Στην παράσταση, τέσσερις νέοι ηθοποιοί αφηγούνται και αναπαριστούν την προφητική και σκοτεινή νουβέλα του Μούζιλ που παραμένει ακόμη και σήμερα επικίνδυνα επίκαιρη....
Εμείς είχαμε μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και περιεκτική συζήτηση με τη Γεωργία Μαυραγάνη που διασκεύασε και σκηνοθέτησε την παράσταση αυτή.
Πείτε μας δυο λόγια για τις «Αναστατώσεις του Οικότροφου Τέρλες»
Πρόκειται για το πρώτο μυθιστόρημα του Ρόμπερτ Μούζιλ βασισμένο σε αυτοβιογραφικα στοιχεία. Τρεις τρόφιμοι μιας στρατιωτικής σχολής, όπου εκπαιδεύονται τα παιδιά των «καλύτερων» οικογενειών της Αυστρίας, θα βουτήξουν στην πιο σκοτεινή πλευρά του εαυτού τους, τιμωρώντας βάναυσα τον «παραστρατημένο» συμμαθητή- εραστή τους. Ανάμεσά τους ο νεαρός Τέρλες, συνένοχος- παρατηρητής, θα νιώσει το αιφνίδιο και αναπότρεπτο ξύπνημα της σεξουαλικότητάς του. Μέσα στο ημίφως, στα μικρά καμαράκια αυτού του «αξιοπρεπούς κτιρίου», θα αποχαιρετήσει για πάντα την αθωότητα, θα αναρωτηθεί για την ηθική του και θα γνωρίσει την επικίνδυνη ηδονή του κακού.
Το ιδιαίτερο με αυτό το βιβλίο είναι ότι ο Μούζιλ καταφέρνει αφηγούμενος την ιστορία του ήρωα του Tέρλες που με έναν τρόπο είναι και alter ego του να αφηγηθεί όσα του συνέβησαν στην εφηβεία, άλλα και να τα αναλύσει με τετοιο τρόπο σαφή και αφοπλιστικά ειλικρινή και εξονυχιστικό τρόπο ώστε να μπορεί να δει ο καθένας μας τον εαυτό του μέσα σ' αυτή την ανάλυση και μάλιστα όχι μόνο τον «έφηβο» εαυτό, αλλά κι αυτόν του εδώ και τώρα .Ο Μούζιλ δεν περιγράφει αυτή τη σκληρή ιστορία παίρνοντας το μέρος κάποιου .Δεν αθωώνει κανένα ούτε και κατηγορεί κανένα μόνο εκθέτει και αναλύει .Τα συμπεράσματα είναι στο χέρι του αναγνώστη και θεατή .Ταυτόχρονα δε, καταφέρνει να αναδείξει τον συμβολισμό αυτής της ιστορίας χωρίς μελοδραματισμούς και διδακτισμό είναι σα να λέει έτσι ακριβώς έγιναν τα πράγματα και μονοί εμείς στο τέλος καταλαβαίνουμε πως δυστυχώς έγιναν έτσι όπως ήταν τελικά να γίνουν .
Τι σας γοήτευσε στο συγκεκριμένο έργο ώστε να το παρουσιάσετε στην Ελλάδα και να το σκηνοθετήσετε;
Το ότι δεν μένει στην εξωτερική και επιφανειακή περιγραφή της βίας, αλλά καταδεικνύει ότι η πραγματική βία βρίσκεται μέσα μας. Στην καταπίεση της επιθυμίας και στην άρνηση της, αλλά και σε εκείνη τη πικρή διαπίστωση ότι κατά βάθος είμαστε απελπιστικά μόνοι και πολλές στιγμές παγερά ατάραχοι.
Πού αγγίζει το έργο αυτό το σήμερα;
Η ιστορία του είναι μια αφορμή να μιλήσει κανείς για τη μοναξιά που μας κυνηγά απειλητική όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και ο συγγραφέας. Όταν μαθαίνουμε για αντίστοιχα περιστατικά, όπως αυτό που περιγράφεται στο έργο, υποκριτικά μένουμε δήθεν σοκαρισμένοι στην εξωτερική βία των γεγονότων είναι σαν να εθελοτυφλούμε στο ότι τέτοια περιστατικά στην ουσία φέρνουν στην επιφάνεια με τον πιο βίαιο τρόπο μια κραυγή αγωνίας και ένα κρυφό πόθο για μια πιο έντονη και μια δραπέτευση από τη φυλακή του εαυτού, μια ανάγκη που στην εφηβεία μας κατακλύζει σαρωτικά για να προσποιηθούμε έπειτα πως ήταν «ένα κακό όνειρο, μια ανωριμότητα» που πέρασε .Όσο δεν στεκόμαστε σ' αυτό που κραυγάζουν αυτά τα περιστατικά, αλλά τα τακτοποιούμε μέσα μας σαν κάτι που εμείς ποτέ δεν θα κάναμε αυτά όλο και θα πληθαίνουν. Γιατί η ανάγκη μας να αποδράσουμε από τη φυλακή της καθημερινότητας και να πετάξουμε σε κείνα τα ύψη που πολλές φόρες ο ερωτάς και τέχνη αρθρώνουν θα μας καταπνίγει συνεχώς. Αυτή λοιπόν η παράσταση είναι ο τρόπος μου να πω πως αυτές οι ανάγκες υπήρχαν και θα υπάρχουν και είναι η ώρα να σκύψουμε πάνω τους. Και αυτό θα ήθελα να πάρει φεύγοντας ο θεατής.
Το έργο πραγματεύεται μια ιστορία bullying εφήβου. Τελικά αυτό είναι ένα φαινόμενο που υπήρχε πάντα;
Θα το ξαναπώ. Το bullying δεν είναι χαρακτηριστικό των εφήβων απλώς σε αυτή την ηλικία εκφράζεται πιο ωμα πιο πρωτόγονα .Οι ενήλικες ασκούν πολύ χειρότερο bulling στον εαυτό τους πρώτα και κατά συνέπεια στους άλλους καθώς πεισματικά κωφεύουν στην εσωτερική κραυγή αγωνίας που ξεκάθαρα μας λέει πως όσο και να το θέλουμε δεν υπάρχουν βεβαιότητες και πως μέσα μας ζει και το καλό και το κακό εξίσου. Με απλά λόγια δεν χάθηκε και ο κόσμος αν παραδεχτούμε τελικά και στους νεότερους πως τίποτα δεν ξέρουμε και πως και εμείς πολύ συχνά ζούμε όπως όπως αναζητώντας μιαν ευτυχία που το σχήμα της μας διαφεύγει συνεχώς . Μια τέτοια παραδοχή θα ηρεμούσε πολύ τα πνεύματα και θα μας έφερνε πιο κοντά. Θα μας έκανε συνένοχους της ίδιας άγνοιας. Είναι παρηγορητικό αν το σκεφτεί κανείς .
Πώς ένα εφηβικό περιστατικό αποτελεί μια παραβολή της μετέπειτα ευρωπαϊκής ιστορίας αλλά και της ανθρώπινης φύσης. Πώς συνδέονται αυτά τα δύο;
Αυτό που έκανε τον Φρόιντ μετά τον δεύτερο παγκόσμιο να γράψει το “Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας” αναλύεται πολύ πιο διεξοδικά και αρκετά νωρίτερα από το έργο. Με αυτή την έννοια λοιπόν πρόκειται και για μια συμβολική αφήγηση της μετέπειτα σκληρής ευρωπαϊκής ιστορίας .
Εσείς ως καλλιτέχνης, αλλά και ως άνθρωπος, πως βλέπετε σήμερα την Ευρώπη και τον τρόπο που αντιμετωπίζει τους χιλιάδες απελπισμένους πρόσφυγες;
Δεν είναι απελπισμένοι αυτοί οι προσφυγές, αντίθετα αγωνίζονται και τολμούν πεισματικά να ελπίζουν. Αυτό είναι και που δεν αντέχει η δήθεν πολιτισμένη Ευρώπη. Αυτή την πεισματική ελπίδα είναι που εχθρεύεται. Ήρθε όμως η ώρα να έρθει αντιμέτωπη με τα αδιέξοδα της. Δεν είμαι αισιόδοξη γιατί βλέπω μια Ευρώπη που προσπαθεί με ημίμετρα να αντιμετωπίσει κάτι για το οποίο φέρει στην ουσία τη μεγαλύτερη ευθύνη .Μοιάζει να έχουμε ξεχάσει το ότι η πολιτική αφορά τη ζωή των ανθρώπων και όχι το κύκλο του κέρδους. Ίσως όλη αυτή η βαρβαρότητα μας κάνει να το ξαναθυμηθούμε και τρέμω πραγματικά που πολύ συχνά απόψεις σαν τη δική μου χαρακτηρίζονται αφελείς.
Γεωργία Οικονόμου
[email protected]