Αυτή την εποχή ειδικά, το να κάνεις μια σημαντική για σένα επαναστατική κίνηση, να επηρέασεις αρκετό κόσμο και να καταφέρεις να μην σταματήσεις αυτό που άρχισες ό,τι και να γίνει, είναι λίγο δύσκολο. Έως πολύ. Η πρωταγωνίστρια του Τιμ Κράουτς (ο μονόλογος είχε γραφτεί για άντρα αλλά στη συγκεκριμένη παράσταση το προσάρμοσαν για γυναίκα ηθοποιό) σήκωσε το «Χέρι» της και δεν το κατέβασε ποτέ και μέχρι να σβήσουν τα πυροτεχνήματα της νύχτας που πήρε τη μεγάλη απόφαση, σου διηγείται όλη της την ιστορία χωρίς να καταλαβαίνεις πότε πέρασαν όλα αυτά τα λεπτά.
Έχουν περάσει αρκετά χρόνια από την συνεργασία της Έλενας Πέγκα και της Θεοδώρας Τζήμου στο "Όταν χορεύουν οι Go go dancers" και νιώθεις ότι έχουν τέτοια χημεία και εμπιστοσύνη η μία στην άλλη που θα πρεπε να βρίσκονται πιο συχνά στα (εναλλακτικά) θεατρικά σανίδια. Εδώ με τα χέρια ψηλά, τα παράθυρα ανοιχτά, την ουσιαστική ανθρώπινη επικοινωνία με κοινό, τις δυνατές μουσικές και την ψυχοσύνθεση μιας επαναστάτριας με αιτία, σου αφήνουν στο πιάτο μεγάλη μερίδα τροφής για σκέψεις και συζητήσεις.
Η εκπληκτική Τζήμου δεν ερμηνεύει απλά αυτό το ιδιαίτερο κορίτσι, αλλά για 70 λεπτά δίνει κυριολεκτικά ένα one woman show ανάμεσα σε καλώδια, λάμπες, τηλεοπτικές οθόνες και παιχνίδια με το φως. Είναι γεμάτη ενέργεια, αστείρευτο νεύρο, ένταση, δυναμισμό και φόρτιση, σε εισάγει στον κόσμο της από το πρώτο δευτερόλεπτο και δεν σ’ αφήνει ούτε στιγμή να κοιτάξεις προς την έξοδο.
Η μεγάλη... «μαγκιά» της είναι πως ο θεατής δεν αντιμετωπίζει αυτήν την κοπέλα σαν προβληματική και δε νιώθεις ότι πρέπει να δείξεις οίκτο και να τη λυπηθείς, αλλά αντιθέτως τη θαυμάζεις τρομερά για το πείσμα της που δεν έχει ημερομηνία λήξης και τον ενθουσιασμό της. Ακόμα κι αν ξεκίνησε όλη αυτή την ιστορία με το «Χέρι» από ένα παιχνίδι με τον αδερφό της. Και τις αντοχές της φυσικά.
Ο ρόλος της Έλενας Πέγκα είναι τριπλός αφού είναι υπέυθυνη για τη σκηνοθεσία, τη μετάφραση και τα σκηνικά και κατάφερε να δημιουργήσει ένα περιβάλλον τόσο οικείο και τόσο ψυχρό ταυτόχρονα. Αρχικά, ενώ σου φαίνονται όλα απλά, στη συνέχεια περιπλέκονται λόγω των έξυπνων σκηνοθετικών ιδεών της που μπορούν να μεταμορφώσουν δώσουν τόσες πολλές εικόνες σ’ ένα κοινό δωμάτιο και να αφήσουν διάχυτη την ειρωνία του έργου περί τέχνης κι εμπορευματοποίησης ενός ανθρώπου.
Πιο δυνατές στιγμές; Η σκηνή που η Τζήμου βρίσκεται μπροστά από έναν προβολέα, ο οποίος αλλάζει χρώματα κι εξιστορεί τη νύχτα της μεγάλης απόφασης της, αλλά και όταν η Νέα Υόρκη ζωντανεύει στον τοίχο μ’ ένα απλό τέχνασμα και όταν γίνεται black out κι ανοίγουν όλα τα παράθυρα. Εσύ απλά σηκώνεις τα χέρια σου για χειροκροτήματα διαρκείας...
Κείμενο-φωτογραφίες: Κική Παπαδοπούλου