Μαριάννα Κάλμπαρη: Beatles και... Επανάσταση

29.01.2013
Η Μαριάννα Κάλμπαρη δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, καθώς τα τελευταία χρόνια έχει δώσει τα διαπιστευτήριά της στο θεατρικό σανίδι με τον καλύτερο τρόπο. Φέτος καταπιάστηκε με το εξαιρετικά επίκαιρο έργο του Μάικ Μπάρτλετ «LOVE, LOVE, LOVE » που παρουσιάζεται στη σκηνή του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν σε δική της μετάφραση και σκηνοθεσία. Κεντρικό θέμα του θέμα: Η γενιά του '68 και τα παιδιά της. Με αφορμή τη νέα της αυτή δουλειά, υπό τους ήχους των Beatles που στην παράσταση έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο, είχαμε μία πολύ όμορφη συζήτηση μαζί της…

Η Μαριάννα Κάλμπαρη δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, καθώς τα τελευταία χρόνια έχει δώσει τα διαπιστευτήριά της στο θεατρικό σανίδι με τον καλύτερο τρόπο. Φέτος καταπιάστηκε με το εξαιρετικά επίκαιρο έργο του Μάικ Μπάρτλετ «LOVE, LOVE, LOVE » που παρουσιάζεται στη σκηνή του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν σε δική της μετάφραση και σκηνοθεσία. Κεντρικό θέμα του θέμα: Η γενιά του '68 και τα παιδιά της. Με αφορμή τη νέα της αυτή δουλειά, υπό τους ήχους των Beatles που στην παράσταση έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο, είχαμε μία πολύ όμορφη συζήτηση μαζί της…


e-go: Τι σας έκανε να ασχοληθείτε με το συγκεκριμένο έργο του Μπάρτλετ;

Μ.Κ: Είναι ένα έργο που μόλις το διάβασα ένιωσα ότι με αφορούσε πραγματικά. Οχι μόνο επειδή είναι εξαιρετικά καλογραμμένο, έξυπνο, με αληθινούς, ζωντανούς χαρακτήρες, πλοκή, χιούμορ... Αλλά κυρίως επειδή είναι ένα έργο που έχει κάτι να πει. Οχι να σχολιάσει. Να πει. Για το σήμερα. Και για το χτες που μας οδήγησε στο συγκεκριμένο σήμερα που ζούμε–ευτυχώς ή δυστυχώς- παγκοσμίως.

Πώς προσεγγίσατε σκηνοθετικά το έργο; Τι θα δούμε στην συγκεκριμένη παράσταση;

Μέσα από τρεις πράξεις-τρεις διαφορετικές ημέρες- το έργο παρακολουθεί την πορεία μιας οικογένειας. Ενα ζευγάρι γνωρίζεται και ερωτεύεται μια βραδιά του 1967 και αφού κάνει δύο παιδιά, παίρνει διαζύγιο ένα βράδυ του 1990 για να τα ξαναβρεί στην ηλικία των 64, ένα μεσημέρι του 2011. Μέσα από την ιστορία λοιπόν αυτής της οικογένειας, το έργο ουσιαστικά πραγματεύεται την εξέλιξη ολόκληρης της γενιάς του ’68, της γενιάς που διαμόρφωσε την κοινωνία τα τελευταία 45 χρόνια και κατέληξε διοικώντας την, να την οδηγήσει από την ευμάρεια στην καταστροφή. Στην παράστασή μας, το πέρασμα αυτών των 45 «εύκολων» ετών, μεταφράζεται σκηνικά σε ένα πάρτυ- με πολλή
μουσική, πολλές καταχρήσεις και πολλά λόγια-λόγια-μόνο λόγια για την αγάπη. Ενα πάρτυ που σήμερα μόλις τελείωσε. Για να αφήσει μετέωρους, παραζαλισμένους και άνευ αγάπης τους σημερινούς 35 και κάτι, γνήσιους απόγονους της γενιάς του ’68.

Πιστεύετε πως οι νέοι μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο σήμερα ;

Μόνο οι νέοι μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο. Φοβάμαι όμως ότι μόνο οι πολύ νέοι μπορούν. Εκείνοι που δεν έχουν προλάβει ακόμα να «φτιάξουν» κάτι. Δεν έχουν προλάβει να φοβηθούν μήπως το χάσουν. Δεν έχουν προλάβει να αλλοτριωθούν όπως όλοι εμείς οι υπόλοιποι.

Είναι τελικά η γενιά του ‘68 υπεύθυνη για τα παιδιά της, τους υπερχρεωμένους τριανταπεντάρηδες του σήμερα;

Πιστεύω πως οι γονείς είναι πάντα υπεύθυνοι για τα παιδιά τους. Το πιστεύω επειδή κι εγώ η ίδια μεγαλώνω δύο μικρά παιδιά και διαπιστώνω καθημερινά πώς οτιδήποτε κάνω, οτιδήποτε λέω
εγγράφεται μέσα τους και τα επηρεάζει-υποψιάζομαι καθοριστικά.
Τα παιδιά μπορεί να γεννιούνται με τον χαρακτήρα τους, αλλά αυτός ο χαρακτήρας διαμορφώνεται από τον τρόπο που μεγαλώνουν. Και «ιδανικός τρόπος» δυστυχώς, δεν έχει βρεθεί ακόμα. Πιστεύω λοιπόν, πως η γενιά του ’68-ή ένα μεγάλο μέρος της τουλάχιστον-μεγάλωσε τα παιδιά της με λάθος τρόπο. Προσπαθώντας να τους δώσει ό,τι εκείνη είχε στερηθεί, τα μπούκωσε με υλικά αγαθά αλλά και υπερβολική, άνευ ορίων ελευθερία, στερώντας τους το σημαντικότερο που χρειάζεται ένας νέος
άνθρωπος για να διεκδικήσει την ταυτότητα του: την «επανάσταση». Τα παιδιά της γενιάς του ’68-κι αυτό είναι ένα θέμα που θίγει με εξαιρετικό τρόπο ο Μπάρτλετ- δεν επαναστάτησαν απέναντι σε τίποτα και αυτό τα κατέστησε «μαλθακά», ανήμπορα να αντιδράσουν στη σύγχρονη πραγματικότητα. Κατά τη γνώμη μου λοιπόν, η γενιά του ‘68 δεν είναι υπέθυνη απέναντι στα παιδιά της για την οικονομική κρίση. Κρίσεις στην οικονομία πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν-έτσι λειτουργεί η οικονομία.
Η ευθύνη της βρίσκεται στον τρόπο που δεν προετοίμασε τα παιδιά της ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση και να αντιδράσουν σε οτιδήποτε θίγει το δικαίωμά τους σε μια όλο και καλύτερη ζωή.

Το μότο «αγάπη, αγάπη, αγάπη» τι θέση έχει στον σύγχρονο Ελληνα σήμερα;

Καμία. Ομως τώρα που τα λεφτά τελειώσανε, μήπως ήρθε η ώρα να στραφούμε στο πολυτιμότερο «τζάμπα» αγαθό που μπορεί να αλλάξει αληθινά τη ζωή μας;

Παράλληλα, φέτος σκηνοθετήσατε και το «Μετάξι», μία παράσταση βασισμένη στο βιβλίο του Αλεσσάντρο Μπαρίκκο. Πως μοιραστήκατε καλλιτεχνικά ανάμεσα σε δύο εκ διαμέτρου διαφορετικές ιστορίες;

Μου αρέσει να μοιράζομαι σε πράγματα. Όσο πιο διαφορετικά μάλιστα, τόσο καλύτερα. Το ‘love, love, love’, : ένα σύγχρονο, απόλυτα επίκαιρο έργο με χιούμορ, αμεσότητα και σχεδόν σοκαριστική αλήθεια. Το «μετάξι» : μια ιστορία σα παραμύθι, γεμάτη ταξίδια σε μακρινές ηπείρους, αισθησιασμό και βαθιές, ανεκπλήρωτες επιθυμίες. Τα αγαπώ πολύ και τα δύο και με ένα παράξενο τρόπο το ένα τροφοδοτεί μέσα μου το άλλο. Το μόνο που θα επιθυμούσα είναι το εικοσιτετράωρο να είχε περισσότερες ώρες ...γιατί εκεί ομολογώ ότι δυσκολεύομαι...

Τι άλλο να περιμένουμε στο μέλλον από εσάς;

Τον Μάιο θα επαναληφθεί στο Ιδρυμα Κακογιάννης, «Το Μυστικό της κυρίας Έλεν» που παρουσιάστηκε με επιτυχία στον ίδιο χώρο το Δεκέμβριο του 2012, σε δική μου σκηνοθεσία. Πρόκειται για την πολύ συγκινητική, αληθινή ιστορία της γιαγιάς της Ελένης Ζιώγα, που γράφτηκε και ερμηνεύεται από την ίδια με αφορμή την επέτειο των έντεκα-πλέον-χρόνων από το θάνατο του σημαντικού θεατρικού συγγραφέα και πατέρα της, Βασίλη Ζιώγα.
Οσον αφορά στο πιό μακρινό μέλλον, όνειρα και σχέδια υπάρχουν πολλά. Αυτή την περίοδο αναζητώ τον τρόπο να τα υλοποιήσω...

Συνέντευξη: Γεωργία Οικονόμου