδειγματικό ρυθμό και ροή, παρέπεμπε συχνά σε κινηματογραφικά καρέ που διακόπτονταν από τα απολαυστικά χορευτικά ιντερμέδια που επιμελήθηκε κινησιολογικά η Βάλια Παπαχρήστου.
Οι ηθοποιοί της παράστασης «έδεσαν» μεταξύ τους με ξεχωριστή χημεία και έδωσαν μικρά ρεσιτάλ ερμηνείας τους πολλαπλούς τους ρόλους. Σπαρακτική η σκηνή ανάμεσα στον Κλέωνα Γρηγοριάδη και την Ιωάννα Μαυρέα που σε μία ιστορία υποδύονται αντιστοίχως τον σύζυγο και την πάσχουσα από αλτσχάιμερ γυναίκα του. Εξαιρετικές η Κωνσταντίνα Τάκαλου και η Μαρία Καλλιμάνη, πολύ δυνατές οι ερμηνείες του Χάρη Φραγκούλη και της Κατερίνας Λυπηρίδου, ιδιαίτερα στο σημείο που υποδύονται τους γονείς χωρίς… παιδιά, αλλά και ο Δημήτρης Πασσάς ως δάσκαλος που συμπαθεί ιδιαίτερα έναν μαθητή του.
Αξίζει να δει κάποιος την παράσταση αυτή; Επιβάλλεται, καθώς καταπιάνεται με το μείζον θέμα της αγάπης και το διερευνά εξαιρετικά πολύπλευρα και το επαναπροσδιορίζει διαρκώς παρασύροντάς μας στη δίνη της. Δεν υπάρχει περίπτωση να μείνετε ασυγκίνητοι...
Γεωργία Οικονομου