Είδαμε το συγκινητικό Καπλάνι της Βιτρίνας [ΕΥ-ΠΟ ή ΛΥ-ΠΟ τελικά;]

23.11.2015
Το εμβληματικό έργο της Άλκης Ζέη, το «Καπλάνι της Βιτρίνας» παρακολουθήσαμε στο Θέατρο Βρετάνια. Ένα μυθιστόρημα που έχει σημαδέψει ανεξίτηλα τα παιδικά και εφηβικά χρόνια της δικής μας γενιάς, καθώς οι περισσότεροι ταυτιστήκαμε με κάποιον από τους ήρωες του βιβλίου, ενώ το ΕΥ ΠΟ / ΛΥ ΠΟ ήταν από τις κωδικοποιημένες φράσεις που οι περισσότεροι «παίξαμε» ως παιδιά.

Σήμερα, το έργο αυτό έχοντας συμπληρώσει 52 χρόνια από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε, μεταφέρθηκε για πρώτη φορά στο θεατρικό σανίδι από την Ανδρομάχη Χρυσομάλη- πάντα με τη συγκατάθεση της συγγραφέως του- και γι΄αυτό και σπεύσαμε να συστήσουμε στα δικά μας πλέον παιδιά μας τη Μέλια και τη Μυρτώ, τις δύο μικρές αδελφές που πέρασαν το 1938 το πιο περιπετειώδες καλοκαίρι της ζωής τους στο νησί τους, τη Σάμο. Εκεί όπου ο παππούς τους τις μεγαλώνει με ιστορίες της ελληνικής μυθολογίας και τις γαλουχεί με τις αξίες των αρχαίων Ελλήνων.

Τι είναι όμως το Καπλάνι; Είναι ένα βαλσαμωμένο αιλουροειδές, μοιάζει πολύ με τίγρη, που βρίσκεται μέσα στη βιτρίνα του σαλονιού του σπιτιού τους και αποτελεί το αντικείμενο των μαγικών ιστοριών που τους διηγείται ο ξάδερφός τους, ο Νίκος, φοιτητής στην Αθήνα, αλλά και συνωμοτικό μέσο επικοινωνίας μαζί του. Η δικτατορία του Μεταξά, όμως, θέτει τέλος στην παιδική τους αθωότητα και τα δύο κορίτσια έρχονται αντιμέτωπα με προβληματισμούς και καταστάσεις, με τις οποίες θα ωριμάσουν.

Η Ανδρομάχη Χρυσομάλλη έκανε πολύ καλή δουλειά αναφορικά με τη θεατρική διασκευή του έργου. Ακολούθησε μία γραμμική αφήγηση, έμεινε πιστή απ΄ άκρη σ΄άκρη σ΄αυτή, δεν παρέλειψε σχεδόν τίποτα, αλλά και δεν επιχείρησε κανέναν απολύτως νεωτερισμό ή άμεσο παραλληλισμό με το σήμερα. Δεν ήταν λίγες οι φορές που νιώσαμε πως ξαναδιαβάζουμε το βιβλίο. Οι ήρωες του έργου ψυχογραφήθηκαν μέσα από τα ίδια τους τα λόγια και μ΄ έναν έμμεσο τρόπο είχαν το δικό τους αντίκτυπο μέσα μας…

Οι ηθοποιοί ήταν στην πλειοψηφία τους συνεπείς στους ρόλους τους. Ο Γιάννης Καρατζογιάννης έκλεψε τις εντυπώσεις στο ρόλο του παππού των δυο κεντρικών ηρωίδων. Ο έμπειρος αυτός ηθοποιός απέπνεε μία ξεχωριστή στόφα, αρχοντιά και αξιοπρέπεια στην ερμηνεία του, ήταν κυριολεκτικά ο δάσκαλος- παππούς που είχαμε πλάσει στη φαντασία μας. Έκπληξη η ερμηνεία του Αλέξανδρου Βάρθη στο ρόλο του Νίκου, του ξαδέλφου επαναστάτη. Μας έπεισε απόλυτα και μας συγκίνησε η πίστη στις ιδέες και στις αρχές του στο δεύτερο μέρος της παράστασης. Η Αγγελική Πασπαλιάρη και η Αρετή Τίλη στους ρόλους της Μυρτούς και της Μέλιας ήταν, επίσης, πολύ καλές με αρκετά καλές κορυφώσεις. Συμπαθητική, αν και κάπως υποτονική, η Βίκυ Μαραγκάκη στο ρόλο της μητέρας, ενδιαφέρουσα η ερμηνεία του Δημήτρη Μαύρου στο ρόλο του πατέρα, άνευρη η Χριστίνα Θεοδωροπούλου στο ρόλο της γιαγιάς.


Ενστάσεις, ωστόσο, έχουμε ως προς τη γενικότερη αισθητική της παράστασης, καθώς δεν ήταν λίγες οι φορές που αισθανθήκαμε πως βλέπουμε θέατρο παλαιάς κοπής. Τελείως ασύμβατα με το σήμερα ήταν τα κοστούμια που είχε σχεδιάσει ο Γιάννης Μετζικώφ, καθώς προσέδιδαν μία κιτς ρομαντικίζουσα αισθητική στην ατμόσφαιρα, ενώ επιεικως απαράδεκτα ήταν τα ψεύτικα μουστάκια και κάποιες περούκες που φορούσαν οι ηθοποιοί για τις ανάγκες των πολλαπλών ρόλων τους. Επιπλέον, οι 3D προβολές σ΄όλο το μήκος και το πλάτος της σκηνής ήταν υπερβολικά πολλές και υπέρ του δέοντος λεπτομερείς. Είναι πολύ δύσκολο ακόμη και για τις μεγαλύτερες ηλικίες – πόσο μάλλον για τα παιδιά- να συνδυάζουν τις διαρκείς εναλλαγές των σκηνικών με τη θεατρική δράση που εξελίσσεται στο σανίδι. Αυτή η οπτική υπεραναλυτικότητα στην αφήγηση, τα κρεβάτια και τα έπιπλα που συνεχώς πηγαινοέρχονταν, απορροφούσαν ένα μεγάλο μέρος της δυναμικής της παράστασης και έθεταν αδικαιολόγητα σκοπέλους στην παιδική φαντασία.

Αξίζει να δει κάποιος την παράσταση αυτή; Και βέβαια. Παρόλες τις αστοχίες, η γραμμικότητα στην αφήγηση είναι αυτή που τελικά κερδίζει το θεατή. Γιατί η ιστορία αυτή είναι από μόνη της τόσο δυνατή, που στο δεύτερο μέρος δύσκολα μένει κάποιος ασυγκίνητος.
Προσοχή ωστόσο: τα νοήματα του έργου αυτού απευθύνονται σε παιδιά μεγαλύτερα από 8-9 ετών. Αν επιλέξετε να πάτε με μικρότερα, καλό είναι να κάνετε μαζί τους πρώτα μία συζήτηση περί δημοκρατίας, δικτατορίας και φασισμού, προκειμένου να μπορέσουν να κατανοήσουν, όσο είναι δυνατό, τα κεντρικά μηνύματα της ιστορίας.

Γεωργία Οικονόμου
[email protected]