Είδαμε αμήχανα την παράσταση του Καστελλούτσι

27.06.2011
Ο σκηνοθέτης Ρομέο Καστελλούτσι επέστρεψε στο Φεστιβάλ Αθηνών με τη νέα ρηξικέλευθη παράστασή του «Περί της έννοιας του προσώπου του Υιού του Θεού», μία παράσταση που -κατά το σκηνοθέτη- εξετάζει τη σχέση του ανθρώπου με την εικόνα του Θεού, ξεδιπλώνοντας παράλληλα τη σχέση μεταξύ ενός υπέργηρου πατέρα και του γιου του.

Ο σκηνοθέτης Ρομέο Καστελλούτσι επέστρεψε στο Φεστιβάλ Αθηνών με τη νέα ρηξικέλευθη παράστασή του «Περί της έννοιας του προσώπου του Υιού του Θεού», μία παράσταση που -κατά το σκηνοθέτη- εξετάζει τη σχέση του ανθρώπου με την εικόνα του Θεού, ξεδιπλώνοντας παράλληλα τη σχέση μεταξύ ενός υπέργηρου πατέρα και του γιου του.

Στο βάθος της σκηνής κυριαρχεί μία υπερμεγέθης αναπαραγωγή του Σωτήρα του Κόσμου του Αντονέλο ντα Μεσίνα (1465). Κάτω από το βλέμμα λοιπόν του Υιού του Θεού, ένας γηραιός πατέρας με εντερική δυσλειτουργία αρχίζει να γεμίζει με περιττώματα τη σκηνή. Τον καναπέ, το πάτωμα, τη καρέκλα του γραφείου, το κρεβάτι...τα πάντα.
Από την άλλη πλευρά ο νεαρός γιος του πασχίζει να τον φροντίσει, αλλά και να τον παρηγορήσει, καθώς ο πατέρας κλαίει απαρηγόρητος ζητώντας διαρκώς συγγνώμη για την ανημπόρια του να αυτοεξυπηρετηθεί. Ο γιος με περίσσια υπομονή, τον ξεγυμνώνει και του αλλάζει πάνες επί σκηνής, μαζεύει τα περιττώματα όπως όπως, αρχικά με γάντια και στη συνέχεια με γυμνά χέρια και στο τέλος «σταυρώνεται» μπροστά στην εικόνα του Χριστού.

Τα φώτα σβήνουν. Μία ομάδα μαθητών εισέρχεται στη σκηνή, βγάζουν από τις σχολικές τους τσάντες χειροβομβίδες και ξεκινούν να βομβαρδίζουν τον Χριστό ανελέητα. Το θέατρο σείεται από τους ήχους αυτού του ανίερου βομβαρδισμού για αρκετά λεπτά.

Στο τέλος ο γηραιός πατέρας πηγαίνει πίσω από την εικόνα του Ιησού μ' ένα μπιτόνι περιττωμάτων. Από τα μάτια του άρχισαν να τρέχουν ακαθαρσίες, ενώ ταυτόχρονα κάποιες μαύρες φιγούρες ξέσκιζαν τον καμβά του… Στο πίσω μέρος του καμβά αποκαλύφθηκαν τα λόγια «You are my (no) Shepherd» (φωτισμένα με έντονο λευκό νέον φωτισμό, ενώ η λέξη «No» ήταν σκοτεινή σηματοδοτώντας κάποιο… υπονοούμενο), ενώ η μυρωδιά των περιττωμάτων ήταν πλέον διάχυτη στην αίθουσα.

Όλα αυτά διήρκησαν περίπου μία ώρα.

Δεν ξέρω γιατί το κοινό έπρεπε να βρεθεί αντιμέτωπο με τέτοιες σκηνές – οικείες ως επί το πλείστον στους περισσότερους σε νοσοκομεία είτε με γονείς είτε με αγαπημένα πρόσωπα- δεν ξέρω αν κάποιος κινηματογραφούσε την διάχυτη αμηχανία του μπροστά στην απόλυτη κατάντια του ανθρώπου (αυτό ίσως είχε ενδιαφέρον).
Δεν κατάλαβα επίσης, τι ήθελε να πει ακριβώς ο Καστελούτσι, οπότε δε θα προβώ σε περαιτέρω εικασίες και αναλύσεις, ίσως η θεατρική μου παιδεία δεν μπορεί να αγγίξει τα τόσο υψηλά νοήματα.

Ξέρω, όμως, πως παραστάσεις σαν αυτές μου τριβελίζουν διαρκώς το μυαλό με την ερώτηση για τι τελικά είναι Τέχνη και ποια τα όρια της.

Γεωργία Οικονόμου

[email protected]